Midnight in Paris. Ενας ρομαντικός, πετυχημένος Αμερικανός σεναριογράφος παραμερίζει την επιπόλαιη αρραβωνιαστικιά του και διεισδύει στο Παρίσι της δεκαετίας του '20, στο Παρίσι των σουρεαλιστών, των ζωγράφων, των μουσικών, αλλά και των Αμερικανών συγγραφέων. Ενα όμορφο, διανθισμένο με χιούμορ, γράμμα αγάπης στο Παρίσι από τον Γούντι Αλεν. Υμνος στο Παρίσι είναι η νέα, ρομαντική κωμωδία του Γούντι Αλεν. Ενας ύμνος στο Παρίσι της δεκαετίας του '20 και της Μπελ Επόκ. Η ιστορία αρχίζει στο σημερινό Παρίσι, με τον ρομαντικό Γκιλ (πολύ καλός στο ρόλο ο Οουεν Γουίλσον, που εδώ εκπροσωπεί το alter ego του Γούντι Αλεν), έναν Αμερικανό σεναριογράφο, που φιλοδοξεί να εκδώσει και μυθιστόρημα, να φτάνει μαζί με την αρραβωνιαστικιά του, Ινέζ (Ρέιτσελ ΜακΑνταμς), για ένα πολιτιστικό ταξίδι πριν από το γάμο τους. Ταξίδι προσφορά από τον πλούσιο επιχειρηματία πατέρα της Ινέζ, που τους συνοδεύει μαζί με τη γυναίκα του. Η Ινέζ προτιμά να περιφέρεται στη γαλλική πρωτεύουσα μαζί με μια φίλη της και να φλερτάρει τον Πολ (Μάικλ Σιν), έναν παλιό συμφοιτητή της και επιδειξία γνώσεων. Ο Γκιλ επιλέγει την αναζήτηση του ρομαντικού Παρισιού που πάντα ονειρευόταν να γνωρίσει. Η ευκαιρία τού δίνεται όταν τα μεσάνυχτα, με το χτύπημα μιας καμπάνας, ένα ρετρό αυτοκίνητο σταματά μπροστά του και οι επιβάτες του τον καλούν να πάει μαζί τους σ' ένα πάρτι. Το πάρτι γίνεται στο Παρίσι της δεκαετίας του '20, όπου ο Γκιλ γνωρίζει τον Σκοτ και τη Ζέλντα Φιτζέραλντ, τη Γερτρούδη Στάιν, τον Χέμινγουεϊ, τον Κόουλ Πόρτερ, τον Τ.Σ. Ελιοτ, τον Πικάσο, τον Νταλί, τον Μπουνιουέλ (με μια ευφυή αναφορά στην κατοπινή δημιουργία του «Εξολοθρευτή αγγέλου») ή και άλλους συγγραφείς και καλλιτέχνες της εποχής. Ο Γκιλ θα συνεχίσει, κάθε βράδυ, τα μεσάνυχτα, το ρομαντικό αυτό ταξίδι του στο παρελθόν. Θα γνωρίσει και άλλους καλλιτέχνες, μαζί και το κορίτσι των ονείρων του, την Αντριάνα (Μαριόν Κοτιγιάρ), μούσα και ερωμένη ζωγράφου, ενώ η Γερτρούδη Στάιν (Κάθι Μπέιτς) δέχεται να διαβάσει το χειρόγραφο του βιβλίου του. Με την Αντριάνα, που είναι ανικανοποίητη με τη δική της εποχή, θα κάνει μια πιο βαθιά βουτιά στο παρελθόν, στο Παρίσι της Μπελ Επόκ, όπου θα γνωρίσει τους καλλιτέχνες της τότε εποχής (Γκογκέν, Λοτρέκ, Ντεγκά κ.ά.). Στην 46η αυτή ταινία του, εκτός από τον όμορφο, απολαυστικό φόρο τιμής στους συγγραφείς και καλλιτέχνες που θαυμάζει, ο σκηνοθέτης του «Μανχάταν» χρησιμοποιεί την προτίμηση τόσο του Γκιλ όσο και της Αντριάνα να ζήσουν σε παλιότερες εποχές για να κάνει ένα σχόλιο πάνω στους ανθρώπους που, αντιμέτωποι με τα διάφορα προσωπικά και άλλα καθημερινά προβλήματα, στρέφονται στο παρελθόν, με την ελπίδα πως τότε η ζωή ήταν καλύτερη. Ολα δοσμένα μέσα από σκηνές στημένες με ξεχωριστή φροντίδα, αγάπη και χιούμορ, με μια φωτογραφία (του Ιρανού Ντάριους Χόντζι) που συλλαμβάνει όχι μόνο την ομορφιά του Παρισιού, αλλά και ό,τι αυτό εκπροσωπεί για τον σκηνοθέτη. Με ένα έξοχο καστ σε δεύτερους ρόλους, ανάμεσά τους και η Κάρλα Μπρούνι στον επεισοδιακό ρόλο μιας ξεναγού. Καταφύγιο στη νοσταλγία Οποιος διαφωνεί ότι αυτή η γριά, των 76 ετών, φαλακρή πινέζα που πάσχει από βαρηκοΐα, με το όνομα Γούντι Αλεν δεν συγκαταλέγεται μέσα στις πέντε, άντε δέκα, μεγαλοφυΐες του παγκόσμιου κινηματογράφου, τον καλώ σε μονομαχία Τρία τα επιχειρήματά μου: τα αριστουργήματά του, ο αυτοσαρκασμός του και η απαράμιλλη φαντασία του. Παράδειγμα; «Μεσάνυχτα στο Παρίσι» (Midnight in Paris). Με δυο λόγια: ο Ζιλ (Οουεν Ουίλσον), αμερικανός ξανθομάλλης και επίδοξος συγγραφέας καταφθάνει με τη μέλλουσα σύζυγό του Ινέζ (Ρέιτσελ Μακ Ανταμς) και τα υποψήφια πεθερικά του στη γαλλική πρωτεύουσα. Και συμβαίνει το εξής διχαστικό. Πεθερός, πεθερά και μέλλουσα σύζυγος εξαντλούν τον χρόνο τους στις βιτρίνες και το Shopping therapy. Παρέα με τον Πολ (Μάικλ Σιν), αμερικανό κριτικό που παριστάνει τον σπουδαίο μελετητή της γαλλικής κουλτούρας και που στην πραγματικότητα αποτελεί τον ζωντανό ορισμό τού «δήθεν». Ως εκ τούτου, η δήθεν κουλτουριάρα Ινέζ φλερτάρει και καταλήγει στην αγκαλιά του δήθεν γκουρού Πολ. Λογικό. Από την άλλη ο Ζιλ, απογοητευμένος και ονειροπόλος, ψάχνει το αυθεντικό κάθε μεσάνυχτα, μόνος και έρημος, «βλέπει» να καταφθάνει λιμουζίνα της δεκαετίας του '20 και να τον μεταφέρει στα σπλάχνα της αυθεντικής αμερικανο-ευρωπαϊκής αφρόκρεμας. Εσείς ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ; Δεν το πιστεύω... «Kid» του λέει ο Χέμινγουεϊ «η αληθινή αγάπη καταπολεμάει τον φόβο του θανάτου». Ετσι πέφτει και κουβεντιάζει με Πικάσο, Νταλί, Σκοτ Φιτζέραλντ, Τ.Σ. Ελιοτ, ακόμα και πιο πίσω, με Τουλούζ Λοτρέκ. Αποθέωση αυτής της νεκρολαγνείας, η συνάντησή του με τη Γερτρούδη Στάιν (1874-1946). Η θρυλική Αμερικανο-εβραία, ένθερμη οπαδός της καλλιτεχνικής και πνευματικής πρωτοπορίας, λάτρις του κυβισμού και γκουρού του Πικάσο, του Χέμινγουεϊ, του Εζρα Πάουντ, του Απολινέρ, ακόμα και του Σκοτ Φιτζέραλντ. Θα διαβάσετε το μυθιστόρημά μου; Τη ρωτάει. Θα το διαβασω. Ετσι από όνειρο σε όνειρο και νοσταλγός του παρελθόντος καταλήγει να ερωτευτεί την Αντριάνα (Μαριόν Κοτιγιάρ), μοντέλο του Πικάσο και ερωμένη του Μοντιλιάνι. Τουτέστιν, όσα δεν πιάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια! Το αποτέλεσμα πνευματώδες, ευφυέστατο και ανατρεπτικό. Ο τρόπος που ενσωματώνει το παρελθόν στο παρόν (και τούμπαλιν) μοναδικός. Η ταυτοποίηση των ηθοποιών του με τους ρόλους όλων αυτών των γιγάντων, σαρκαστικός και απομυθοποιητικός. Και το φιλοσοφικό επιμύθιο, υπόγειο και καταλυτικό. Η άρνηση του παρόντος και η ψευδαίσθηση του παρελθόντος. Ο Ζιλ αποφεύγει τη δική του πραγματικότητα και έτσι καταφεύγει στη νοσταλγία και τη νεκρολαγνεία. Ετσι την ώρα που αυτός φαντάζεται ότι φλερτάρει με την Αντριάνα και συνομιλεί με τον Χέμινγουεϊ, η γυναίκα του τού φοράει κέρατα παρέα με τον Πολ. Τι είναι το Παρίσι για τους Αμερικανούς; Το πρωί ψώνια, το βράδυ όνειρα. Οι Γάλλοι μάς πιάνουν κότσους δηλαδή. Γιατί το Παρίσι είναι το άσυλο της παγκόσμιας κουλτούρας. Ακόμα και της αμερικανικής. Ενώ η Αμερική ο τόπος του πουριτανισμού, της υποκρισίας και του πολιτιστικού αναλφαβητισμού... Απόδειξη; Οι ταινίες του Γούντι σκίζουν στην Ευρώπη, πατώνουν στις ΗΠΑ (πλην αυτής που κατά περίεργο τρόπο εκτοξεύτηκε στα ταμεία). Απόδειξη; «Μα πώς γίνεται» ρωτάει ο Ζιλ την Κάρλα Μπρούνι «ο Ροντέν να αγαπάει ταυτόχρονα δύο γυναίκες;». Γίνεται, απαντάει η Μπρούνι. It's the French Way! Με άλλα λόγια η κατάληξη μία: Don't look back my friend! |