Back Up Next
Ζωή σαν τριαντάφυλλο

La Mome/La vie en rose. Γαλλία, 2007. Σκηνοθεσία: Ολιβιέ Νταάν. Σενάριο: Ολιβιέ Νταάν, Ιζαμπέλ Σόμπελμαν. Ηθοποιοί: Μαριόν Κοτιγιάρ, Σιλβί Τεστίντ, Εμανουέλ Σενιέ, Ζεράρ Ντεπαρντιέ, Πασκάλ Γκρογκορί. 140 λεπτά.

Η τραγική ζωή της Εντίθ Πιάφ, ταινία που κερδίζει χάρη στα όμορφα τραγούδια του «σπουργιτιού» και στην εκπληκτική ερμηνεία της Μαριόν Κοτιγιάρ.

«Ποτέ δεν πίστεψα πως ο μεγάλος καλλιτέχνης είναι ο αυτοκαταστροφικός ή ο δυστυχής. Η Πιάφ είχε πολλές ευτυχισμένες στιγμές στη ζωή της, πέρα από τις τεράστιες δυσκολίες της», με αυτά τα λόγια ο σκηνοθέτης Ολιβιέ Ντάαν περιγράφει εμμέσως το πρίσμα μέσα από το οποίο είδε την Εντίθ Πιάφ στην ταινία του «Ζωή σαν τριαντάφυλλο»

Ο μεγαλύτερος θρύλος του γαλλικού τραγουδιού έγινε το επίκεντρο ενός μελοδράματος που εκτυλίσσεται αποσπασματικά, παρουσιάζοντας στιγμιότυπα μιας πολυτάραχης ζωής. Οι εικόνες του μοιάζουν με τα κομμάτια ενός παζλ και αντιστοιχούν στην πλασματική εικόνα ενός ανθρώπινου κορμιού, το οποίο καταρρέει καθώς ολοκληρώνεται το κινηματογραφικό πορτρέτο της Πιάφ. Ο Ντάαν σκηνοθετεί σαν χορογράφος πάνω σε μια αντίθεση καθοριστική για την κλιμάκωση των εσωτερικών εντάσεων της ταινίας: Κάθε φορά που το σώμα συρρικνώνεται, ραγίζει και καταρρέει, η φωνή (το πνεύμα) είναι σαν να απαλλάσσεται από ένα βάρος. Γίνεται πιο στιβαρή, πιο διαυγής και πιο ηχηρή. Ηχεί σαν ένας αντίλαλος που φτάνει μακριά από την καθημερινή κόλαση την οποία έζησε η Πιάφ στο μεγάλο μέρος της ζωής της. Η «Ζωή σαν τριαντάφυλλο» κυλάει με διαδοχικά φλάσμπακ, που διατρέχουν τη σύντομη ζωή της Πιάφ χωρίς όμως να σταματούν σε κάθε γεγονός το οποίο τη σημάδεψε (ο τρόπος που καλύπτεται η έντονη ερωτική ζωή της θα απογοητεύσει όλους όσοι αρέσκονται στο κουτσομπολιό).

Η αφήγηση ξεκινάει στις αρχές του ’50, με την Πιάφ τσακισμένη από τον θάνατο του αγαπημένου της Μαρσέλ Σερντάν και από τα χρόνια προβλήματα υγείας (η αρθρίτιδα σε συνδυασμό με την εξάρτηση από τη μορφίνη που έπαιρνε για να υποφέρει τους φρικτούς πόνους την έκαναν να μοιάζει με γριά, παρότι δεν είχε πλησιάσει τα σαράντα) και συνεχίζεται με τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια.

Ο Ντάαν απλώνει υποδειγματικά έναν καμβά αναμνήσεων σαν να ξεφυλλίζει μπρος-πίσω τις σελίδες ενός φωτογραφικού άλμπουμ της ηρωίδας του. Τη βλέπουμε σε τρυφερή ηλικία στο πορνείο της γιαγιάς της σε μια επαρχιακή πόλη όπου την εγκατέλειψε ο τσιρκολάνος πατέρας και λίγο μετά μαζί του στους δρόμους, να τον βοηθά με το ζόρι στις παραστάσεις του. Στη συνέχεια, που αφορά και το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, παρακολουθούμε τη γέννηση μιας μοναδικής τραγουδίστριας στα καμπαρέ, όπου την έμπασε ο Λουί Λεπλέ, και την απογείωσή της στα όρια της αποθέωσής της.

«Ζωή σαν τριαντάφυλλο»

Γυναίκα σαν σπουργίτι Φωνή σαν άγγελος Καλλιτέχνης σαν διαμάντι (με δάκρυα πολλά)

Ο θρίαμβος του μελοδράματος

Πανδαιμόνιο συγκινήσεων, ωκεανός δακρύων. La vie un rose, La Μome, το σπουργιτάκι Εντίτ Πιάφ, Ζωή σαν τριαντάφυλλο. Όπως θέλετε πέστε το. Ορκίστηκα να μην το ξαναδώ αλλά για να το τσεκάρω παραβίασα τον όρκο μου και για δεύτερη φορά βγήκα κολυμπώντας μέσα σε ζουμιά. Ένα από τα μεγαλύτερα μελοδράματα όλων των εποχών!

Πώς γίνεται ένας τόσο νέος κινηματογραφιστής όπως ο Ολιβιέ Νταάν και μάλιστα εικονογράφος αστυνομικών περιπετειών τύπου «Πορφυρών ποταμιών» να βρίσκεται μέσα στην καρδιά του μελοδράματος τόσο γερασμένων εποχών; Απλούστατα. Η μυθολογία αγαπητοί μου. Η μυθολογία. Ακόμα και ο Ζακ Σνάιντερ του βιντεογκέιμ των «300» με χάρτινη- έστω- συγκίνηση κηδεύει τον Λεωνίδα. Το γεγονός είναι ένα και μοναδικό. Η Εντίτ Τζιοβάνα Γκασιόν με το ψευδώνυμο Πιάφ (που στη διάλεκτο της «φυλής» της πα να πει «σπουργιτάκι») είναι ο πλήρης ορισμός της απόλυτης μυθολογίας της γαλλικής ποπ κουλτούρας. Κάθε στιγμή των σαράντα επτά χρόνων που πέρασε από τον πλανήτη Γη ήταν στολισμένη με μια μικρή και μεγάλη τραγωδία. Όλες οι υπερβολές με τις οποίες οι πένες της δημοσιογραφίας διακοσμούν τους θρύλους δημοφιλών ονομάτων από κάθε μεριά της Γης και από κάθε μορφή τέχνης, ήταν μέρος της αληθινής καθημερινότητας αυτού του μικροσκοπικού πλάσματος που γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα σε ανθρώπινα σκουπίδια. Και μόνο η αναφορά μπορεί να προκαλέσει συμφορά.

Πόρνη του φτηνού πεζοδρομίου η μάνα. Ματρόνα επαρχιακού πορνείου η γιαγιά από την πλευρά του πατέρα. Πόρνη η Τιντίν (Εναμουέλ Σενιέ), η μοναδική ύπαρξη που τη μεγαλώνει με ανιδιοτελή αγάπη αληθινής μητέρας. Η μικρή Εντίτ (αυτή η σωστή γαλλική προφορά) έχει πλήρως διχαστεί πριν κλείσει τα εννιά. Γι΄ αυτό- και μοιάζει συμβολικό- παραλίγο να τυφλωθεί από καλπάζουσα κερατίτιδα. Επειδή αρνείται να δει χαμηλά, τα αληθινά, διαρκώς κοιτάει ψηλά, στα φανταστικά. Με απλά λόγια, η ίδια χωρίς να το ξέρει, γράφει το μελόδραμα της Πιάφ.

Μελόδραμα όταν ο πατέρας της κάνει ακροβατικά και εκείνη μαζεύει πενταροδεκάρες για ένα πιάτο φαΐ. Το ίδιο μελοδραματικό- γιατί διαρκώς κάτι αόρατο, απειλητικό θα συμβεί- και το πεζοδρόμιο, με το τραγούδι, την πορνεία και τα λεφτά που δίνει σε κάποιο νταβά. Μελόδραμα και ο θάνατος του πρώτου, του μοναδικού, παιδιού της. Το ίδιο και η ανακάλυψή της από τον καμπαρετζή τον «Μπαμπά Λεπλέ» (Ζεράρ Ντεπαρντιέ). Όλα πάνω της, μέσα της, γύρω της βουτηγμένα στο ρομάντζο του λαϊκού μελοδράματος. Η μορφίνη, το αυτοκινητικό ατύχημα, η συντριβή του αεροσκάφους που μετέφερε τον Μαρσέλ, η κατάρρευσή της στη σκηνή του θεάτρου, οι κραυγές της. Τα πάντα. Το αποτέλεσμα είναι αποτυπωμένο πάνω της. Μόλις σαράντα πέντε και μοιάζει γριά πάνω από εκατό χρόνων. «Δεν μπορώ να γυρίσω πια». Εκμαγείο μάσκας αρχαίας τραγωδίας το πρόσωπό της. Πηγάδια τα μάτια της. Θάνατος η ανάσα της. Για τεΤετάρτη λευταία φορά εξαγνίζεται, λυτρώνεται βλέποντας εκεί ψηλά. Οι αρχάγγελοι έρχονται να τη σηκώσουν, να πετάξει πέρα μακριά!

Το μυστικό αυτού του ανελέητου μαστιγώματος των δακρυγόνων των θεατών, είναι ο διχασμός. Ο επίγειος Γολγοθάς την στέλνει στην ουτοπία του Θεού, της αγίας Τερέζας και της μεταθανάτιας λευκής, πάναγνης, φιλεύσπλαχνης ζωής. Αυτό το ασήμαντο, αόρατο, λιλιπούτειο ανθρωπάκι θωρακίζεται με επουράνια αυταπάτη. Αφού κόλαση η ζωή, τότε μοναδική ελπίδα ο παράδεισος των αγαθών. Η σκηνή, που ψελλίζει τραγουδιστά ότι ο Θεός θα έχει δίπλα του όλους όσοι αγαπούν αληθινά και φυσικά την ίδια με τον λατρευτό της παγκόσμιο πρωταθλητή πυγμαχίας Μαρσέλ Σερντάν, σου παίρνει ανάσα και σωθικά!

Έτσι από την πρώτη στιγμή που θα βλέπει το σκοτάδι των σκουπιδιών (ανθρώπινων και πραγματικών) θα είναι ψυχή τε και σώματι στραμμένη προς τον ουρανό. Έτσι κάθε αμαρτία της εξαγνίζεται διαρκώς. Έτσι κάθε τραγικό περιστατικό εκτοξεύεται και εξαφανίζεται στο επέκεινα, το πουθενά. Και έτσι- αυτό είναι το ανατριχιαστικό- η αθωότητα, η παιδική αφέλεια, η αγνότητα, όλα όσα σαρκάζουμε, χλευάζουμε και γελοιοποιούμε κυνικά και συστηματικά, μετατρέπονται διά μιας σε αληθινά συστατικά μιας αληθινής ύπαρξης που έζησε μέσα στον υπόνομο με αισθήματα τόσο ακατέργαστα και πρωταρχικά όπως συμβαίνει σε μικρά παιδιά. Τρομερό. Ο ζωντανός ορισμός του κινηματογραφικού μελοδράματος επιστρέφει θριαμβευτικά γιατί όλα όσα περιγράφονται εδώ είναι πέρα ώς πέρα αληθινά!

Ο Ολιβιέ Νταάν (Dahan), αντιμέτωπος με έναν θρύλο που είναι ικανός να μετατρέψει τις φιλοδοξίες κάθε σκηνοθέτη σε στάχτες και αποκαΐδια, εξήλθε νικητής και στα τρία πεδία. Το πρώτο, ο μύθος. Αδιαφόρησε για τη χρονική σειρά, πέταξε στα σκουπίδια μπόλικα κεφάλαια και πλείστα ονόματα- μεταξύ αυτών και του δικού μας Τεό Σαγκαπό, τελευταίου συζύγου του «σπουργιτιού» - και κράτησε μόνο τα κορυφαία, ακόμα και τα μικροσκοπικά, αρκεί να βάζουν κι αυτά μια μικρή πινελιά σ΄ αυτή την κορυφαία μελοδραματική ζωγραφιά. Το δεύτερο, η μουσική με την αυθεντική φωνή της Εντίτ Πιάφ. Η αναπαραγωγή κάθε τραγουδιού, κάθε μελαγχολικής νότας υπακούει στην δραματουργία και οργανικά είναι κολλημένη στο πετσί της ταινίας. Δηλαδή δεν είναι μουσική ταινία, αλλά μια τραγωδία με ηρωίδα τη μεγαλύτερη φωνάρα από συστάσεως γαλλικού τραγουδιού. Το τρίτο, το καλύτερο, το σπουδαιότερο είναι σκέτος θρίαμβος της υποκριτικής τέχνης. Η μικροσκοπική Γαλλίδα Μαριόν Κοτιγιάρ παίζει με όλα τα «εργαλεία». Μάτια, βλέμματα, πλάτες, μαλλιά, ώμοι, χείλη, τα πάντα βγαλμένα από τις στάχτες της Πιάφ και τοποθετημένα πάνω σ΄ αυτό το πλάσμα, θριαμβεύτρια του πρώτου βραβείου καλύτερης ερμηνείας της καρδιάς μου.

Για να τελειώνω και να συγκρίνω. Μπροστά σ΄ αυτή την τραγωδία όλες οι ιστορίες των θρύλων του ροκ, από τον Τζίμι Χέντριξ μέχρι τον Τζιμ Μόρισον και τον Σιντ Βίσιους μοιάζουν με ανέκδοτα για μικρά παιδιά. Και μπροστά σ΄ αυτή την ερμηνεία της Μαριόν Κοτιγιάρ η ταυτοπροσωπία της Έλεν Μίρεν με την Ελισάβετ φαντάζει απλώς μάσκα από καρναβάλι των Πατρών!

ΖΩΗ ΣΑΝ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

ΜΙΑ ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΝΟΤΑ

Για ένα θρύλο όλων των εποχών, όχι μόνο του θεάματος, για την απόλυτη ντίβα, την Έντιθ Πιάφ, μας μιλά η ταινία «Ζωή σαν τριαντάφυλλο». Με μελοδραματικό τρόπο μας διηγείται τη ζωή της και δεν αποφεύγει να φτάσει σε στιγμές έντονης συγκίνησης.

Η Έντιτ Τζοβάνα Γκασιόν, όπως ήταν το αληθινό όνομά της, γεννήθηκε στο βούρκο όπου τα λουλούδια ακαριαία πέθαναν εκτός και αν είναι ποτισμένα με ευαισθησία και θέληση να ζήσουν κάτι διαφορετικό. Στην περίπτωσή μας έχουμε έναν πατέρα που δουλεύει σαν ακροβάτης, μια μάνα που κάνει φτηνό πεζοδρόμιο, τη γιαγιά που διαχειρίζεται ένα επαρχιακό πορνείο και τη μικρή Έντιτ που προσπαθεί να αναπνεύσει σε αυτό τον κόσμο. Δεν τα καταφέρνει πάντα τόσο καλά. Η γιαγιά της είναι αυτή που θα τη μεγαλώσει σα να ήταν μάνα της. Με στοργή και αγάπη.

Η μικρή Έντιτ θα μαζεύει ελάχιστα χρήματα όταν ο πατέρας της θα κάνει ακροβατικά για να μπορέσει να έχει ένα πιάτο φαΐ. Δε θα μπορέσει να ξεφύγει από αυτή τη ζωή και, μεγάλη πλέον, η ομορφιά της τυφλώνει τους άντρες, η Έντιθ θα γίνει πόρνη, θα κάνει πεζοδρόμιο, αλλά θα τραγουδήσει ώσπου να την ανακαλύψει ο Μπαμπά Λεπλέ, ένας καμπαρετζής που θα της δώσει την ευκαιρία να κάνει κάτι διαφορετικό στη ζωή της. Μετά το καμπαρέ έρχεται το θέατρο και η ζωή της με την καλλιτεχνική της καριέρα θα ταυτιστούν. Καταχρήσεις, ποτό και έρωτας, στη μεγαλύτερη δυνατή δόση η σαρανταπεντάχρονη Έντιθ μοιάζει σα μια γριά. Ο θάνατος του εραστή της, του Μαρσέλ, θα σημάνει και την αρχή του τέλους της.

Η ταινία με πολύ όμορφο τρόπο μας μιλά για μια ντίβα, για μια γυναίκα που ξύπνησε τον ερωτισμό πολλών αντρών στην εποχή της. Καταφέρνει και μας περνά την πεμπτουσία του χαρακτήρα της Πιάφ, την αμφισημία της ύπαρξής της. Το εύθραυστο πλάσμα, το σπουργιτάκι, όπως μεταφράζεται στη γλώσσα της το Πιάφ, αλλά και ο δυνατός χαρακτήρας που ξέρει να επιβιώνει στα δύσκολα. Δύο ήταν τα σημεία από τα οποία η Πιάφ κρατιόταν γερά. Ο έρωτας και η φαντασία.

Η φαντασία της έδινε δύναμη να ζήσει, πιθανόν να μυθοποιήσει την ίδια τη ζωή της, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι ζούσε σε ένα όνειρο. Ο ρομαντισμός, λοιπόν, ήταν στη μεγαλύτερη δόση του στην πολύ δυνατή και πολύ αδύναμη, συγχρόνως, γυναίκα. Χωρίς την ψευδαίσθηση δεν μπορούσε να ζήσει ούτε να λειτουργήσει καλλιτεχνικά. Αυτή την ψευδαίσθηση εναγωνίως την ψάχνει στις ουσίες, για να φύγει από έναν κόσμο που ποτέ δεν την αγάπησε πραγματικά. Αυτή αγαπούσε και εξαρτιόταν από τη φαντασίωση της αγάπης του άλλου. Ο έρωτας για την Πιάφ ήταν το οξυγόνο της. Ουσιαστικά, η επιβεβαίωση ότι ζει, ότι υπάρχει. Έκανε τα πάντα για να έχει αυτό το αίσθημα μέσα της. Όταν αυτός ο έρωτας πέθανε, τότε η «δυνατή» Πιάφ κατάρρευσε.

Όλα αυτά μέσα από την ταινία μπορεί κανείς να τα ζήσει σα να είναι δίπλα στην Πιάφ, μέσα στην εποχή της. Με πολύ απλό τρόπο μας βάζει μέσα στο κλίμα, εδώ βοηθά το μοντάζ που δίνει ένα ρυθμό αλλά και πλάθει τους χαρακτήρες, έτσι ώστε σα ζωντανοί να παρουσιαστούν σε εμάς. Πολύ καλός ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ και εξαιρετική η Μαριόν Κοτιγιάρ σε ένα ρόλο που της πηγαίνει αρκετά. Η ταινία αρθρώνει το λόγο της πολύ όμορφα, με γλαφυρό τρόπο ολοκληρώνει την αφήγηση της. Στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, όπου παρουσιάστηκε, έκανε αίσθηση. Δεν είναι όμως ένα έργο που απευθύνεται μόνο στους κινηματογραφόφιλους κύκλους, αλλά μια μεγάλη ταινία, κυρίως για την ευαισθησία που μας μεταδίδει.

Back Home Up Next