Back Up Next
Κλίματα αγάπης

Iklimler. Τουρκία, 2006. Σκηνοθεσία-σενάριο: Νούρι Μπίλγκε Σεϊλάν. Ηθοποιοί: Εμπρου Σεϊλάν, Νούρι Μπίλγκε Σεϊλάν, Ναζάν Κιριλμίς, Μεχμέτ Εριλιμάζ. 98' λεπτά.

Η κρίση στις σχέσεις ενός ζευγαριού δοσμένες με ειλικρίνεια, λεπτότητα και μια προσέγγιση που θυμίζει τις ταινίες του Αντονιόνι. Πολύ καλές οι ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών.

Η ταινία του Νουρί Μπίλγκε Σεϊλάν (γνωστού μας από τις ταινίες «Uzak» και «Σύννεφα του Μάη») κινείται σ' ένα κλίμα καθαρά «αντονιονικό». Μια γυναίκα, στα πρόθυρα κρίσης, αποφασίζει να εγκαταλείψει τον εραστή της. Εκείνος θα στραφεί σε μια πρώην ερωμένη του, αν και δεν μπορεί να βγάλει από το μυαλό του τη γυναίκα, που θα την ακολουθήσει στην Ανατολική Τουρκία, ελπίζοντας να την πείσει να επιστρέψει κοντά του.

Ο Σεϊλάν εστιάζει την προσοχή του στα βλέμματα, τις κινήσεις και γενικά στη συμπεριφορά των προσώπων του. Με την κάμερα να επιμένει σε λεπτομέρειες, στα μάτια, τα χέρια, την έκφραση του προσώπου, αλλά και σε διάφορα αντικείμενα, για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα του αδιεξόδου και της αποξένωσης, στα οποία οδηγεί η κρίση στις σχέσεις του ζευγαριού, φέρνοντας στο νου το έργο του Αντονιόνι. Οπως και στον Αντονιόνι, ο χώρος παίζει σημαντικό ρόλο στην καταγραφή της ψυχολογίας των προσώπων: μια επίσκεψη σε αρχαιολογικό χώρο (ο άντρας είναι καθηγητής Τέχνης), με τα δύο πρόσωπα να κινούνται μέσα στα χαλάσματα και τις κολόνες ενός αρχαίου (νεκρού) ελληνικού πολιτισμού, ο άντρας που βγάζει την καταπιεσμένη του οργή στην πρώην ερωμένη του μέσα από μια βίαιη ερωτική σκηνή, η επίσκεψη του άντρα σε μια βροχερή, χιονισμένη Ανατολία, όπου κυριαρχεί η απομόνωση και η εγκατάλειψη και που τονίζει την ψυχική του κατάσταση. Σίγουρα, μερικές σκηνές θα μπορούσαν να είναι πιο σύντομες, γενικά όμως η ταινία, παρά τον ηθελημένα αργό ρυθμό της, καταφέρνει να σε παρασύρει στην ατμόσφαιρά της. Σ' αυτό συμβάλλουν και οι ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών, του ίδιου του Σεϊλάν στο ρόλο του άντρα και της γυναίκας του σκηνοθέτη, Εμπρου Σεϊλάν, στο ρόλο της γυναίκας. Αξίζει να σημειώσω πως τους ρόλους των γονιών του ήρωα, στη μοναδική δοσμένη με κάποιο χιούμορ σκηνή της ταινίας, ερμηνεύουν οι ίδιοι οι γονείς του σκηνοθέτη.

 

Η Τουρκία σβήνει ΗΠΑ, Αγγλία!

Μην απορείτε. Ο Τούρκος - όπως το ακούτε παρακαλώ - κατατροπώνει δύο μεγάλες υπογραφές της αγγλοαμερικανικής αυτοκρατορίας. Έτσι ακριβώς. Αυτό και το θετικό από την παγκοσμιοποίηση του σινεμά. Ο Αντονιόνι και ο Μπρεσόν νεκραναστήθηκαν από Νουρί Μπίλγκε Τσεϊλάν!

 

Το έλεγα, το φώναζα, το έδειχνα, σας έσπρωχνα από το «Uzak» (μακριά). Φωνή βοώντος. Πώς συμβαίνει αυτό; Μα επειδή - να το πάω λίγο πιο μακριά - η Τουρκία είναι ο ορισμός των θεαματικών αντιθέσεων και των χασματικών αντιφάσεων. Ξεχάσατε τον Γιλμάζ Γκιουνέι, το «Κοπάδι», τον «Δρόμο», την γνήσια, απόλυτη λαϊκή ματιά;

Να μην τα πολυλογώ. Με τον Τσεϊλάν και με το «Iklimler» («Κλίματα αγάπης») η Τουρκία μας στέλνει αδιάβαστους. Και το εξηγώ για να μην παρεξηγηθώ από την καχυποψία ασπόνδυλων πατριωτών. Ο Τσεϊλάν δουλεύει, δηλαδή λειτουργεί, μιλάει, εξηγεί, αναπτύσσει, επεξεργάζεται και αφηγείται με την εικόνα. Μεγάλη ιστορία αυτή. Διότι επί των ημερών μας εννιά στους δέκα κάνουν «περίπου» ταινίες. Τα καλώδια εξαφανίζονται, οι δορυφόροι ίπτανται, οι ψηφιακές μηχανές αναπτύσσονται. Όμως επί της ουσίας η εικόνα εξακολουθεί να είναι αιχμάλωτη μιας αγκυλωμένης διαδικασίας. Μπροστά η τεχνολογία, πίσω, πολύ πίσω η εικονογραφία!

Δηλαδή, από τη μια αφηγείται μια καθημερινή ιστορία αισθηματικής τρικυμίας. Από την άλλη, η αφήγησή του είναι «κουμπωμένη» με τους πρωταρχικούς κώδικες του σινεμά. Κάθε πλάνο έχει τη σημασία του. Κάθε κίνηση του φακού την αναγκαστική λειτουργία του. Κάθε φόντο τον ρόλο του. Κάθε εναλλαγή την ουσία της. Η σχέση του ενός με το άλλο «σημείο» - του ενός με το δεύτερο πρόσωπο ή του πρωταγωνιστή με τον περιβάλλοντα χώρο - αποκωδικοποιεί αισθήματα, συγκρούσεις, χαρακτήρες, εσωτερικές διεργασίες. Τα πάντα, όπως με την Ποίηση, ορατά. Αρκεί κανείς να προσέλθει με βλέμμα αποκαθαρμένο από το αγοραίο σινεμά. Είσαι ελεύθερος θεατής; Απόδειξη!

Για να καταλάβετε και για να επιστρέψετε στους δημιουργικούς κώδικες της εικόνας, προσέξτε μία από τις αρχικές στιγμές του ζεύγους, δηλαδή του ίδιου του σκηνοθέτη Νουρί Μπίλγκε και της γυναίκας του Εμπρού Τσεϊλάν. Θεέ μου, τι καθαρότητα, τι βλέμμα, τι πρόσωπο. Η γεωγραφία του ήθους, της λαχτάρας, της αθωότητας. Όλα ζωγραφισμένα στα μάτια, τα μάγουλα, τα χείλη της. Αν συγκρίνετε αυτό τον αρχάγγελο με τις αλλεπάλληλες στρώσεις πλαστικής ομορφιάς και γκλαμουριάς που φέρει κάθε - σχεδόν - εγχώρια σταρ, θα πάθετε πανικό από την παρακμή που έχει διαβρώσει κάθε έμψυχο και άψυχο ελληνικό «προϊόν». Τέλος πάντων. Πάμε στο ψητό.

Εκείνη κοιτάει από ψηλά. Εκείνος φωτογραφίζει αρχαία χαλάσματα. Εκείνη, έτσι ανεξήγητα φάτσα στον φακό, αρχίζει και σπαράζει από εσωτερικό λυγμό. Εκείνος - χαμηλά όπως τον βλέπει ο φακός - σκοντάφτει και σωριάζεται στην αρχαία σκουριά. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Εκείνη βλέπει με τα δικά της μάτια. Εκείνος φωτογραφίζει, αποτυπώνει νεκρή φύση. Εκείνη προαισθάνεται το τέλος της σχέσης. Εκείνος ατάραχος συνεχίζει. Εκείνη δακρύζει, δηλαδή συναισθηματικά, με το ένστικτο, προαναγγέλλει τη δική της μοναξιά. Εκείνος, πέφτει, όχι επειδή καταλαβαίνει αλλά επειδή δεν προσέχει. Εκείνη - αν και δεύτερη σε ρόλο - επειδή ζει, αναπνέει, αγαπάει, βρίσκεται ψηλά. Εκείνος, αν και πρωταγωνιστής, στα χαμηλά, επειδή όλα μέσα του είναι νεκρά. Εκείνη, απλώς μια εργαζόμενη σε τηλεοπτικό συνεργείο. Εκείνος καθηγητής σε πανεπιστήμιο. Μέσα σε κάτι λιγότερο από πέντε λεπτά, ο Τούρκος συνοψίζει τα πάντα με δύο τρία «υλικά». Αντί για μουσική, εσωτερικός λυγμός. Αντί για λόγια, εικόνες. Αντί για νατουραλισμός, γνήσιος ποιητικός ρεαλισμός!

Όλα αυτά ακούγονται εγκεφαλικά. Λάθος μου. Από την αρχή έπρεπε να επισημάνω τη σάρκα, τον ιδρώτα, τα αισθήματα, τις ποιητικές εικόνες, την ομορφιά. Ναι, αγαπητέ μου. Αυτή η ιστορία δεν έχει ανάγκη από μετάφραση και σημειολογία. Τα καταλαβαίνεις με την πρώτη ματιά. Όλα εκεί, πεντακάθαρα, απλά. ’ξονας του σύμπαντος ένας βολεμένος, πανεπιστημιακός, μαραμένος φαλλός. Λιποτάκτης και δειλός. Γι' αυτό πανικοβάλλεται με τα αισθήματα της κοπελιάς. Γι' αυτό εγκαταλείπει, γι' αυτό ψάχνει στα σοκάκια να την πέσει στο πρώτο θηλυκό. ’φιλος και κυνικός. Γι' αυτό ορμάει στη γυναίκα του φίλου του. Γι' αυτό η προδοσία είναι γι' αυτόν στιγμιαία σωτηρία. Ανασφαλής και καταστροφικός. Γι' αυτό επιστρέφει και με υποσχέσεις επιχειρεί να παγιδεύσει το θύμα του και να κοροϊδέψει τη μοναξιά του. Ανελέητος, επικίνδυνος, δολοφονικός. Η καρδιά, τα αισθήματα, τα όνειρα του ’λλου, κομπολόι της ανασφάλειάς του. Δεν βλέπει, απλώς φωτογραφίζει, Δεν αισθάνεται, απλώς πηδάει. Δεν περπατάει, απλώς έρπει, αρπάζει, μασουλάει, ροκανίζει και αδίστακτα κάθε ζωντανό αίσθημα το πνίγει. Είναι Τούρκος, Γερμανός, Ιταλός, Γάλλος, ’γγλος, Έλληνας, Αμερικανός. Φρούτο χθεσινό, σημερινό, αυριανό, διαχρονικό. Παντού κυκλοφορεί το κούφιο, εγγράμματο αρσενικό!

Είμαι βέβαιος. Θα το περιφρονήσετε. Εγώ υποχρεωμένος από τη συνείδησή μου ένα πράγμα συμβουλεύω. ’ντε να ευλογηθείτε από ένα μεγάλο, αληθινό κινηματογραφικό γεγονός!

Με δυο λόγια: Καλοκαίρι χωρίζει τη νεώτερη απ' αυτόν γυναίκα που τον αγαπάει. Φθινόπωρο χιμάει και με κτηνώδη τρόπο κάνει έρωτα στη γυναίκα του φίλου του. Χειμώνα, στο αδιέξοδό του, επιστρέφει στην κοπελιά του. Ο καιρός αλλάζει, αλλά μέσα του τίποτα δεν περνάει!

Κλίματα αγάπης

Καλοκαίρι, φθινόπωρο και ατέλειωτος χειμώνας

Από τον κύκλο των εποχών του χρόνου, που αποτελούν το αραχνοΰφαντο φόντο σε αυτή τη σύντομη και λιτή ερωτική ιστορία του Τούρκου σκηνοθέτη Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν, λείπει μόνο η άνοιξη. Σκόπιμα, για να τονιστεί ο οριστικός θάνατος μιας φθαρμένης ανθρώπινης σχέσης. Τα «Κλίματα» (ατυχώς αποδόθηκαν στα ελληνικά ως «Κλίματα αγάπης») είναι ένα ταξίδι από το δυνατό φως - τα ηλιόλουστα μικρασιατικά παράλια που παραπέμπουν στη σάρκα της σύγχρονης Τουρκίας, προς την γκρίζα και παγερή ψυχή της: τα βάθη της χιονισμένης Ανατολίας. Η ταινία είναι ένας αόρατος κύκλος που ανοίγει με την εκπνοή του καλοκαιριού στα ερείπια ενός αρχαίου ιωνικού ναού και κλείνει σε ένα έρημο χιονισμένο τοπίο με τους δύο πρωταγωνιστές της ανήμπορους να επικοινωνήσουν.

Πριν από τρία χρόνια, στο αριστουργηματικό «Μακριά», ο Τζεϊλάν σκιαγράφησε αλληγορικά τις αντιφάσεις της Τουρκίας μετρώντας την απόσταση ανάμεσα στο ευρωπαϊκό και το ανατολίτικο πρόσωπό της. Σήμερα, σκηνοθετεί μια προσωπική ταινία. Ενα υπαρξιακό δράμα αντονιονικών προδιαγραφών, με πρωταγωνιστές τον ίδιο και τη νεαρή γυναίκα του Εμπρού Τζεϊλάν. Το θέμα που πραγματεύεται στα «Κλίματα αγάπης» αφορά τη συναισθηματική αστάθεια ενός εγωιστή μεσήλικα που συνειδητοποιεί το μέγεθος του εσωτερικού του κενού. Η περιπέτεια του Ισα -ενός καθηγητή αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης- είναι εσωτερική και περιγράφεται με μια υποτυπώδη ως προς την πλοκή της ιστορία.

Η αφήγηση αναπτύσσεται σε τρεις δραματουργικές ενότητες. Στην πρώτη, ο Ισα ζητάει με μισόλογα από τη νεαρή συμβία του, την Μπαχάρ που εργάζεται ως τεχνικός στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, να απομακρυνθούν για ένα διάστημα ο ένας από τον άλλον. Λίγο μετά, ακολουθεί ένα μικροατύχημα (πέφτουν από το μηχανάκι τους στη στροφή ενός δρόμου εξαιτίας της θυμωμένης Μπαχάρ, σε μια σκηνή που ο Τζεϊλάν της δίνει διαστάσεις τελευταίου σκιρτήματος μιας ημιθανούς σχέσης) και οι σύντομες διακοπές τους σε ένα ερημικό θέρετρο στα μικρασιατικά παράλια τελειώνουν απότομα. Στη δεύτερη ενότητα, ο Ισα ακολουθεί μια παλιά ερωμένη του, την οποία μόλις συνάντησε τυχαία σε ένα βιβλιοπωλείο· χτυπάει το κουδούνι του σπιτιού της και κάνει βίαια σεξ μαζί της. Μετά τη σαρκική επαφή, η περιπέτεια του διανοούμενου Ισα μπαίνει στην τελική ευθεία: παρακινούμενος από τη ζήλια, η οποία υπάρχει σε λανθάνουσα μορφή στην ταινία, ταξιδεύει σε μια μακρινή επαρχία όπου βρίσκεται η Μπαχάρ μαζί με ένα τηλεοπτικό συνεργείο.

Το στυλ της σκηνοθεσίας του Τζεϊλάν είναι λιτό, αλλά δίνει αδρά χαρακτηριστικά σε ένα στιβαρό ψυχολογικό δράμα με ήρωα έναν ηττημένο διανοούμενο, ο οποίος στέκει σαν ζωντανό ερείπιο στο χιόνι.

Back Home Up Next