Ο αδερφός του Son frere. Γαλλία, 2003. Σκηνοθεσία: Πατρίς Σερό. Σενάριο: Πατρίς Σερό, Αν-Λουίζ Τρβιντίκ, από το μυθ. του Φιλίπ Μπεσόν. Ηθοποιοί: Μπρούνο Τεντεσκίνι, Ερίκ Καραβακά, Μορίς Γκαρέλ, Αντουάν Μογιά. 95 λεπτά. Η αρρώστια του ενός φέρνει κοντά δύο αποξενωμένα αδέρφια, σε μια ταινία δοσμένη με οξυδέρκεια αλλά και ευαισθησία, από έναν σκηνοθέτη που ξέρει να διευθύνει με μαεστρία τους ηθοποιούς του. ει μ' αυτό τον «Αδελφό του», όπου δύο Γάλλοι αδερφοί, ο Τομά και ο Λικ, (ο ένας από τους δύο γκέι) ξανασυναντιούνται, ύστερα από καιρό, όταν ο ένας κινδυνεύει να πεθάνει από μια σπάνια αρρώστια του αίματος. Παρά το θέμα της αρρώστιας που θα μπορούσε να οδηγήσει σ' ένα συγκινητικό μελόδραμα, ο Σερό επιλέγει ένα κλινικό τρόπο αφήγησης -όπως στις σκηνές στο νοσοκομείο, με την προετοιμασία του Τομά για την εγχείρηση- προσπαθώντας να καταγράψει όσο πιο αντικειμενικά τους χαρακτήρες των δύο αδερφών. Οι σκηνές εναλλάσσονται με γνώση και σωστή επιλογή ρυθμού, έτσι που άλλοτε παρακολουθούμε τα αδέρφια να περπατάνε στην ακτή φαινομενικά αμέριμνα, άλλοτε να καβγαδίζουν και να βγάζουν στην επιφάνεια τις ενοχές τους, κρύβοντας μέσα τους τα αληθινά τους αισθήματα. Πίσω από την κάπως ψυχρή αντικειμενικότητα, υπάρχει μια αίσθηση ανθρωπιάς και τρυφερότητας που ο Σερό υποβάλλει με λεπτότητα και μαεστρία. Οι συγκρατημένες ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών συμβάλλουν σίγουρα στη δημιουργία της σωστής ατμόσφαιρας. H μεγάλη ανατριχίλα H βραβευμένη πεισιθανάτια και σαρκικά ρεαλιστική γραφή του «Son Frere» («Ο αδελφός του») του Πατρίς Σερό είναι από τα πιο ακαριαία και βασανιστικά μαρτύρια που έζησα ποτέ σε αίθουσα προβολής. Όποιος θεατής καταφέρει να διατηρήσει την ψυχραιμία του και να περάσει το τεστ αυτού του παρατεταμένου επιθανάτιου ρόγχου, έχει πολλές πιθανότητες να κερδίσει μονομαχία με τον... Χάρο! Δύο αδέλφια, ύστερα από.. εμφυλιοπολεμικό χωρισμό πολλών χρόνων, ξανασμίγουν πάνω από το κρεβάτι του σίγουρου και επερχόμενου θανάτου. Ο πιο μεγάλος, ο καλλιτέχνης και ο πιο ανήσυχος είναι ένας ζωντανός νεκρός. Εκατομμύρια παρηκμασμένα αιμοπετάλια «ξηλώνουν» τη ζωή του και με ιλιγγιώδη ταχύτητα τον στέλνουν μια ώρα νωρίτερα στον τάφο του! H θεματική τού θανάτου, της απώλειας (στο κλειστό, συγγενικό περιβάλλον), ως αποτέλεσμα ενός περιρρέοντος κοινωνικού αδιεξόδου και ως έκφραση μιας αναγκαστικής και εσωστρεφούς, καλλιτεχνικής επιλογής, άρχισε, αν θυμάμαι καλά, με «Το δωμάτιο του γιου μου» του Νάνι Μορέτι και γιγαντώθηκε με το απόλυτο και μεταφυσικό φάντασμα του θανάτου στα «21 γραμμάρια». Όμως ο Πατρίς Σερό, μ' έναν δαιμόνιο εμβολισμό και οπλισμένος σαν αστακός με σαρκικό ρεαλισμό και με εντελώς γήινο προσανατολισμό, τους προσπερνάει και δημιουργεί νέο ρεκόρ. Το πλεονέκτημά του, αλλά ταυτόχρονα και η αχίλλειος πτέρνα του, για τα ταμεία είναι αυτή η υπέρτατη, υλιστική προσέγγιση του θανάτου. Χωρίς πολλές ψυχαναλυτικές περιστροφές και άλλα προσχήματα και με εργαλεία δύο σπουδαίους ηθοποιούς (Μπρουνό Τοντεσκινί, Ερίκ Καραβακά) ξεγυμνώνει τη σχέση μας με το επερχόμενο και αναπόφευκτο μοιραίο και εφορμά ακάθεκτα για να ξεχαρβαλώσει κάθε ίχνος ασφάλειας που αισθανόμαστε βυθισμένοι στη θέση του θεατή. Για να σας το θέσω εντελώς απλά: η τελετουργία του θανάτου στην ταινία του Σερό είναι τόσο αληθινή, τόσο νοσοκομειακά λεπτομερής και τόσο ρεαλιστικά «ιδρωμένη» που μοιάζει με τη βάρκα στην Αχερουσία και με προθάλαμο νεκροτομείου. Το σοκ είναι τόσο ισχυρό όσο ήταν ο τρόμος που μετέδωσε στους πρώτους θεατές η «Ψυχώ» του Χίτσκοκ. Είμαι βέβαιος, στο τέλος οι ελάχιστοι θεατές θα βγαίνουν και θα λένε: «Πατρίς, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν»! |