Brick. ΗΠΑ, 2006. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ράιαν Τζόνσον. Ηθοποιοί: Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ, Λούκας Χάας, Νόρα Ζέχετνερ, Ματ Ο'Λίρι. 110 λεπτά. Ενας νεαρός μαθητής μετατρέπεται σε ντετέκτιβ για να εξιχνιάσει τη δολοφονία μιας πρώην φιλενάδας του σ' ένα αρκετά συναρπαστικό νεο-νουάρ που γύρισε ο πρωτοεμφανιζόμενος Ράιαν Τζόνσον. Να, επιτέλους, κι ένα εξαιρετικά σκηνοθετικό ντεμπούτο και μάλιστα με μια περιπέτεια στην ατμόσφαιρα των φιλμ νουάρ. Σκηνοθέτης, ο Ράιαν Τζόνσον και ο τίτλος της ταινίας, «Εγκλημα στο κολέγιο». Από τις ευχάριστες εκπλήξεις της φετινής σεζόν, που δίκαια εντυπωσίασε στο Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου του Σάντανς. Τη φορά αυτή βρισκόμαστε σ' ένα κολέγιο και τον ρόλο του ιδιωτικού ντετέκτιβ αναλαμβάνει ένας μαθητής, όταν η πρώην φιλενάδα του, που έχει εξαφανιστεί, του τηλεφωνεί και του ζητεί τη βοήθειά του. Στην προσπάθειά του να διαλευκάνει το μυστήριο και στη συνέχεια τον φόνο του κοριτσιού, ο νεαρός Μπρένταν (με τον Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ να δίνει έναν πολύ πειστικό ντετέκτιβ, που δεν απέχει και πολύ από τους σκληρούς ντεκτέκτιβ των μυθιστορημάτων του Ρέιμοντ Τσάντλερ) θα έρθει αντιμέτωπος με μπράβους, δολοφόνους, μοιραίες γυναίκες και εμπόρους ναρκωτικών, επικεφαλής των οποίων βρίσκεται ο «Pin», ένας ημι-ανάπηρος νέος, με μανδύα και μπαστούνι, κάτι ανάμεσα σε νυχτερίδα και διάβολο. Ο Τζόνσον καταγράφει με δεξιοτεχνία τις σκηνές του, καθοδηγώντας με σιγουριά όλους τους ηθοποιούς του και αντλώντας την έμπνευσή του από σκηνοθέτες όπως οι αδερφοί Κοέν αλλά και ο Χιούστον του «Γερακιού της Μάλτας», για να δημιουργήσει την απειλητική, συναρπαστική ατμόσφαιρα της ταινίας του. Εμπνευσμένοι DJ της οθόνης! Το 'χω ξαναπεί και το επαναλαμβάνω: Με τις διασημότητες να είστε κουμπωμένοι μέχρι τ' αυτιά. Διότι το πραγματικό σημερινό φιλμ νουάρ είναι ένα τούβλο και καθόλου τα σαρκώδη χείλη της Σκάρλετ Γιόχανσον. Ένα τούβλο στα χέρια ενός εμπνευσμένου DJ του σινεμά αρκεί για να εξαφανιστεί η «Μαύρη Ντάλια» και ο Μπράιαν Ντε Πάλμα! Τον λένε Ράιαν Τζόνσον, είναι τριάντα τριών χρόνων, πρωτοεμφανιζόμενος με το «Brick» (δηλαδή τούβλο), πρώτη φορά ακούω το όνομά του και πρώτη φορά ύστερα από τόσα χρόνια απουσίας των αληθινών Κόεν (και ουχί των μεταλλαγμένων) βλέπω μια χαριτωμένη, σαρκαστική, έξυπνη και πειραγμένη αισθητική, μια άσκηση και μια σπουδή πάνω στην κλασική παράδοση του φιλμ νουάρ της δεκαετίας του σαράντα. Δηλαδή ο ευέλικτος αυτός Αμερικανός - της ανεξάρτητης σκηνής αλλά αυτό ως θεατή δεν μ' ενδιαφέρει καθόλου - ετοιμάζει την ίδια συνταγή με διαφορετική δοσολογία, με περισσότερο πιπέρι, προοριζόμενη προφανώς για τους νέους θεατές που δεν ξέρουν όχι μόνο τον «Μεγάλο ύπνο» αλλά που ενδεχομένως αν τους ρωτήσεις ποια είναι η Λορίν Μπακόλ μπορεί με ανοικτό το στόμα όλο απορία και αφασία να απαντήσουν με ένα απέραντο ερωτηματικό: Γαλλίδα επιχειρηματίας καλλυντικών; Να τα πάρω από την αρχή. Ο Τζόνσον με την παρέα του, κάτι παιδαρέλια μεταξύ είκοσι και τριάντα χρόνων, αλλά με μπόλικο ταλέντο και μυαλό, πρώτα καταβρόχθισαν με βουλιμία όλο το παρελθόν του φιλμ νουάρ, από Χάουαρντ Χοκς μέχρι και Ρομάν Πολάνσκι του «Τσάιναταουν», στη συνέχεια - κόβω τον σβέρκο μου γι' αυτό - έπεσαν με τα μούτρα στο μεταμοντέρνο θρίλερ του Ντέιβιντ Λιντς και των αδελφών Κόεν. Και αφού έκαναν κομματάκια και φιλετάκια το «Μπλε βελούδο», τον «Ύποπτο κόσμο» (Twin peaks) του γριφώδους μάγου και ενίοτε εντελώς ακατανόητου μάγου Ντέιβιντ Λιντς και αφού αφομοίωσαν οτιδήποτε επινόησε και δημιούργησε η ιδιοφυΐα του Τζόελ και του Ίθαν Κόεν, βάλθηκαν να τους «πειράζουν» με την ίδια έμπνευση που ο Αλέξης Καλοφωλιάς πείραξε την απίστευτη μελωδία του Μιχάλη Σουγιούλ και του Μίμη Τραϊφόρου «Ας ερχόσουν για λίγο» (παρεμπιπτόντως σάς συνιστώ να προμηθευτείτε το soundtrack τού «Σώσε με» που περιλαμβάνει αυτό το εμπνευσμένο πείραγμα). Δηλαδή, ο Τζόνσον λειτούργησε όπως ας πούμε αίλουρος DJ Shadow, από το «Entroducing» (με Ε, έτσι ακριβώς) ώς το τελευταίο του «The outsider» (αμφότερα τα CDάκια τα συνιστώ χωρίς κανέναν δισταγμό). Με απλά λόγια ο Τζόνσον και τα φιλαράκια του μοιάζουν με DJs του σινεμά. Ακούνε εικόνες, βλέπουν ήχους. Ανάποδη, σουρεαλιστική, παράλογη η εποχή, ανάποδοι και οι νέοι δημιουργοί. Έτσι, αν και Αμερικανοί, ακολούθησαν την ίδια γαλλική γραμμή με τα «Κινηματογραφικά τετράδια» του Γκοντάρ, του Τριφό και του Σαμπρόλ. Ακούγεται εξωφρενικό, αλλά να ξέρετε οι συχνότητες μπλέκονται στον ελεύθερο, καταγάλανο ουρανό. Τι εννοώ; Ότι δεν είναι μόνο και τόσο το περιεχόμενο, όσο είναι η φόρμα. Που πα να πει το εξής: Αν αλλάξουμε τη σειρά των πραγμάτων (σκηνών, μυθοπλασίας, ίντριγκας αλλά ακόμα και τις ηλικίες των πρωταγωνιστών), τότε το παλιό μεταπλάθεται σε σύγχρονο γεγονός, σε κάτι άλλο από το παραδοσιακό. Όπερ και εγένετο. Όχι φως αλλά μια μικρή σπίθα στο απέραντο σκοτάδι του χάμπουργκερ cinema και του ποπ κορν! Με δυο λόγια: Πιτσιρικάς αμερικανικού κολεγίου (Τζόζεφ Γκόρντον Λέβιτ) ψάχνει να βρει τη Λόρα του. Εξαφανισμένο το κορίτσι του από προσώπου γης. Επειδή μέχρι λιποθυμίας την αγαπάει και χωρίς αυτήν δεν μπορεί να κάνει, αρχίζει να σκαλίζει και σαν ποντίκι να τρυπάει τον ύποπτο κόσμο πέριξ του σχολείου. Αν και αδύνατος και απροστάτευτος, Χριστό δεν καταλαβαίνει. Ούτε οι γροθιές μιας γιγαντιαίας ντουλάπας ούτε και οι απειλές ενός μικρού αλλά αδίστακτου μαφιόζου (Λούκας Χάας) καταφέρνουν να τον απομακρύνουν από τον δικό του σκοπό. Με τη βοήθεια ενός μικροσκοπικού διοπτροφόρου Αϊνστάιν και με την πανουργία ενός Οδυσσέα ή ενός Γιοζίμπο του Κουροσάβα, αρχίζει να παίζει και τους εχθρούς του να κουρδίζει. Και καθώς ο ένας εχθρός τα βάζει με τον άλλον, εκείνος σαν αίλουρος γλιστράει και το πώς, το γιατί και το όνομα του δολοφόνου αναζητάει. Και όταν στην άκρη του τούνελ φτάνει, αρχίζει να καταλαβαίνει. Πως τίποτα δεν μετράει παρά μόνο ένα χαλασμένο «τούβλο» που σκοτώνει! Εγκλημα στο κολέγιο Ντετέκτιβ με t-shirt και τζιν Το «Brick», που αποδόθηκε στα ελληνικά ως «Εγκλημα στο κολέγιο», αναφέρεται σε ένα «τούβλο» καθαρής ηρωίνης που γίνεται η αφορμή για μια σειρά από φόνους, οι οποίοι διαταράσσουν τη γαλήνη μιας φαινομενικά ήσυχης κωμόπολης στα νότια του Λος Αντζελες. Καθώς κλιμακώνεται η δράση, το «τούβλο» παίρνει διαστάσεις παρόμοιες με αυτές του «χρυσού» γερακιού της Μάλτας στην ομότιτλη ταινία του Τζον Χιούστον που θεωρείται η απαρχή του φιλμ νουάρ. Το «Εγκλημα στο κολέγιο» ξαναφέρνει με αξιώσεις στην επικαιρότητα το νεονουάρ, λίγες εβδομάδες μετά την απογοητευτική «Μαύρη Ντάλια». Η ταινία διαθέτει φρεσκάδα και πρωτοτυπία χάριν της σκηνοθεσίας του 33χρονου Ράιαν Τζόνσον, ο οποίος ξεκινά δυναμικά την καριέρα του απαλλάσσοντας από κάθε ίχνος νοσταλγίας και επιτηδευμένης κινηματογραφοφιλίας μια αυθεντική ιστορία που θα μπορούσε να έχει βγει από τις σελίδες του Ντάσιελ Χάμετ, ή του Ρέιμοντ Τσάντλερ. «Εγραψα το σενάριο εφτά χρόνια πριν από την περίοδο έξαρσης των ταινιών με δράση στα σχολεία. Ο λόγος που διαδραματίζεται γύρω από ένα σχολείο είναι γιατί ήθελα να ξεφύγω από την εικόνα των ανθρώπων με καπέλα και από αυτό που πιστεύουμε για τους ντετέκτιβ», λέει για την ταινία του. Πράγματι, οι νεαροί ήρωές του φορούν t-shirt και τζιν, μιλούν με την αργκό του Σπέιντ και του Μάρλοου και μπλέκουν σε επικίνδυνες περιπέτειες στον υποκόσμο. Ενας μαθητής Λυκείου, ο Μπρένταν, ανακαλύπτει το πτώμα της εξαφανισμένης φιλενάδας του σε ένα χαντάκι και αποφασίζει να χρίσει τον εαυτό του ντετέκτιβ. Στη συνέχεια, προσπαθεί να βάλει σε μια λογική σειρά με τη βοήθεια ενός φίλου του, του διοπτροφόρου και διόλου σπασίκλα Μπρέιν, ό, τι στοιχείο έχει στα χέρια του θέολοντας να διαλευκάνει το μυστήριο. Σε λίγο θα βρεθεί μπλεγμένος σε ένα σκοτεινό λαβύρινθο ανάμεσα σε νεαρούς αδίστακτους γκάνγκστερ που ελέγχουν το εμπόριο των ναρκωτικών. Η ανθρωπογεωγραφία, αυτού του σύγχρονου και νεανικού νουάρ, συμπληρώνεται από μια αινιγματική κοπέλα: τη Λόρα που παραπέμπει στις φαμ φατάλ από το παρελθόν. |