Back Up Next
Οι τρεις πίθηκοι

Uc maymun/Three Monkeys. Τουρκία, 2008. Σκηνοθεσία: Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν. Σενάριο: Νούρι Μπίλγκε & Εμπρου Τζεϊλάν. Ηθοποιοί: Γιαβούζ Μπινγκόλ, Χατιτσέ Ασλάν, Ριφάτ Σουνγκάρ, Εργκάν Κεσάλ. 109'

Η υποκρισία και τα ψέματα στις σχέσεις μιας δυσλειτουργικής οικογένειας μικροαστών, αλλά και το αίσθημα της ενοχής, σε μια ταινία εξαιρετική, δοσμένη με οξυδέρκεια και λεπτό χιούμορ.

Με τις ανθρώπινες σχέσεις, ιδιαίτερα του ζευγαριού, καταπιάνεται στη νέα του ταινία «Οι τρεις πίθηκοι» ο Τούρκος σκηνοθέτης Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν («Σύννεφα του Μάη», «Κλίματα αγάπης»), χρησιμοποιώντας ένα ώριμο, απέριττο στιλ, που φέρνει στον νου τόσο τις ταινίες του Αντονιόνι όσο κι εκείνες του Οτζου και του Μπρεσόν. Οι τρεις πίθηκοι είναι τα τρία, θλιβερά μέλη μιας δυσλειτουργικής, μικροαστικής οικογένειας: ο σύζυγος, σοφέρ ενός πολιτικού, η γυναίκα του και ο έφηβος γιος τους. Ενώ ο σοφέρ σύζυγος δέχεται την οικονομική πρόταση του αφεντικού του να πάει φυλακή στη θέση του, καλύπτοντάς τον για τον θάνατο ενός πεζού με το αυτοκίνητό του, ο γιος του μπλέκει με επικίνδυνες παρέες και η γυναίκα του αρχίζει μια σχέση με τον πολιτικό.

Εκείνο που ενδιαφέρει τον Τζεϊλάν είναι να καταγράψει τα ανθρώπινα συναισθήματα αλλά και το αίσθημα ενοχής μέσα από τους τρεις βασικούς χαρακτήρες του, που κανένας τους όχι μόνο δεν είναι προετοιμασμένος ν' αντιμετωπίσει τα κρίσιμα γεγονότα αλλά και προσπαθεί να τα καλύψει με διάφορα ψέματα. Ο σκηνοθέτης απομονώνει τα πρόσωπά του σ' ένα είδος «κενού» που έχουν τα ίδια δημιουργήσει γύρω τους, χωρίς όμως να αποφεύγει να καταγράφει και το συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον (μια Τουρκία με έντονες τις ταξικές διαφορές κι όπου η πολιτική εξαρτάται από το χρήμα), μαζί και τη θρησκεία, που δίνει μια μεταφυσική διάσταση στις πράξεις τους. Χρησιμοποιώντας, όταν χρειάζεται, το χιούμορ (όπως το τραγούδι στη σκηνή με το κινητό τηλέφωνο), συνθέτοντας φαινομενικά απλές, όμορφες, με χρώματα μουντά, συχνά ηθελημένα μεγάλης διάρκειας, εικόνες, εκμεταλλευόμενος έξυπνα τις σιωπές, με την κάμερα άλλοτε να παρακολουθεί από κοντά και να καταγράφει με οξυδέρκεια τη συμπεριφορά των προσώπων του, μαζί και τα ταξικά «παιχνίδια» τους (ο σοφέρ που τελικά χρησιμοποιεί τις μεθόδους του πολιτικού για να καλύψει ένα άλλο έγκλημα), κι άλλοτε να απομακρύνεται και ν' αφήνει τον θεατή να κρίνει τα δρώμενα (η σκηνή όπου η γυναίκα συγκρούεται με τον εραστή της). Αναμφισβήτητα η πιο ώριμη ταινία του σκηνοθέτη, τόσο από σεναριακής πλευράς όσο και από πλευράς στιλ - ενός στιλ επεξεργασμένου ώς την παραμικρή του λεπτομέρεια, που όμως περνά, όπως και πρέπει στον καλό κινηματογράφο, σχεδόν απαρατήρητο.

Τα χρόνια της χολέρας

Απίστευτο! Η ρακένδυτη Τουρκία ίπταται παρέα με την παγκόσμια πρωτοπορία. Το όνομά της Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν. Ο σκηνοθέτης που διαχειρίζεται τις σιωπές και την ποίηση με την ανάσα του Ταρκόφσκι

Βάζω στοίχημα. Όσοι δουν την τελευταία ταινία του Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν, «Τρεις πίθηκοι» («Uc maymun»), θα την τοποθετήσουν στις δέκα καλύτερες στιγμές της χρονιάς.

Ο σπουδαίος αυτός δραματουργός, ποιητής, σκηνοθέτης και ανατόμος της σύγχρονης κοινωνίας και των «ψυχών» αυτής διαπραγματεύεται ένα κολοσσιαίο «θέμα». Ένα «θέμα» απαγορευμένο και επί της ουσίας δολοφονικό. Όλοι, μα όλοι, συνένοχοι στο έγκλημα το καθημερινό. Η σήψη - λέει- έχει φτάσει στα νύχια. Το Σώμα της κοινωνίας σε πλήρη σηψαιμία. Το έγκλημα συντελείται μέσα στα σπλάχνα της οικογένειας. Πατέρας, μητέρα, γιος. Τρεις πίθηκοι. Καμώνονται πως δεν βλέπουν, πως δεν ακούν και φυσικά κανείς δεν μιλάει. Η κοινωνική παραλυσία προέρχεται και προκαλείται από την οικογενειακή αναλγησία. Η ιστορία αρχίζει από μια συναλλαγή, προχωράει στην υποταγή και καταλήγει στη συνωμοσία την οικογενειακή.

Υποψήφιος βουλευτής παρασύρει με το αυτοκίνητό του και σκοτώνει ανυποψίαστο πεζό. Προκειμένου να αποφύγει τις αποκαλύψεις και τις κυρώσεις που θα του στερήσουν το πολυπόθητο πολιτικό αξίωμα, προτείνει στον οδηγό του, έναν μικροαστό οικογενειάρχη, μια απίστευτη ανταλλαγή. Να πάρει εκείνος, ο αθώος, την ευθύνη και φυσικά να υποστεί την τιμωρία με φυλάκιση ενός έτους και ως αντάλλαγμα ο πολιτευτής όχι μόνο να συνεχίζει να πληρώνει τη μηνιαία αποζημίωση προς την οικογένεια του οδηγού αλλά και με την αποφυλάκιση να του καταθέσει παχυλή αποζημίωση. Συμφωνία κυρίων. Στην πορεία όμως τα πράγματα στραβώνουν. Και στραβώνουν από τον εκμαυλισμό και την υποταγή. Ο γιος ονειρεύεται αυτοκίνητο. Γιατί δηλαδή να μην εισπράξουμε από τώρα ένα μικρό μέρος της αποζημίωσης και να φτιάξουμε τη ζωή μας; Έτσι η μητέρα κτυπάει την πόρτα του πολιτικού. Έτσι ο γιος λαμβάνει το χρήμα κι έτσι το όνειρό του γίνεται δικό του κτήμα. Έτσι όμως η μητέρα του καταλήγει στο κρεβάτι του πολιτικού. Αυτή είναι μόνο η αρχή. Από αυτό το σημείο αρχίζει η αποσύνθεση η οικογενειακή. Μια μικρή, ασήμαντη συναλλαγή είναι αρκετή να προκαλέσει σηψαιμία ηθική. Η σύζυγος ερωτεύεται τον πολιτευτή. Το αφροδισιακό της εξουσίας τής έχει πάρει τα μυαλά και η δύστυχη αρχίζει να κάνει όνειρα τρελά. Ο γιος, αν και μάρτυρας αυτής της ανήθικης επιπλοκής, κρατάει το στόμα του κλειστό. Και όταν ο σύζυγος και πατέρας βγει από τη φυλακή εκτονώνει την οργή του με μερικά γαμοσταυρίδια αλλά κι αυτός με το στόμα του κλειστό. Πατέρας, μητέρα και γιος πορεύονται προς το χείλος του γκρεμού, κολυμπώντας μέχρι τ΄ αυτιά σ΄ έναν βούρκο συναλλαγής και απίστευτης υποταγής.

Κάθε πράξη, κάθε αντίδραση, «κουμπώνει» με την προηγούμενη και την επόμενη. Και ρεαλιστικά και συμβολικά. Η εξουσία με την υποταγή. Η υποταγή με τη συναλλαγή. Η συναλλαγή με την αποσύνθεση την ηθική. Πρώτα ο πατέρας (η κεφαλή της οικογένειας) διαρρηγνύει τον ιστό. Όλα για πούλημα. Από κοντά η μητέρα. Από πίσω ο γιος. Ο πρώτος πουλάει την ψυχή του στον διάβολο. Έλα μωρέ, πώς κάνεις έτσι; Δώδεκα μήνες φυλακή και μετά πλούσιος και καλύτερα από πριν. Το τίμημα βαρύ. Με το αφροδισιακό της εξουσίας και η μητέρα. Ταπεινωμένος ο άντρας της στη φυλακή, ταπεινωμένη κι αυτή, γονυπετούσα την ίδια εξουσία να εκλιπαρεί. Η λογική του κατήφορου είναι ο πάτος!

Εκ πρώτης όψεως το σεναριακό υλικό είναι κατάλληλο για μελόδραμα συνηθισμένο και λαϊκό. Πριτς! Ο Τζεϊλάν κουρελιάζει τη συνταγή. Τη γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του. Καλά κάνει. Πρώτα απ΄ όλα ενσωματώνει το τέλμα μέσα στην αισθητική και την προσωπική του γραφή. Έτσι εξηγούνται οι ατελείωτες σιωπές. Εκκωφαντικές και σχεδόν σωματικές. Τα λόγια περιττά. Οι πράξεις στα μουλωχτά. Σημασία έχει να αποτυπωθεί η αποσύνθεση σε όλο της το μεγαλείο. Η πορεία στον βάλτο συνοδεύεται από αναθυμιάσεις. Οι αναθυμιάσεις προκαλούν ζαλάδα και η ζαλάδα καταλήγει σε νοσηρές καταστάσεις. Εσωτερικές, αόρατες και οργανικές. Η σιωπή είναι συστατικό στοιχείο μιας τέτοιας συναλλαγής. Οι βίδες του οργανισμού ξεχαρβαλωμένες από σκόνη και σκουριά. Οι αντιδράσεις αποσπασματικές. Η επικοινωνία με φράσεις σύντομες και κοφτές. Τρεις πίθηκοι να πορεύονται με το κεφάλι προς τα κάτω και τα πόδια ψηλά. Και όσο αυτοί αρρωσταίνουν τόσο αρρωσταίνει και ο περιβάλλων χώρος, ακόμη και οι κλιματικές συνθήκες, άρρωστες, ανάποδες, μελαγχολικές, γκρίζες, μαύρες με μπόρες καλοκαιρινές.

Το αποτέλεσμα αυτής της διαρκούς συνουσίας ανάμεσα στην εσωτερική κατάσταση της οικογένειας και στην αισθητική του Τζεϊλάν καταλήγει να αποτυπώνεται στο Εικαστικό Σώμα της ταινίας. Ποιος είπε πως σήμερα δεν υπάρχει και δεν εκφράζεται κινηματογραφική πρωτοπορία; Ε, αυτός που το λέει είναι άσχετος και στην καλύτερη περίπτωση αγράμματος. Όσο «αρρωσταίνουν» τα τρία μέλη της οικογένειας τόσο η «αρρώστια» μεταφέρεται και αναπαράγεται από τη γραφή του Τζεϊλάν. Ήχος και φωτογραφία σε μια αχαλίνωτη επίδειξη πρωτοπορίας. Ο φακός του Γκεχάν Τιριάκι έχει- μέσα μου - κερδίσει Όσκαρ φωτογραφίας. Το ίδιο και η ηχοληψία. Το θρόισμα της κουρτίνας μοιάζει με χειροβομβίδα. Το κλείσιμο μιας πόρτας με βόμβα. Όλα, από τον ουρανό με τα σύννεφα μέχρι τα χρώματα που λειώνουν ακολουθώντας την αποσύνθεση της οικογένειας, εξηγούν, μεταφράζουν, ερμηνεύουν την εσωτερική κατάσταση των τριών «πιθήκων». Εδώ ο Τζεϊλάν αντιστρέφει πλήρως τον Μπέργκμαν. Οι σιωπές εκτοπίζουν τις κραυγές. Ο Τζεϊλάν κεντάει με την εικόνα. Ο Μπέργκμαν με το σενάριο, τους διαλόγους και τις ερμηνείες. Τι να σας πω; Μόνο ένα και τελειώνω μ΄ αυτό: ο Σον Πεν, πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής των τελευταίων Καννών, που έδωσε το βραβείο σκηνοθεσίας στον Τζεϊλάν, υποκλίθηκε και αυτός. Μάγος ο Τούρκος. Μοναδικός δημιουργός.

ΤΡΕΙΣ ΠΙΘΗΚΟΙ

Υπόθεση: Ο Τζεϊλάν εμπνεύστηκε το σενάριό του από ένα γιαπωνέζικο μύθο: τρεις σοφοί πίθηκοι, που ο καθένας κλείνει με τα χέρια του ένα μέρος του προσώπου του. Τα μάτια για να μη βλέπει, τα αυτιά για να μην ακούει και το στόμα για να μη μιλάει. Έτσι συμβαίνει και στην οικογένεια της ιστορίας μας, όπου τα μικρά μυστικά εξελίσσονται σε μεγάλα ψέματα, όμως όλοι αρνούνται να το παραδεχτούν. Κανένα μέλος δεν ανοίγεται καθαρά στην αλήθεια για να μείνει η οικογένεια ενωμένη. Όμως παίζοντας τους τρεις πιθήκους ακυρώνεται η αλήθεια και η ύπαρξή της;

Ο Αντονιόνι ...«ζει» στην Τουρκία!

Ο auteur Τζεϊλάν, παραδίδει μαθήματα σκηνοθετικής οικονομίας, αισθητικής έκφρασης και στυλιστικού ύφους, σε ένα καμβά όπου το εικαστικό ντελίριο παραδίδεται στους συμβολισμούς και την εγκεφαλική αποστασιοποίηση της 7ης Τέχνης. Η αποξένωση των διαπροσωπικών σχέσεων, με τη διάλυση της οικογένειας, τα ηθικά διλήμματα, η υποταγή στην εξουσία και το χρήμα, αποτελούν το γαϊτανάκι γύρω από το οποίο περιστρέφονται οι 4 χαρακτήρες, από τους οποίους οι 3 είναι οι "πίθηκοι". Είνα σα να παρακολουθείς μία αρχαία ελληνική τραγωδία, με την χαρακτηριστική κορύφωση και το "θεϊκά" λυτρωτικό φινάλε. Ο δημιουργός Τζεϊλάν αναδεικνύεται σε μια εξέχουσα ξεχωριστή κινηματογραφική μορφή που επεξεργάζεται το φάσμα της ανθρώπινης ψυχής και τα συναισθήματα μέσα από το πρίσμα του ταλέντου και της διαίσθησής του. Αγάπη και μίσος, ανομία, αλλά και συγχώρεση, άφεση αμαρτιών κατοικοεδρεύουν αμφότερα σε κάθε ανθρώπινη ψυχή.

Διαφορετικό σινεμά, με αποσπασματική αφήγηση, δεν παρουσιάζει τίποτα έτοιμο στον θεατή. Οι ερμηνείες που δίνονται στη βάση της λογικής προορίζονται για έμπειρους σινεφίλ ή νέους, που αναζητούν και ψάχνουν να προβληματιστούν πάνω σε διαχρονικές αξίες, αποδραματοποιημένα και υπαινικτικά. Για μένα ήταν "απολαυστικό", ένα ταξίδι στην άβυσσο της ψυχής, χωρίς κανένα συμβιβασμό και υποχώρηση στους κανόνες του σύγχρονου, κινηματογραφικού μάρκετινγκ. Για άλλους μπορεί να αποδειχθεί κουραστικό και πληκτικό, το σίγουρο είναι πως προκαλεί το ενδιαφέρον να το δεις, αρκεί να μην έχεις πάρει "διαζύγιο" από τον εγκέφαλό σου. Η πλήρης λειτουργικότητά του, είναι προϋπόθεση και κριτήριο επιλογής της ταινίας του Τζεϊλάν. Αλλιώς δε θα καταλάβεις και πολλά. Αν η πολιτική σου είναι αδιάφορη, τότε δεν έχεις και λόγο να τη δεις, παρ' ότι δεν είναι πολιτική ταινία... Αν πιστεύεις ότι την αλήθεια πρέπει πάντα να την ψάχνουμε και να τη "βιώνουμε" πάση θυσία, ανεξαρτήτως κόστους, τότε οι ΤΡΕΙΣ ΠΙΘΗΚΟΙ θα σου μείνουν χαραγμένοι στη μνήμη για καιρό.

Ένας πίνακας πάνω στη δειλία…

Ο Yilmaz Guney είχε ένα ξεκάθαρο σινεμά αγγέλων και δαιμόνων. Ήταν και οι εποχές πολύ πιο σκληρές πολιτικά. Ο άμεσος δικαιούχος του θρόνου του τουρκικού κινηματογράφου, Nuri Bilge Ceylan, βλέπει τους ήρωες του πολύ διαφορετικά. Οι ήρωες του έχουν αδυναμίες και το σύστημα έρχεται δεύτερο στο να επηρεάζει τις μέτριες ζωές τους. Τελικά μήπως εμείς είμαστε το σύστημα;

Αν υπάρχει σήμερα ένας δημιουργός από την Ευρώπη, τον οποίον χαίρεσαι να παρακολουθείς, ανεξαρτήτου θέματος, είναι ο Ceylan. Οι ταινίες του είναι εικαστικοί πίνακες. Ζωγραφίζει την ψυχολογία των ηρώων στην φωτογραφία. Μόνο ο Greenaway και ο Kar-Wai κάνουν κάτι το παρόμοιο πλέον. Χαρακτηριστικά, αν κάποιος που δεν γνωρίζει τουρκικά έβλεπε την ταινία χωρίς υπότιτλους, θα καταλαμβανόταν από τα ίδια συναισθήματα με αυτόν που καταλαβαίνει το τι συμβαίνει.

Το θέμα υπάρχει αυτούσιο στον τίτλο του έργου. Είναι τα τρία γνωστά πιθηκάκια, που δεν βλέπουν, δεν ακούν, δεν μιλάνε, άρα «ειρωνικά» δεν φοβούνται. Δεν είναι ένα πανίσχυρο θέμα, αλλά ο σκηνοθέτης το επιβάλει με την πάροδο της ταινίας, ολοένα και πιο ενδοφλεβικά Ωθεί τους ήρωες του σε μια κατάβαση στην κόλαση, από την οποία μονάχα η δειλία του θα τους λυτρώσει. Το ίδιο πράγμα που τους βύθισε άλλωστε. Μικρά πραγματάκια εισβάλουν σαν «φαντάσματα» (ένα παράθυρο που ανοίγει, ένα εφιαλτικό όνειρο) για να τραβήξουν την τραγωδία από την ρεαλιστική της υπόσταση. Γιατί πρώτιστα ο Ceylan κάνει σινεμά και μετά διδάσκει.

Μια τέλεια ερμηνεία και άλλη μια «αφόρητα» καλή συνθέτουν το τετράπτυχο των ηρώων. Ο Yavuz Bingol είναι ένας πολύ μεγάλος ηθοποιός και θυμίζει αρκετά και το δικό μας τύπο ερμηνείας. Όμως και η Hatice Aslan είναι καταπληκτική, ακόμα και που το σενάριο αδικεί τον χαρακτήρα της.

Κριτική Σύνοψη

Μπορεί κάποιος να μην ακούει και να μην μιλάει, δεν μπορεί όμως να μην βλέπει τον κινηματογράφο του μεγάλου τούρκου δημιουργού Ceylan. Μετά το Μακριά ακόμα μια μεγάλη ταινία προστίθεται στο βιογραφικό του, ή μάλλον ακόμη ένας πίνακας κρεμιέται στις σινεφίλ μας αναμνήσεις. Φωτογραφική πανδαισία συναντά τη στιβαρά κρατημένη κάμερα του σκηνοθέτη και το σύνολο δένει με ένα ψυχολογικά γερό σενάριο, που ακολουθεί θριλερικούς κανόνες, στην εσωτερική τους μορφή. Μαζί και με τις υπέροχες ερμηνείες έχουμε μια ταινία που δεν πρέπει να χάσετε, δεν πρέπει να αγνοήσετε, δεν πρέπει, κυρίως λόγω ταυτότητας, να σνομπάρετε. Γιατί οι πίθηκοι ανάμεσα μας δεν είναι τρεις, είναι πολλοί περισσότεροι…

Περισσότερα για την ταινία

Νέα ταινία του σημαντικότερου σκηνοθέτη της νέας γενιάς της Τουρκίας, Νούρι Μπιλγκέ Τζεϊλάν. Τιμήθηκε με βραβείο Σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ Κανών 2008.

Ο σκηνοθέτης Νούρι Μπιλγκέ Τζεϊλάν γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1959. Σπούδασε μηχανικός στο πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και στη συνέχεια κινηματογράφο στο πανεπιστήμιο Mimar Sinan της Κωνσταντινούπολης. Ολοκληρωμένος φωτογράφος, ο Τζεϊλάν έγινε ευρύτερα γνωστός με την ταινία του "Uzak" ("Μακριά") το 2003, για την οποία κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στις Κάνες και έκανε τον γύρο πολλών φεστιβάλ ανά τον κόσμο κερδίζοντας και μεγάλο μέρος του κοινού. Η επόμενη ταινία του ήταν τα "Κλίματα Αγάπης" που τιμήθηκε για ακόμη μια φορά στις Κάνες το 2006, με βραβείο FIPRESCI.

Λίγα λόγια από τον σκηνοθέτη

Aπό τότε που ήμουν παιδί, αυτό που περισσότερο μου προκαλούσε το ενδιαφέρον αλλά και με τρόμαζε παράλληλα ήταν η συνειδητοποίηση του μεγάλου φάσματος που περιέχει η ανθρώπινη ψυχή. Με άφηνε πάντα άφωνο η συνύπαρξη μέσα στην ψυχή της δύναμης για κυριαρχία αλλά και της δυνατότητας για συγχώρεση, το ενδιαφέρον για το θείο αλλά και το ασήμαντα μικρό, η συμπόρευση της αγάπης με το μίσος. Για τον λόγο αυτό, η ενασχόληση με τις ποιότητες του εσωτερικού μας κόσμου, οι οποίες δεν μπορούν να αναλυθούν και να αξιολογηθούν με τη λογική, ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο γυρίζω ταινίες.

Η ταινία αποπειράται να παρουσιάσει μια ψυχολογική και συναισθηματική κατάσταση με μια πλοκή οπλισμένη με βίαια συμβάντα που συμβαίνουν στους βασικούς πρωταγωνιστές. Προσπαθήσαμε να δραματοποιήσουμε τα αφηρημένα γεγονότα, τις ιδέες και τις συναισθηματικές διενέξεις που είχαμε στο μυαλό μας και τα ενσωματώσαμε στους χαρακτήρες.

Αυτό που εξιτάρει περισσότερο εδώ, είναι η απόκλιση που περιπλέκει τα πράγματα, ο "παράδρομος" που ξεφεύγει από τον κύριο δρόμο. Για παράδειγμα, όταν ένας γενναίος άνθρωπος ξαφνικά δείχνει αδυναμία και πέφτει στα γόνατα από φόβο. Ή τη στιγμή που ένας δειλός δείχνει το περισσότερο κουράγιο. Είναι η πρόκληση της κατανόησης της ανθρώπινης φύσης μέσα από εικόνες που αποτυπώνουν τέτοιου είδους διχασμό.

Back Home Up Next