Ρωσία/Καζακστάν, 2008. Σκηνοθεσία: Σεργκέι Μποντρόφ. Ηθοποιοί: Ταντανόμπου Ασάνο, Κούλα Τσούλουν, Αμάντου Μαμαντάκοφ. 126' Το Mongol αγαπάει τον ήρωα του - Τζένγκις Χαν- και αφηγείται την Οδύσσεια του με ιδιαίτερα συγκινητικό τρόπο. Δίνει ιδιαίτερο βάρος στις ανθρώπινες σχέσεις και στις εύθραυστες και καιροσκοπικές φιλίες. Είναι προικισμένο με συναίσθημα, που αντλείται από την ιδανική σύζευξη των δύο φύλων, στην καρδιά μάλιστα μιας απαγορευτικής εποχής. Και τέλος, δε χάνει ευκαιρία να ηθικολογεί ενάντια στο "κακό", που μοιάζει να συντροφεύει αναπόσπαστα τα έμφυτα ανθρώπινα ένστικτα.Δωδέκατος αιώνας μετά Χριστόν, κάπου στην έκταση που σήμερα ονομάζουμε Μογγολία: Στον κύκλο μιας φυλής νομάδων, η φρικτή δολοφονία του αρχηγού από έναν πολεμιστή μιας αντίπαλης φυλής αφήνει τον εννιάχρονο γιο του και διάδοχό του θύμα προδοσίας: ένας πολεμιστής της φυλής του παίρνει την εξουσία με τη βία και εξορίζει τον μικρό στην αφιλόξενη στέπα. Ο γιος επιβιώνει, παρά την καταδίωξη του προδότη, και γίνεται πολεμιστής. Θα επιστρέψει για να διεκδικήσει αυτά που του ανήκουν, αλλά και την καρδιά ενός κοριτσιού που πρόλαβε, παρά τη μικρή ηλικία του, να αγαπήσει. Ο άνθρωπος αυτός θα μείνει στην ιστορία ως Τζένγκις Χαν. Αυτά είναι τα πρώτα του γενναία βήματα στον κόσμο, που εξηγούν το πώς κατάφερε, στην πορεία να τον κατακτήσει. Υπόθεση: Στο 1172, ένα εννιάχρονο αγόρι με το όνομα Τεμουτζίν διασχίζει την παγωμένη, επίπεδη, αφιλόξενη στέπα μαζί με τον πατέρα του, Εσουγκέι, που είναι ο αρχηγός της φυλής, με άλλα λόγια, ένας Χαν. Συνοδεύονται από μερικούς ικανούς, γενναίους άντρες γιατί η αποστολή τους είναι ιδιαίτερης σημασίας. Οδηγούν τον μικρό Τεμουτζίν στην γη των Μερκίτ, για να τον κάνουν να διαλέξει μια σύζυγο από τα μικρά ακόμα κορίτσια της φυλής. Αυτός είναι και ο μόνος δρόμος για τη συμφιλίωση των δύο φυλών, που βρέθηκαν σε αντιπαλότητα από τότε που ο Εσουγκεί έκλεψε τη γυναίκα ενός στρατηγού για να την κάνει σύντροφό του -και στην πορεία και μητέρα των παιδιών του. Η τύχη όμως τα φέρνει αλλιώς. Καθώς περνούν το βράδυ σε ένα φιλικό καταυλισμό, ο μικρός γνωρίζει την Μπόρτε, ένα δεκάχρονο κορίτσι που θα σημαδέψει την υπόλοιπη ζωή του. Έχει ήδη αποφασίσει για τη μέλλουσα γυναίκα του. Όταν το κάνει γνωστό στον πατέρα του, αυτός χαίρεται για την αποφασιστικότητα του γιου του, αλλά δεν μπορεί να μην ανησυχεί πως αυτό θα εκτραχύνει τη σχέση μεταξύ των δύο φυλών. Και οι χειρότεροι φοβοι του επιβεβαιώνονται. Λίγο αργότερα θα δηλητηριαστεί θανάσιμα από έναν εχθρό του. Τα τελευταία του λόγια πριν ξεψυχησει αναθέτουν στον Τεμουτζίν, όπως το θέλει η παράδοση, την ηγεσία της φυλής. Αυτή όμως δεν είναι παρά η αρχή μιας σειράς δεινών για το μικρό αγόρι. Ο Ταργκουτάι, ένας άλλος πολεμιστής, αντιτίθεται στη βούληση του αποθανώντος αρχηγού του και παίρνει την εξουσία από τα χέρια του. Ο Τεμουτζίν θα βρεθεί εξόριστος, μακριά από την οικογένειά του προκειμένου να επιζήσει, και περιπλανιέται μόνος, χωρίς άλογο, στις αχανείς εκτάσεις, καθώς οι εποχές αλλάζουν. Ένα πρωινό θα βρεθεί στα όρια του θανάτου. Ένα αγόρι θα τον βρει αναίσθητο στο χιόνι. Γίνονται αδερφοποιτοί. Ο Ταργκουτάι θα τον εντοπίσει. Θα τον κυνηγήσει και θα τον φυλακίσει. Παρά τα εμπόδια, θα δραπετεύσει και θα φύγει μακριά. Ο Ταργκουτάι θα βρίσκεται πάντα στο κατόπι του. Θα έχει γίνει όμως ένας πολεμιστής. Έτοιμος να πάρει πίσω αυτό που στερήθηκε. Έτοιμος να αναζητήσει την αγαπημένη του Μπόρτε και να αναμετρηθεί με τους εχθρούς του. Έτοιμος να ενώσει όλες τις φυλές των νομάδων και να γίνει ηγέτης. Έτοιμος να μείνει στην ιστορία ως Τζένγκις Χαν... Η δήλωση του σκηνοθέτη: «Μεγάλωσα στην Κομμουνιστική Ρωσία, όπου μαθαίναμε για τα κατορθώματα του Τζένγκις Χαν τα πρώτα χρόνια στο σχολείο. Η Ρωσία ήταν μία από τις πολλές χώρες που κατάκτησαν οι Μογγόλοι, όταν ο εγγονός του Τζέννγκις, Μπατού, εισέβαλε με το στρατό του. Παρέμεινε υπό μογγολικό ζυγό για πάνω από 200 χρόνια. Γι΄αυτό και στα βιβλία ιστορίας, σκιαγραφόταν σαν ένα ανθρωπόμορφο τέρας. Ασφαλώς, τα βιβλία ήταν προϊόντα του καιρού τους, έτσι κι οι περιγραφές ήταν απαίσιες και απλοϊκές. Το 1990, έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο με τον τίτλο «Ο θρύλος του γαλάζιου βέλους» που μιλούσε για τη δυναστεία των Χαν και για τους Τούρκους. Συγγραφέας ήταν ο περίφημος Ρώσος ιστορικός Lev Gumilev, που πλησίασε διαφορετικά το πρόσωπο, σαν μια χαρισματική προσωπικότητα, κι αυτό ήταν που μου έδωσε κίνητρο να ψάξω κι άλλο γαι το πρόσωπο που γεννήθηκε το 1162 ως Τεμουτζίν. Σχεδίαζα αυτή τη βιογραφία από το 2000. Ανέκαθεν με ενδιέφερε να επικεντρωθώ σε μια διάσημη προσωπικότητα και να κάνω τη δική μου έρευνα, το δικό μου “σκάψιμο”. Το να παίρνω ένα κλισέ και να βρίσκω τι συνέβη στην πραγματική ζωή. Θέλω να ξέρω: Αν αυτός είναι ο φρικτός άντρας που κατηγορείται πως σκότωσε εκατομμύρια, τότε πώς συνέβη; Πώς έγινε ο Τζένγκις Χαν; Τα παιδικά του χρόνια είναι πραγματικά άγνωστα. Και για μένα, αυτά υπήρξαν η βάση για να αναπτυχθεί μια τόσο σπουδαία προσωπικότητα. Ξόδεψα αρκετά χρόνια στο να ψάχνω υλικό, γιατί δεν υπάρχει βιβλιογραφία της εποχής για τους Μογγόλους. Το μόνο γραπτό που έχει διασωθεί είναι το «Η μυστική ιστορία των Μογγόλων, που γράφτηκε το 1227 από άγνωστο συγγραφέα. Θεωρούνταν χαμένο για αιώνες, ώσπου ανακαλύφθηκε το 19ο αιώνα στη Ρωσία. Αυτό που θα δείτε, λοιπόν δεν είναι μια συνηθισμένη saga». Βιογραφικό του σκηνοθέτη: O Σεργκέι Μποντρόφ έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο το 1984. Γύρισε δεκατέσσερις ταινίεςς μέσα σε δέκα χρόνια, ώσπου το 1996 κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση με τη δραματική ταινία «Prisoner of the mountain» («Αιχμάλωτος του Καυκάσου» / Kavkazskiy plennik), που βασίστηκε σε ένα διήγημα του Λέων Τολστόι. Το φιλμ έκανε την πρεμιέρα του στις Κάνες, όπου και κέρδισε το Βραβείο Κοινού. Στην πορεία κέρδισε και πέντε βραβεία Νίκας, τα εθνικά κινηματογραφικά βραβεία της Ρωσίας, αλλά και υποψηφιότητες για ξενόγλωσσο όσκαρ και χρυσή σφαίρα καλύτερης ταινίας εκείνης της χρονιάς. Τελικά διακρίθηκε με τον τίτλο του καλύτερου σεναριογράφου στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά βραβεία. Οι πιο πρόσφατες δουλειές του είναι το ιστορικό έπος «Nomad», το ρομαντικό παραμύθι «Bear's kiss», το θρίλερ αγωνίας The «Quickie». Πέρα από τα σενάρια που έχει γράψει για δικές του ταινίες, έχει γράψει πάνω από είκοσι για σκηνοθέτες στη Ρωσία, στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Δίδαξε σκηνοθεσία στην Εθνική Κινηματογραφική σχολή της Μόσχας, το UCLA, το Πανεπιστήμιο της Νέας Ορλεάνης, κολέγιο του East Hampton και το πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στη Ρωσία, το Καζακστάν και τις ΗΠΑ. Διεθνή ΜΜΕ: «To “Mongol” είναι ένα έπος, τόσο εκθαμβωτικό οπτικά, που θα έκανε περήφανους τους David Lean και Kurosawa». (Emanouel Levy, Emanuel Levy.com) «Συναισθηματικά οικείο αλλά σε μεγάλη κλίμακα με το επικό κινηματογραφικό τοπίο να κυριαρχεί. Απλώς σπουδαίο». (Harry Knowles, Ain't it cool news) «To “Mongol” επιδιεκνύει έναν περίτεχνο συνδυασμό τοπίων που κόβουν την ανάσα, εκθαμβωτική σκηνοθεσία, λουτρά αίματος και την καταγραφή μιας μοναδικής παράδοσης». (Alissa Simon, Variety) «Κομψό, ψυχαγωγικό και πλούσιο σε καταπληκτικά κουστούμια και τοπία». (David Ansen, Newsweek) Tips: «Πέθανε, κι αυτό ήταν μεγάλη συμφορά, γιατί ήταν συνετός και σοφός». Αυτά σημείωσε ο Μάρκο Πόλο στα γραπτά του για το ταξίδι του στην έσχατη άκρη του κόσμου, για τον ηγέτη που συγκέντρωνε στο πρόσωπό του δύο , εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Την απόλυτη σκληρότητα και την αμέριστη δικαιοσύνη. Κάτι που προοικονομούσε άλλωστε και το ίδιο του το όνομα: Τεμουτζίν, στη γλώσσα των Μογγόλων, σημαίνει « σιδηρουργός». Ταιριαστό όνομα και για έναν άνθρωπο που κατάφερε να ενώσει πάνω από 100 χιλιάδες ικανούς πολεμιστές, από όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ασίας κάτω από μια ομπρέλα, ώστε να χτίσει τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία όλων των εποχών. Που κατόρθωσε να ενώσει σε ένα κράμα μια σειρά αντιθετικών στοιχείων. Δεν υπήρξε στράτευμα στην ιστορία της ανθρωπότητας που να σημείωσε τόσες νίκες. Δεν υπήρχε εχθρός στον οποίο να χαρίστηκε ο «Βασιλιάς Ωκεανός», όπως ξαναβαφτίστηκε ο Χαν. Η ισχύς του απλωνόταν από τη Σιβηρία ως την Ινδία, από τη Βαλκανική χερσόνησο ως τη σημερινή Κορέα, από τα Ουγγρικά οροπέδια ως το σημερινό Βιετνάμ. Δεν είναι όμως μόνο τα ποσοτικά μεγέθη που έμειναν στην ιστορία, αλλά η ποιότητα της διακυβέρνησής του. Κατάργησε τα βασανιστήρια, ενθάρρυνε τη θρησκευτική ελευθερία, επέβαλλε τη δημόσια παιδεία, εισήγαγε πολλές νέες τεχνολογίες, διάρθρωσε ένα δικό του σύστημα ελεύθερου εμπορίου. Αυτές οι ιδιαιτερότητες δεν θα μπορούσαν να αποτελούν απλώς προϊόν ενστίκτου. Είναι τα πρώτα χρόνια της ζωής του ηγέτη που έβαλαν τις βάσεις για το γιγαντιαίο αυτό οικοδόμημα. Για τον άνθρωπο που κατεκτησε πάνω από το μισό του τότε γνωστού κόσμου, η πατρίδα στην οποία θα μπορούσε να επιστρέφει, δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από το μακρινό παρελθόν του: Πατρίδα, για άλλη μια φορά, είναι η παιδική ηλικία. Και εκεί μπαίνει ο ρόλος μιας κινηματογραφικής βιογραφίας. Μακριά από κάθε διάθεση αγιοποίησης, να αποτυπώσει μια ανθρώπινη διάσταση πέρα και πάνω από το χρόνο και το χώρο. Στην περίπτωση του «Τζένγκις Χαν» του Σεργκέι Μποντρώφ, ο σκηνοθέτης διαισθάνεται πως δεν μπορεί να περιγράψει το μέγεθος της επιρροής του ηγέτη, αν δεν περιγράψει το ψυχικό του μεγαλείο και τις συγκυρίες στις οποίες είχε την ευκαιρία να το ξεδιπλώσει. Αυτό το, κατά τ' άλλα άυλο πεδίο, στην κινηματογραφική του εκδοχή μετατρέπεται σε ένα πεδίο απελευθέρωσης των αισθήσεων. Για το βλέμμα, που τέρπεται περισσότερο, η ένωση του ανθρώπου με το τοπίο της στέπας, είναι η απόλυτη ένωση του εφήμερου με το αιώνιο. Κάθε πλάνο πατάει στο ιστορικό παρόν και αναπνέει το μέλλον. Ακολουθώντας τη δομή ενός παραμυθιού, που αντλεί μαγεία από τα καθημερινά υλικά, ο σκηνοθέτης αφηγείται ένα έπος διαφορετικό, που εμπνέει δέος, αλλά μαζί και οικειότητα. Η βραχύβια αλλά έντονη σχέση του με τον πατέρα του, ο βαθύς του έρωτας για την πρώτη γυναίκα του (παρά ο γεγονός πως, όπως κάθε ηγέτης της εποχής, αριθμούσε δεκάδες συζύγους), η βαθιά του πίστη στην παράδοση και σε μια αίσθηση δικαιοσύνης που να ορίζει τις ζωές των ανθρώπων, αποδίδονται με λιτότητα και ένταση. Ο Μποντρώφ τελικά επιμένει σε μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση της ιστορίας, αλλά και του κινηματογραφικού μέσου. Και χτίζει μια φιγούρα που είναι επιτέλους, στη κυριολεξία της, «larger than life». Βραβεία / Υποψηφιότητες: Βραβείο δεύτερου ανδρικού ρόλου για τον Honglei Sun στα Asian Film Awards. 6 Βραβεία ( καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, διεύθυνσης φωτογραφίας, καλλιτεχνικής διεύθυνσης, φωτογραφίας, ήχου,) στα βραβεία Nika (Nika awards, εθνικά κινηματογραφικά βραβεία στη Ρωσία) Καλύτερη ξενόγλωσση ταινία από την Ένωση κριτικών Las Vengas Yποψηφιότητα του Καζακστάν για όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας για το 2008. |