Back Up Next
Playtime

Γαλλία, 1967. Σκηνοθεσία: Ζακ Τατί. Σενάριο: Ζακ Τατί, Ζακ Λαγκράνζ. Ηθοποιοί: Ζακ Τατί, Μπάρμπαρα Ντένεκ, Μπίλι Κερνς, Ρίτα Μέιντεν, Ζακ Γκοτιέ. 120 λεπτά.

Επανέκδοση μιας αριστουργηματικής κωμωδίας, με τον κύριο Ιλό να μπλέκει στα γρανάζια της σύγχρονης τεχνολογίας. Από τις πιο ευρηματικές, εικαστικά έξοχες ταινίες του σύγχρονου ευρωπαϊκού κινηματογράφου.

Επανέκδοση μιας κλασικής κωμωδίας, που παραμένει το ίδιο κωμική και ταυτόχρονα εικαστικά όμορφη όσο και όταν πρωτοπροβλήθηκε, πριν από 36 χρόνια. Βρισκόμαστε σ' ένα σύγχρονο Παρίσι, πόλη φτιαγμένη από γυαλί και ατσάλι, όπου καταφθάνουν ένα τσούρμο Αμερικανών τουριστών για να δοκιμάσουν από πρώτο χέρι την «παριζιάνικη γεύση». Εκεί φτάνει και ο κύριος Ιλό για ένα ραντεβού, συνάντηση όμως που η μοντέρνα τεχνολογία εμποδίζει από το να πραγματοποιηθεί. Ώσπου, σ' ένα «διάλειμμα» όπου η τεχνολογία αποτυγχάνει, ο Ιλό βρίσκει την ευκαιρία για τη δημιουργία γνωριμιών και φιλίας.

Από το πρώτο ως το τελευταίο πλάνο, η κάμερα του Τατί παραμένει αντικειμενικός παρατηρητής, καταγράφοντας και την παραμικρή λεπτομέρεια, ανακαλύπτοντας τις πτυχές εκείνης της καθημερινής ζωής που προσφέρονται για χιούμορ, έμμεσα όμως και μια κριτική ματιά - ανάμεσα στα ωραία ευρήματα κι εκείνο με τους διάφορους ψεύτικους Ιλό, που περιφέρονται με το κοστούμι και τη συμπεριφορά του κωμικού.

Οι πιο ασήμαντες πράξεις -η αναμονή σ' ένα αεροδρόμιο ή εκείνη σ' έναν προθάλαμο, περιμένοντας για το ραντεβού- μετατρέπονται σε απολαυστικές σκηνές, σχολιάζοντας από τη μια την ανθρώπινη συμπεριφορά και την ίδια την ανθρώπινη κατάσταση σ' έναν χώρο και μια κοινωνία που ολοένα και περισσότερο στηρίζεται στην τεχνολογία και λιγότερο στην ανθρώπινη επαφή, κι από την άλλη, δείχνοντας την εικαστική -λαμπρή, πρέπει να πω- ματιά του Τατί, που προσθέτει στις σκηνές μια ποιητική προέκταση, όπως στις σκηνές στο εστιατόριο ή εκείνες του φινάλε.

Ο Τατί φτιάχνει τα γκανγκ του με τη ματιά ενός αληθινού ποιητή: κοιτάξτε τη σκηνή όπου περιμένει στο γυάλινο δωμάτιο για ένα ραντεβού και την άφιξη εκεί ενός άλλου επισκέπτη με διάφορα «τικ». Δεν είναι μόνο τα διάφορα κωμικά περιστατικά που αναπτύσσει γύρω του (η τσάντα, το χαρτί που υπογράφει, ένα σωληνάριο για εισπνοές) αλλά και οι ήχοι, στοιχείο ουσιαστικό στην κωμωδία του, που παίζουν ρόλο στις περισσότερες σκηνές, όπως παίζει και η απόλυτη σιωπή - απολαυστικό παράδειγμα οι σκηνές με τον Ιλό κι ένα παλιό του φίλο σ' ένα δωμάτιο από γυαλί, σκηνές που τις παρακολουθούμε από το δρόμο, όπως μια βουβή ταινία. Απόγειο της κωμωδίας, οι σκηνές στα εγκαίνια του υπερμοντέρνου εστιατορίου, όπου το κάθε τι γύρω αρχίζει να χαλάει καθώς κι εκείνες στο μπιστρό (σκηνές που δίνουν την ευκαιρία για γνωριμίες), με τον Τατί να φτιάχνει μερικά από τα πιο απολαυστικά γκανγκ του, τελειώνοντας με τη θαυμάσια, φαντεζίστικη σκηνή στην πλατεία της υπερσύγχρονης πόλης, πλατεία που μοιάζει με γαϊτανάκι σε λούνα-παρκ, φέρνοντας στο νου την πρώτη του ταινία, «Μέρα γιορτής».

 

Αριστούργημα διαχρονικής αξίας

Αν ο Τσάπλιν είναι το φλιπσάιντ του Ευριπίδη και ο Γούντι Αλλεν είναι... αντίπαλος του Φρόιντ, τότε ο Ζακ Τατί είναι ένας άξιος συνομιλητής του Ευκλείδη. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία του κινηματογράφου η Γεωμετρία δεν δικαιώθηκε τόσο απολαυστικά και ξεκαρδιστικά όσο στις εμπνευσμένες και αποστασιοποιημένες στιγμές του μεσιέ Ιλό. Ελαφρύ να 'ναι το χώμα που τον σκεπάζει.

Ύστερα από τόσα χρόνια μούχλας και καταστροφικής αδιαφορίας ήρθε επιτέλους η ώρα της αναπαλαίωσης και της αποκατάστασης. Το «Ρlaytime» - αυτό το αριστούργημα του Ρωσογάλλου αναβαθμιστή της κωμωδίας σε ύψιστη και αξεπέραστη τέχνη - αναπαλαιώθηκε, αποκαταστάθηκε και χρονικά επιμηκύνθηκε. Μεταμορφώθηκε δηλαδή όπως ακριβώς το είχε συλλάβει και πραγματώσει ο Ζακ Τατί πριν από 36 χρόνια. Τυχεροί λοιπόν όσοι δρασκελίσουν το κατώφλι για να ευλογηθούν από μια τόσο παλιά και συγχρόνως τόσο φρέσκια προφητεία. Που ούτε λίγο ούτε πολύ «λέει» πως η συμπεριφορά, ο χαρακτήρας, η τραγωδία, η γελοιότητα, δηλαδή η προσωπικότητα του Ατόμου, κανονίζονται από το τεχνικό, πολιτιστικό και κοινωνικό περιβάλλον που το ίδιο αυτό συλλογικό άτομο φρόντισε να φτιάξει για τον εαυτό του.

Το «Ρlaytime» είναι η πιο ξεκαρδιστική νάρκη στα θεμέλια κάθε ουρανοξύστη και κάθε γιγαντιαίου κτιριακού συγκροτήματος με ατσαλογυάλινες επιφάνειες. Το πλέον ειρωνικό είναι πως προκειμένου να παρασκευάσει αυτή τη... νάρκη, αναγκάστηκε ο ίδιος να μπει σε μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές περιπέτειες όλων των κινηματογραφικών εποχών. Αποτέλεσμα; Στο τέλος ξετινάχθηκε.

Εντός ενός στούντιο εκτάσεως 15.000 τ.μ. οικοδόμησε ολόκληρη πόλη με την ονομασία Τativille! Επί μισό χρόνο εκατό προλετάριοι αφοσιώθηκαν στην κατασκευή ενός «τόπου» εντός του οποίου ανορθώθηκαν ογκώδη συγκροτήματα, κτίρια από ατσάλι και γυαλί, πάρκινγκ για τα αυτοκίνητα, αεροδρόμιο και κυλιόμενες σκάλες! Απίστευτο αλλά πέρα ως πέρα αληθινό. Όμως το πιο απίστευτο απ' όλα ήταν η κατάληξη αυτού του επίγειου... Τιτανικού. Το έφτιαξε μόνο και μόνο για να το βουλιάξει. Το οικοδόμησε για να το καταστρέψει και το δόμησε για να το αποδομήσει. Η πεμπτουσία του Τατικού πνεύματος είναι η υπονόμευση και το ξεκούρδισμα. Ο ανθρώπινος όγκος - μέσα σ' αυτό το επίγειο, αρχιτεκτονικό, αστραφτερό... τέρας - είναι διαστάσεων μύγας, η ευφυΐα του σκοντάφτει πάνω στο τζάμι, η επιδεξιότητά του εξαντλείται στη μηχανική επανάληψη των ίδιων κινήσεων και ο επικοινωνιακός, λεκτικός του κώδικας μετατρέπεται σε άναρθρες, μονότονες, ψιθυριστές... κραυγές. Η απόλυτη και εντελώς διασκεδαστική αλλοτρίωση του Ηomus... Vovos!

Η (χειρουργική) τομή από το νυστέρι του Ζακ Τατί είναι άκρως πρωτοποριακή. Συνοψίζεται σε τρεις λέξεις με το αρχίγραμμα «Α». Δηλαδή Άτομο -Απόσταση-Αρχιτεκτονική. Αν από απόσταση παρατηρήσεις την περιφορά, τις πράξεις και τη λειτουργία ενός Ατόμου, εγκλωβισμένου στη γυάλινη και μοντέρνα αρχιτεκτονική της εποχής μας, τότε σ' ένα πράγμα θα καταλήξεις. Φτιάξαμε έναν υλικό κόσμο για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μιας... βίδας. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τον Τσάπλιν στο γελοιογραφικό εφιάλτη με τον αθάνατο τίτλο «Μοντέρνοι καιροί». Εκεί όπου ο άνθρωπος του μόχθου μετατρέπεται σ' ένα απειροελάχιστο εξάρτημα μιας μηχανής. Ο Ζακ Τατί πάει ένα βήμα πιο πέρα. Όχι μόνο βίδες της εργασίας, αλλά και βίδες και εξαρτήματα ακόμα και την ώρα της... ψυχαγωγίας. Που πα να πει πως προσσεληνωθήκαμε στο Φεγγάρι για να καταλήξουμε αιχμάλωτοι του Κάφκα!

Back Home Up Next