Back Up Next
Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι

The Wind That Shakes the Barley. Αγγλία - Γερμανία -Γαλλία, 2006. Σκηνοθεσία: Κεν Λόουτς. Σενάριο: Πολ Λάβερτι. Ηθοποιοί: Κίλιαν Μέρφι, Παντράικ Ντιλέινι, Λίαμ Κάνιγχαμ, Τζέραλντ Κίρνι, Ορλα Φιτζέραλντ. 127 λεπτά.

Συγκλονιστικό, σκηνοθετημένο με διαύγεια και ώριμη κριτική ματιά, πολιτικό δράμα, βραβευμένο με το Χρυσό Φοίνικα των Κανών, δοσμένο μέσα από τη σύγκρουση δύο αδερφών, μελών του IRA, που ξαφνικά βρίσκονται σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα, με φόντο την Ιρλανδία τη δεκαετία του '20, περίοδο της εξέγερσης ενάντια στη βρετανική κυριαρχία. Ενα αληθινό έργο τέχνης, ταυτόχρονα δυνατή πολιτική ταινία.

Η ταινία του Λόουτς, με τον όμορφο, ποιητικό τίτλο της (που αναφέρεται σε ποίημα του Ρόμπερτ Ντουάιερ Τζόις) είναι ένα συγκλονιστικό, δοσμένο με δύναμη και τρόπο συναρπαστικό, έργο, που για την Ιρλανδία και τα προβλήματά της κάνει εκείνο που έκανε η «Γη και ελευθερία» του Λόουτς για τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Η ιστορία αρχίζει στα 1920, όταν ο Νταμιέν (εξαιρετική ερμηνεία από τον γνωστό μας από το «Breakfast on Pluto», Κίλιαν Μέρφι), ένας αρχικά απολιτικός νέος, απόφοιτος της Ιατρικής, που ετομάζεται να πάει να εργαστεί σε νοσοκομείο στο Λονδίνο, σπρωγμένος από τις περιστάσεις, αποφασίζει να προσχωρήσει στον Ιρλανδικό Απελευθερωτικό Στρατό (IRA), όπου ήδη είναι ενταγμένος ο μεγαλύτερος αδερφός του. Μόνο που όταν, τελικά, οι Βρετανοί προσφέρουν στους επαναστάτες μια κουτσουρεμένη συνθήκη, τα δύο αδέρφια βρίσκονται σε διαφορετικά, αντιμαχόμενα στρατόπεδα.

Ο Λόουτς αφηγείται με ρεαλισμό και αντικειμενικότητα την ιστορία του, σε σκηνές που δείχνουν τη βία των βρετανικών στρατευμάτων, μαζί και μισθοφόρων, που βασάνιζαν και σκότωναν τους επαναστάτες και με την παραμικρή υποψία συμμετοχής στον αγώνα έκαιγαν σπίτια, διώχνοντας απ' αυτά τις οικογένειες - μέθοδο που, όπως γνωρίζουμε πολύ καλά, χρησιμοποιούσαν και στην Κύπρο στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, με τις σκηνές βασανιστηρίων να φέρνουν στο νου εκείνες στο Γκουαντάναμο. Αυτό δεν εμποδίζει τον Λόουτς από το να δείξει τη βία και από την πλευρά των επαναστατών - όπως στη σκηνή όπου ο Νταμιέν αναγκάζεται να εκτελέσει έναν παιδικό του φίλο που τους πρόδωσε. Το δεύτερο μέρος της ταινίας εκτυλίσσεται ένα χρόνο αργότερα, όταν ένα τμήμα των επαναστατών δέχεται τη βρετανική συνθήκη που προσφέρει στην Ιρλανδία (με εξαίρεση το βόρειο τμήμα της) περιορισμένη ελευθερία, στο πλαίσιο της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, με εξάρτηση από την ίδια τη Βρετανία. Σε αντίθεση με τον αδερφό του, ο Νταμιέν προσχωρεί σ' αυτούς που την απορρίπτουν, πιστεύοντας πως ο αγώνας τους δεν δικαιώθηκε, γεγονός που οδηγεί σε εμφύλιο πόλεμο.

Παράλληλα με την ένταση που προκαλεί η ρήξη ανάμεσα στα δύο αδέρφια, ο πολιτικά στρατευμένος Λόουτς, με τη βοήθεια του καλογραμμένου σεναρίου του Πολ Λάβερτι, υποβάλλει μέσα από διάφορες, κινηματογραφικά έξοχες σκηνές, τα ποικίλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επαναστάτες (όπως εκείνη με το λαϊκό δικαστήριο όπου η αληθινή δικαιοσύνη έρχεται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των επαναστατών), υποδεικνύοντας, με έξυπνα επεξεργασμένη δραματουργία, το ρόλο εκείνων που τελικά αναλαμβάνουν την εξουσία (των πλουσίων και των μεγαλοκτηματιών), ενώ οι πραγματικοί αγωνιστές (βασικά φτωχοί αγρότες και εργάτες) αδικούνται και να παραμένουν στο περθώριο. Τονίζοντας ταυτόχρονα τα λάθη που οδήγησαν σε μια συνθήκη, τα αποτελέσματα της οποίας έχουν αντίκτυπο και στις μέρες μας. Μια επίμαχη, πολιτικά δυνατή, μαζί και συγκινητική και ανθρώπινη ταινία, που είναι πάνω απ' όλα ένα σημαντικό έργο τέχνης, που παρασύρει το θεατή στη διαλεκτική της, καθηλώνοντάς τον στη θέση του από το πρώτο ώς το τελευταίο λεπτό.

Το αριστούργημα της χρονιάς!

Ο βήχας και ο έρωτας δεν κρύβονται. Το λέω έτσι ανοικτά και δυνατά. Ο έρωτάς μου, λοιπόν. Ταινία της χρονιάς - τουλάχιστον μέσα στις τρεις πρώτες - το «Τhe wind that shakes the barley» («Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι») του εβδομηντάχρονου Κεν Λόουτς

 Καθηλώθηκα, συγκλονίστηκα, ανατρίχιασα! Επιτέλους, μια τεράστια ταινία. Το οφείλω στη συνείδησή μου, στα όνειρά μου, στις ελπίδες μου, στις αγάπες μου, στα παιδιά μου. Γι' αυτό το φωνάζω δυνατά. Επιτέλους, μια σφαίρα στον κρόταφο της (κινηματογραφικής) χωματερής. Επιτέλους, η εκδίκηση είναι δική μας, folks. Ο Λόουτς υπογράφει την Κιβωτό του σινεμά. Αφηγηματικός ρεαλισμός. Σκηνοθετική πυκνότητα. Σαρωτική δράση. Δραματική κορύφωση. Πινακοθήκη πορτρέτων. Κατακλυσμιαία διλήμματα. Το απόλυτο σινεμά σε κάτι λιγότερο από δύο ώρες με κάτι λιγότερο από είκοσι πρώτους και δεύτερους πρωταγωνιστές. Ουκ εν τω πολλώ το ευ!

Ο κόσμος μιας ταινίας - λέει ο Λόουτς - είναι αυτό που «βλέπει» ο φακός. Εννέα από τις δέκα ταινίες που πραγματεύονται ιστορικά γεγονότα «βλέπουν» μιλιούνια κομπάρσους, αξιωματικούς, πτώματα, σφαίρες, όλμους, χειροβομβίδες και ρουκέτες. Ο όγκος, τα μεγέθη και τα τεχνικά εφέ σε παίρνουν από κάτω και αντί για προπονητή σε μετατρέπουν σε διαιτητή. Ο Λόουτς είναι σεφ του άπαχου, του κόκκινου φιλέτου. Έτσι, με μια χούφτα μέλη του Δημοκρατικού Στρατού (ναι, του κατασυκοφαντημένου IRA) παρεμβαίνει στα κρίσιμα, τα τραγικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Ιρλανδία το 1920 και έστειλαν αδελφό να σκοτώσει αδελφό. Κι όμως διαρκώς, από την πρώτη μέχρι την τελευταία στιγμή, έχεις την εντύπωση μιας πανεθνικής ταραχής, ενός εμφύλιου σπαραγμού, μιας επικής, ηρωικής όσο και λυρικής στιγμής. Να το πω πιο απλά: μόνος, γκρεμίζει - στα ίσα - μεγαλοπαραγωγές των εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Αυτή και η πρώτη, ανυπέρβλητη αρετή του σινεμά. Το ξέρουν όλοι οι Αμερικανοί, αλλά μπορούν; Δεν μπορούν. Ο έμπορος καιροφυλακτεί!

Η Ιστορία - λέει πάλι ο Λόουτς - κινείται μέσα από αντιθέσεις. Αυτοί οι νόμοι οι αντικειμενικοί. Τα υποκείμενα (εγώ, εσείς) δρουν και καθορίζονται από τα διλήμματα που προκαλούν αυτές οι έξω από εμάς αντιθέσεις. Δηλαδή: αν ένας εικοσάχρονος γείτονας και φίλος αναγκαζόταν να καταδώσει, τι πρέπει να γίνει; Να συγχωρεθεί; Τότε η προδοσία θα μαζικοποιηθεί. Επομένως, αυτή η πράξη της προδοσίας είναι που μεταμορφώνει τον φίλο σε εχθρό. Να λοιπόν το δίλημμα, να και η τραγική κατάληξη. Να και μια από τις κορυφαίες στιγμές, όταν ο Κίλιαν Μέρφι με δάκρυα στα μάτια και με καρδιά κομμάτια εκτελεί έναν μικρό φίλο από τα παλιά!  

Η πολιτική - συνεχίζει ο Λόουτς - δεν αποτελείται από καλούς, κακούς και άσχημους. Αυτά τα Μίκι Μάους είναι για τα σπαγγέτι γουέστερν και τα μικρά παιδιά. Η πολιτική είναι ένα πεδίο μαχών, με αντίπαλα συμφέροντα. Πρώτα τα συμφέροντα, ύστερα οι σημαίες και οι πατρίδες. Γι' αυτό ο Ιρλανδός μεγαλοτσιφλικάς είναι αγγλόφιλος με σφραγίδα φαρδιά-πλατιά. Γι' αυτό τη στιγμή που οι σφαίρες τρυπώνουν στο στήθος του φωνάζει, με όλη τη δύναμη της ψυχής του, «δεν θα νικήσετε ποτέ!». Γι' αυτό ο «απολιτικός» Ντέμιεν μεταμορφώνεται σε αρχάγγελο της ισονομίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Γι' αυτό και ο αδελφός του, ο πιο τολμηρός και μαχητικός, στο τέλος καταλήγει να συνθηκολογεί. Ο λόγος ένας και βασικός. Η καρδιά και όχι το μυαλό σπρώχνουν τον Ντέμιεν προς το ιδανικό, το ουτοπικό, το σοσιαλιστικό. Αθώα μπήκε, αθώα πολέμησε, αθώα αρνήθηκε τον συμβιβασμό. Αντίθετα, η μηχανή που σπρώχνει τον αδελφό του είναι το μυαλό του. Γι' αυτό στο τέλος συμφωνεί και πειθαρχεί με τη «συμφωνία της Βάρκιζας» του Μάικλ Κόλινς. Κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι. Ποιος έχει δίκιο; Ο Λόουτς υποστηρίζει ισότιμα και τους δύο αδελφούς. Άλλωστε, αυτοί οι δύο συγκροτούν ολόκληρη την Ιρλανδία. Ο καθένας με το δίκιο του!

Τέλος - ολοκληρώνει ο Λόουτς -, σινεμά ίσον εικόνα, πρόσωπα, δράση, αγωνία, φωτογραφία, οικονομία. Όπως ο άνεμος ταράζει το κριθάρι, έτσι κι αυτός. Πρώτα ταράζει το βλέμμα και την καρδιά, στο τέλος το μυαλό. Πρώτα οι ανεπανάληπτες εικόνες των αγίων προγόνων ενός αγώνα για την ελευθερία και την κοινωνική δικαιοσύνη, ενός αγώνα που παραπέμπει από την Κύπρο και την Ινδία μέχρι την Αθήνα του 1945, ύστερα η κριτική επεξεργασία. Άγγελοι που βούτηξαν τα χέρια τους στο αίμα για μια ελεύθερη πατρίδα, αυτή η Κιβωτός ενός διαρκούς, ανολοκλήρωτου αγώνα. Πώς να σε προσφωνήσω; Αγαπητέ, αξιότιμε, φίλε; Όπως και να 'χει, σ' ευχαριστώ από τα βάθη της ψυχής μου. Όπως έλεγε και η μάνα τού Τσε Γκεβάρα στο παιδί της. Πίσω σου να φυσάει ο άνεμος, μπροστά σου να σε φωτίζει ο ήλιος. Όπως εσύ, το ίδιο πιστεύω κι εγώ. Θα ξανάρθει... Όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα ξανάρθει!

Με δυο λόγια: Σε χωριό της κατεχόμενης Ιρλανδίας του 1920, Άγγλοι για ψύλλου πήδημα συλλαμβάνουν, βασανίζουν, εκτελούν γέρους, γυναίκες, παιδιά, τους πάντες. Ανελέητος ιμπεριαλισμός. Ιρλανδοί μαχητές του IRA ανταποδίδουν, αλλά στο τέλος, όταν ο Ουίνστον Τσώρτσιλ τυλίγει σε μια κόλλα χαρτί τον Ιρλανδό Μάικλ Κόλινς, αδελφοί, φίλοι, συγγενείς, συμμαχητές, χωρίζουν. Από τον ενωμένο εθνικό αγώνα, στον εμφύλιο σπαραγμό!

Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι

Γη και ελευθερία α λα ιρλανδικά

Δέκα χρόνια μετά το «Γη και ελευθερία» και τον Ισπανικό Εμφύλιο ο Αγγλος Κεν Λόουτς ξανασκηνοθετεί ένα ιστορικό και πολιτικό δράμα εποχής, ρίχνοντας μια διεισδυτική και χωρίς προκατάληψη ματιά στο περίπλοκο ιρλανδικό ζήτημα. Τα όσα διαδραματίζονται στην ταινία αφορούν τη χρονική περίοδο από το 1920 μέχρι το 1922 και αποτελούν την πρώτη ύλη ενός εξαιρετικού δείγματος πολιτικού σινεμά.

Ο Λόουτς επιστρέφει σε μια ρευστή εποχή για την Ιρλανδία με στόχο όχι τόσο να περιγράψει την ηρωική αντίδραση των ντόπιων απέναντι στην ωμή βία του βρετανικού στρατού κατοχής, όσο να καταδείξει τους λόγους που οδήγησαν την χώρα στον Εμφύλιο μετά τη συνθηκολόγηση των Βρετανών και την ίδρυση του ανεξάρτητου ιρλανδικού κράτους το Δεκέμβριο του 1921. Στο πρώτο μέρος της ταινίας (που είναι ενδεικτικό του πώς η βία γεννάει βία και κρύβει έναν υπαινιγμό για την σημερινή εμπλοκή Αμερικανών και Βρετανών στο Ιράκ) φτιάχνει την τοιχογραφία ενός μαζικού απελευθερωτικού κινήματος. Στο δεύτερο μέρος εστιάζεται στους λόγους (οικονομικούς, κοινωνικούς, ιδεολογικούς) που πυροδότησαν τον αδελφοκτόνο πόλεμο.

Επιγραμματικά θα μπορούσαμε να πούμε πως το «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι» είναι πολύ κοντά και ταυτοχρόνως πολύ μακριά στο «Μάικλ Κόλινς» του Νιλ Τζόρνταν. Το θέμα και στις δύο αυτές ταινίες είναι το ίδιο, όμως, η προσέγγιση, αρκετά διαφορετική. Ο Λόουτς πήρε στα χέρια του ένα στέρεο σενάριο (από τον Πολ Λάβερτι) και το έκανε θεμέλιο ενός ρεαλιστικού δράματος, πυκνού σε σκέψη και συναισθήματα και πλήρως απογυμνωμένου από τον μελοδραματισμό και από τα στερεότυπα γύρω από τους χαρακτήρες. Εχει ενδιαφέρον, για παράδειγμα, ο τρόπος με τον οποίο ο Λόουτς αντιλαμβάνεται την ηθική στάση και την πολιτική πράξη του ατόμου μέσα στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες, όταν σκιαγραφεί το προφίλ των ηρώων του. Ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας «Τhe wind that shakes the barley» (που παραπέμπει στον κυματισμό του σταχυού, που κινδυνεύει να σπάσει στο φύσημα του ανέμου) είναι εύγλωττος για τις αντιφάσεις του ατόμου που παρασύρεται στη δίνη της Ιστορίας.

Back Home Up Next