Back Up Next
Νυχτερινός Ανταποκριτής

Nightcrawler

Η.Π.Α., 2014, Εγχρωμο Σκηνοθεσία: Νταν Γκιλρόι Πρωταγωνιστούν: Τζέικ Τζίλενχαλ, Ρενέ Ρούσο, Μπιλ Πάξτον Διάρκεια: 117 λεπτά

Απελπισμένος μικροαπατεώνας, ο Λου Μπλουμ γίνεται μάρτυς ενός αυτοκινητικού ατυχήματος και ανακαλύπτει το μαγικό κόσμο του τηλεοπτικού ρεπορτάζ. Με το θράσος, την ευρηματικότητά του και τη βοήθεια μιας αρχισυντάκτριας ειδήσεων θα αναδειχτεί πολύ σύντομα, με μια σειρά αιματοβαμμένων αποκλειστικοτήτων, σε περιζήτητο ανταποκριτή του νυχτερινού Λος Άντζελες. Ώσπου η σπουδαιότερη από όλες θα απαιτήσει το υψηλό τίμημά της.

Κάπου ανάμεσα στον «Ταξιτζή» και το «Δίκτυο», το ντεμπούτο του σεναριογράφου Νταν Γκιλρόι είναι μια σπουδή πάνω στο σύγχρονο κυνήγι της φρίκης ή στο πόσο μαύρη μπορεί να είναι μια υπαρξιακή κωμωδία. Υποψηφιότητα για Οσκαρ Σεναρίου, υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα Α' Ανδρικού Ρόλου.

Ο Λου Μπλουμ ψάχνει απελπισμένος για δουλειά, ώσπου ανακαλύπτει τον «υπόγειο» και εφήμερο κόσμο του αστυνομικού ρεπορτάζ στο Λος Αντζελες. Θα συνεργαστεί με ένα τηλεοπτικό συνεργείο που καταγράφει ατυχήματα, πυρκαγιές και δολοφονίες, και θα γνωρίσει τη Νίνα, μία βετεράνο στο «άθλημα», η οποία θα τον βοηθήσει να γνωρίσει την επιτυχία. Αναζητώντας μανιωδώς «καυτές» ειδήσεις που θα απογειώσουν τα νούμερα τηλεθέασης, μετατρέπεται σε έναν αμφιβόλου ηθικής δημοσιογράφο που θα κάνει τα πάντα για την αποκλειστικότητα.

Ακόμη κι αν δεν το γνώριζες, είναι ολοφάνερο πως ο «Νυχτερινός Ανταποκριτής» είναι η ταινία ενός σεναριογράφου.

Ξεκινώντας από μια πρωτότυπη ιδέα, ο Νταν Γκιλρόι – αδερφός του σκηνοθέτη Τόνι Γκιλρόι (του «Μάικλ Κλέιτον) και υπεύθυνος μέχρι σήμερα, ανάμεσα σε άλλα, για το «Real Steel» και την «Κληρονομιά του Μπορν» – σκιαγραφεί το υπαρξιακό πορτρέτο ενός ανθρώπου που στις παρυφές του αμερικανικού ονείρου, ηγείται μιας διαδρομής θανάτου, σατιρίζοντας ταυτόχρονα με τους όρους ενός θρίλερ τη μανία ενός πλανήτη για την ωμή βία.

Αν ο Γκιλρόι εντυπωσιάζει όμως με το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, αυτό το χρωστάει περισσότερο στη σκηνοθετική του ματιά και λιγότερο σε ένα σενάριο που γρήγορα ξεφεύγει από τη μελετημένη του σπουδή πάνω στο κυνήγι της επιτυχίας για να «ανοίξει» ριψοκίνδυνα σε μια cult παραβολή πάνω στον αμοραλισμό θέτοντας τον θεατή προ των ευθυνών του – φευ, όχι με περισσότερο από τα όρια του ανεκτού «χολιγουντιανή» διδακτικότητα.

Το νυχτερινό Λος Αντζελες – κινηματογραφημένο με τον βεριτέ, ακατέργαστο τρόπο του Μάικλ Μαν (ή και ενός αστυνομικού b-movie που μοιάζει να έρχεται κατευθείαν από τα 70s), συναγωνίζεται στο ρόλο του πρωταγωνιστή ακόμη και τον ίδιο τον ήρωα του «Νυχτερινού Ανταποκριτή» στο σχεδόν αποκαλυπτικό ταξίδι του προς την άνοδο και την αναπόφευκτη ελεύθερη (ηθική) πτώση του.

Οι σκηνές στους τόπους του εγκλήματος, μπροστά και πίσω από τις κορδέλες της αστυνομίας και τον ανθρώπινο πόνο, νιώθεις να περνούν πραγματικά κάτω από το δέρμα σου καθώς το βλέμμα του «επαγγελματία ρεπόρτερ» μεταμορφώνεται από ηδονοβλεπτικό σε αδηφάγο, μετατοπίζοντας τη φρίκη στην καταγραφή παρά στην ίδια την σκηνή του εγκλήματος.

Με υπνωτιστική και ταυτόχρονα φρενήρη ταχύτητα, ο Γκιλρόι μας ξεναγεί σε μια πόλη που το βράδυ μετατρέπεται σε ένα freak show ωμοτήτων, ενώ το πρωί η αντανάκλασή της στα τοπικά νέα θυμίζει το βωμό στον οποίο θυσιάζεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια προς χάριν της τηλεθέασης και του εύκολου χρήματος. Και όλα αυτά με όρους μαύρης κωμωδίας και παγωμένου χαμόγελου, κάθε φορά που πιάνεις τον εαυτό σου να θέλει να δει κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο...

Στο κέντρο του «Νυχτερινού Ανταποκριτή» ένας ήρωας κάνει τη δική του διαδρομή προς το ματωμένο αμερικάνικο όνειρο. Μυθιστορηματικός και ταυτόχρονα βγαλμένος από ένα αστυνομικό φιλμ που θα μπορούσε να είναι η gore απάντηση στον «Ταξίτζή», ο «σκορσεζικός» Τζέικ Τζίλενχαλ είναι εκεί για να τον ενσαρκώσει σε έναν από τους σπουδαιότερους ρόλους της καριέρας του.

Σωματικά (και ηθικά;) αποστεωμένος, περιφέρεται ως αρπακτικό στη ζώνη ενός λυκόφωτος που θα τον καταπιεί ολοκληρωτικά, αναγνωρίζοντάς τον ως θύμα και θύτη ενός «αποκαλυπτικού» success story. Η μελαγχολία που κρύβουν τα μεγάλα μάτια του, ο τρόπος με τον οποίο κουβαλά την άβολη επιτυχία του, o κυνισμός του που προσφέρει ισχυρό άλλοθι έναντι της κοσμικής σοβαροφάνειας, το «καμάκι» του στη μεγαλύτερή του διευθύντρια ειδήσεων (στο cool comeback της συζύγου του Γκιλρόι, Ρενέ Ρούσο), η τρομακτική του όψη και ταυτόχρονα η βαθιά κρυμμένη γνώση του τέρατος που έχει γίνει και δεν ντρέπεται να κρύψει, φέρνει τον Τζίλενχαλ στην a-list των ηθοποιών που του αξίζει.

Ο «Νυχτερινός Ανταποκριτής», μια ταινία που λειτουργεί περισσότερο ως μια μεγάλου μήκους cult σάτιρα, παρά ως μια κυριολεκτική τεκμηρίωση μιας πραγματικότητας, του χρωστάει το μεγαλύτερο κομμάτι της επιτυχίας του και το σοβαρότερο λόγο για τον οποίο το ντεμπούτο του Γκιλρόι θα μπορούσε υπό συνθήκες να αποτελεί ένα αναπάντεχο μικρών διαστάσεων modern classic.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ Υποψήφια για Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου (Νταν Γκίλροϊ) Υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα Α’ Ανδρικού Ρόλου (Δράμα) - Τζέικ Τζίλενχαλ 4 Υποψηφιότητες στα Βραβεία Bafta Α’ Ανδρικού Ρόλου (Τζέικ Τζίλενχαλ) Β’ Γυναικείου Ρόλου (Ρενέ Ρούσο) Πρωτότυπου Σεναρίου (Νταν Γκίλροϊ) Μοντάζ (Τζον Γκίλροϊ) National Board of Review Στην επίσημη λίστα με τις Καλύτερες Ταινίες του 2014 Independent Spirit Awards Καλύτερο Σενάριο (Ντάν Γκίλροϊ) Καλύτερη Πρώτη Ταινία (Νταν Γκίλροϊ, Τζένιφερ Κοξ, Τόνι Γκίλροϊ, Τζέικ Τζίλενχαλ, Ντέιβιντ Λάνκαστερ, Μισέλ Λίτβακ)

“Ξέρω ότι η σημερινή επαγγελματική κουλτούρα δεν έχει να κάνει πια με την πίστη και τη συνέπεια που έδειχνε κάποιος σε μια συγκεκριμένη δουλειά, όπως συνέβαινε στις προηγούμενες γενιές. Αυτό που πιστεύω κύριε, είναι ότι τα καλά πράγματα έρχονται σε αυτούς που πραγματικά δουλεύουν πολύ και ότι καλοί άνθρωποι σαν κι εσένα, οι οποίοι φθάνουν στην κορυφή, δεν έπεσαν εκεί από τον ουρανό. Το motto μου είναι το εξής: Αν θες να κερδίσεις το λαχείο, θα πρέπει να βγάλεις λεφτά για να μπορείς να αγοράσεις το λαχνό.» - Λούις Μπλουμ, Νυχτερινός Ανταποκριτής

Ο «Νυχτερινός Ανταποκριτής» είναι ένα δυνατό θρίλερ με φόντο το νυχτερινό υπόκοσμο του Λος Άντζελες. Ο Τζέικ Τζίλενχαλ πρωταγωνιστεί ως ο Λου Μπλουμ, ένας φιλόδοξος νέος που αναζητά απεγνωσμένα δουλειά και ανακαλύπτει τον αδυσώπητο κόσμο του εγκληματολογικού ρεπορτάζ. Θα γνωρίσει μια ομάδα από κινηματογραφικά συνεργεία που τραβούν πλάνα από τρακαρίσματα, φωτιές, φόνους και άλλες καταστροφές, και θα αποφασίσει να δοκιμάσει την τύχη του στην επικίνδυνη πραγματικότητα του nightcrawling, όπου η κάθε αστυνομική σειρήνα ισοδυναμεί με μια πιθανή αποκλειστικότητα και τα θύματα μετριούνται με δολάρια και δημοσιότητα. Με τη βοήθεια της Νίνα (Ρενέ Ρούσο), μια παλαίμαχο των δελτίων ειδήσεων, ο Λου θα γίνει πρωταγωνιστής της δικής του ιστορίας, θολώνοντας το όριο μεταξύ παρατηρητή και συμμετέχοντα. Ο «Νυχτερινός Ανταποκριτής» διεκδικεί το Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου για τον Νταν Γκιλρόι, ενώ ο Τζέικ Τζίλενχαλ ήταν υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα Α’ Ανδρικού Ρόλου. Η ταινία είναι στις 10 καλύτερες ταινίες της χρονιάς στην ετήσια και σημαντική λίστα του National Board of Review.

BACKSTAGE

Κάθε βράδυ ενώ η πόλη κοιμάται, μια ομάδα ανθρώπων με ετερόκλητους χαρακτήρες, διασχίζει τους δρόμους της με γρήγορα αυτοκίνητα και ακριβό τηλεοπτικό εξοπλισμό, παρακολουθώντας τις αστυνομικές συχνότητες, σε αναζήτηση ενός ακόμη καλού ρεπορτάζ. Αυτοί οι ανεξάρτητοι «κυνηγοί» ειδήσεων, γνωστοί ως νυχτερινοί ανταποκριτές, κυκλοφορούν στην πόλη περιμένοντας να καλύψουν ένα ατυχήματα, πυρκαγιές, δολοφονίες και άλλα ανάλογα περιστατικά με την ελπίδα να πουλήσουν τα πλάνα τους στα τηλεοπτικά δελτία των τοπικών καναλιών. Τρέχοντας από τη μία περιοχή στην άλλη, έχουν για οδηγό μια απλή εξίσωση, η οποία μετατρέπει το έγκλημα και τα θύματα σε δολάρια και σεντς. Για το σεναριογράφο/σκηνοθέτη Νταν Γκίλροϊ, η νυχτερινή υποκουλτούρα αυτών των κυνηγών ειδήσεων ήταν το ιδανικό πλαίσιο για να τοποθετήσει τον βασικό χαρακτήρα του έργου, τον Λου Μπλουμ. Ο Λου είναι αντιμέτωπος με μια πραγματικότητα, στην οποία η πρόσληψη ως εκπαιδευόμενος συντάκτης και η αμοιβή με τον κατώτατο μισθό έχουν αντικαταστήσει το όνειρο για δουλειά πλήρους ωραρίου και καριέρα στα media. «Ποιές είναι οι ελπίδες για επαγγελματική αποκατάσταση για τη γενιά του Λου, όταν οι όποιες ευκαιρίες εξαφανίζονται εξαιτίας της παγκόσμιας επιβολής των πολύ χαμηλών μισθών;» αναρωτιέται ο Γκίλροϊ. O Λου ζει σε ένα κόσμο, όπου η κοινωνική ανισότητα συνεχώς αυξάνεται, με τις κλειστές πόρτες και την απόρριψη να κυριαρχούν. Αυτή είναι η πραγματικότητα για τον Λου και εκατομμύρια άλλους. Δράττοντας την ευκαιρία να αποτυπώσει μια «φωτογραφία» αυτής της υποκουλτούρας του Λος Άντζελες, ο Γκίλροϊ χρησιμοποιεί τον βασικό του χαρακτήρα του ως καθρέφτη, στον οποίο αντανακλάται η εικόνα όλης της κοινωνίας. Η άνοδός του στο χώρο των τηλεοπτικών ειδήσεων είναι μια κλασική ιστορία επαγγελματικής επιτυχίας, με μία όμως σκοτεινή πινελιά: «Ξεκινάει με την ελπίδα να βρει μια δουλειά και καταλήγει να είναι ο ιδιοκτήτης μιας αναπτυσσόμενης εταιρείας. Είναι μια ιστορία με καλό τέλος για τον ήρωα μας, αλλά ένα πραγματικά εφιαλτικό φινάλε για την ίδια την κοινωνία», όπως τονίζει ο Γκίλροϊ. Αυτό που θέλει να υπογραμμίσει ο σκηνοθέτης της ταινίας, είναι ότι ο πραγματικός τρόμος δεν προέρχεται από τον ίδιο το Λου, αλλά από τον κόσμο που τον δημιούργησε και τον αντάμειψε στην πορεία. Ο Λου είναι πάντα παρατηρητικός, μαθαίνει συνεχώς πράγματα, ρουφώντας σαν σφουγγάρι πληροφορίες από το περιβάλλον του. Αυτά είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη φύση, όπως επίσης και η προσπάθειά των ατόμων να αναρριχηθούν επαγγελματικά και να χτίσουν συναισθηματικές σχέσεις. Αυτά τα στοιχεία, σε συνδυασμό με την μοναχικότητά του, κάνουν τον Λου πιο «ανθρώπινο». Επηρεασμένος από την δυναμική του σεναρίου του Γκίλροϊ, ο Τζέϊκ Τζίλενχαλ, πρωταγωνιστεί στην ταινία, έχοντας παράλληλα και το ρόλο του παραγωγού. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της πρώτης τους συνάντησης, συμφώνησαν να συνεργαστούν στον τρόπο προσέγγισης του υλικού της ταινίας. « Ήταν πάντα πρόθεσή μου να δώσω την ευκαιρία στον Τζέϊκ να εξερευνήσει τα όρια του χαρακτήρα του. Είναι ένα τόσο εξαιρετικό ταλέντο που δεν ήθελα να περιορίσω τα δημιουργικά ένστικτά του.»

NINA: Ο ΚΑΡΧΑΡΙΑΣ ΤΩΝ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Η κάθοδος του Λου στον κόσμο των νυχτερινών ανταποκριτών γίνεται με τη βοήθεια της Νίνα, την οποία ερμηνεύει η Ρενέ Ρούσο, γνωστή για τη συμμετοχή της στις ταινίες «The Thomas Crown Affair» και «Get Shorty». «Η Νίνα είναι βετεράνος των δελτίων ειδήσεων, με θητεία 3 δεκαετιών στην τηλεόραση» λέει ο Γκίλροϊ. «Είναι μία γυναίκα στα 50, σκληραγωγημένη αλλά όμορφη, η οποία ξεκίνησε την καριέρα της μπροστά από την κάμερα αλλά πλέον – αφού κατάφερε να επιβιώσει – έγινε πλέον η ‘Μαντάμ’ του οίκου ανοχής.» Ο Γκίλροϊ έγραψε το ρόλο για τη Ρούσο, η οποία είναι σύζυγος του, γιατί όπως λέει ο ίδιος ήξερε ότι έχει την εκπληκτική ικανότητα να ερμηνεύσει με επιφανειακή σκληράδα αλλά και εσωτερική ευαισθησία, στοιχεία που είναι κρίσιμα για τον χαρακτήρα.

Ο ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ

Πέρασαν πάνω από 70 άτομα από κάστινγκ πριν καταλήξουν οι παραγωγοί της ταινίας στον Ριζ Άχμεντ, τον Βρετανό με Πακιστανικές ρίζες, ο οποίος ερμηνεύει έναν άστεγο που ψάχνει απελπισμένα για δουλειά. Για να διερευνήσει το εύρος του χαρακτήρα του, ο Ριζ πέρασε αρκετό καιρό μαζί με νεαρούς άστεγους στο Λος Άντζελες. «Ο Ρικ, ο χαρακτήρας που υποδύομαι, είχε πολύ σκληρή ζωή και είχε να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα. Έρχεται κοντά στον Λου, επειδή τον βλέπει ως μέντορα και προστάτη του» λέει ο Αχμέντ. «Ο Ρικ είναι ένα αξιοπρεπές άτομο, αλλά έχει επηρεαστεί τόσο από τις δυσκολίες της ζωής, που ενεργεί αντίθετα με το ένστικτό του» λέει ο Γκίλροϊ. «Όπως και οι υπόλοιποι χαρακτήρες στην ταινία, ο Ρικ κινείται μέσα σε ένα θανάσιμο κόσμο, με κάθε είδους παράνομες συναλλαγές. Τα όρια καταπατώνται και οι συμμετέχοντες πρέπει να πληρώσουν το τίμημα.»

ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΗΣ ΕΙΔΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΚΗΝΕΣ ΔΡΑΣΗΣ

Ο φρενήρης ρυθμός με τον οποίο κυνηγούν οι πρωταγωνιστές την επόμενη καυτή είδηση, δημιουργεί σκηνές με μεγάλη ταχύτητα και ένταση. Για την επιτυχία τους, ο Γκίλροϊ δίνει τα εύσημα στους συνεργάτες του, οι οποίοι κατάφεραν να δώσουν μια ρεαλιστική αληθοφάνεια σε αυτές τις σκηνές. Ο Σμιθ βασίστηκε στη βοήθεια μιας ιδιαίτερα έμπειρης ομάδας κασκαντέρ, οι οποίοι ήταν καθοριστικοί για το τελικό αποτέλεσμα: «Μπορείς να σχεδιάζεις κάτι όσο θέλεις» λέει ο Γκίλροϊ. «Όταν έχεις όμως τρία αυτοκίνητα να τρέχουν με 150 χλμ. την ώρα, στη λεωφόρο Βεντούρα του Λος Άντζελες, με στόχο να συγκρουστούν, νομίζεις ότι ξέρεις που πρόκειται να προσγειωθούν μετά την σύγκρουση. Αλλά κάνεις λάθος. Ήταν πραγματικά απίθανο να παρακολουθώ τον Μάικ να συντονίζει όλη αυτή τη δουλειά.» Ο Γκίλροϊ και η ομάδα του γύρισαν το «Νυχτερινό ανταποκριτή» στους δρόμους του Λος Άντζελες, αξιοποιώντας στην ουσία μόνο τις ώρες από τα μεσάνυχτα μέχρις τις 6 τα ξημερώματα. «Πιστεύω ότι το γύρισμα τη νύχτα μας βοήθησε να λειτουργήσουμε λίγο υποσυνείδητα», λέει ο Τζίλενχαλ. «Άρχισα να σκέφτομαι λιγότερο και άφησα τα συναισθήματά μου να με καθοδηγούν. Πιστεύω βαθιά ότι η συναισθηματική σου κατάσταση και οτιδήποτε βιώνεις ή συμβαίνει κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, αντικατοπρίζονται σε κάθε πλάνο που βλέπουμε στην οθόνη» συμπληρώνει.

ΖΗΤΗΜΑ ΗΘΙΚΗΣ

Ο «Νυχτερινός ανταποκριτής» σκιαγραφεί το πορτραίτο του Λου ως μέρος ενός συστήματος ζήτησης – προσφοράς, στο οποίο οι τοπικοί τηλεοπτικοί ειδησεογραφικοί σταθμοί αναζητούν ρεπορτάζ με εγκλήματα και αίμα για να ανεβάζουν την τηλεθέαση τους. «Πουλάς φόβο για να κρατήσεις ψηλά τα νούμερα, αυτή είναι η βασική ιδέα» λέει ο Γκίλροϊ. Η ταινία ωστόσο αντιστέκεται στον πειρασμό να πάρει θέση και να στρέψει το δάχτυλο στους υπαιτίους αυτής της κατάστασης. «Προσπαθήσαμε να μείνουμε κινηματογραφικά ουδέτεροι» λέει ο Γκίλροϊ. « Ποτέ δεν υπογραμμίσαμε κάποια συγκεκριμένη άποψη από ηθικής πλευράς. Η ταινία ελπίζουμε ότι θα πει διαφορετικά πράγματα σε κάθε άνθρωπο. Ο στόχος είναι οι θεατές να αναγνωρίσουν ένα μέρος του εαυτού τους στον Λου και στον κόσμο μέσα στον οποίο κινείται».

Back Home Up Next