Back Up Next
Κανταχάρ

Kandahar. Γαλλία/Ιράν, 2001. Σκηνοθεσία: Μόσεν Μαχμαλμπάφ. Ηθοποιοί: Νιλουφάρ Παζίρα, Χασάν Ταντάι, Σαντού Τεϊμούρι. Διάρκεια: 88 λεπτά.

 

Η οδύσσεια μιας Αφγανής, εξόριστης στον Καναδά, που φτάνει στη χώρα των Ταλιμπάν για να εμποδίσει την αδερφή της να αυτοκτονήσει, σε μια συγκλονιστική, ιδιαίτερα επίκαιρη, ταινία που αξίζει να δουν όλοι.

Από την ταινία «Κανταχάρ» του Μόσεν Μαχμαλμπάφ

Με τη φριχτή κατάσταση των γυναικών στο Αφγανιστάν καταπιάνεται η ταινία αυτή του Ιρανού Μόσεν Μαχμαλμπάφ. Πρόκειται για την αληθινή ιστορία μιας γυναίκας του Αφγανιστάν που κατάφερε να διαφύγει από το καθεστώς των Ταλιμπάν και να γίνει δημοσιογράφος στον Καναδά. Αργότερα θα επιστρέψει στο Αφγανιστάν για να σώσει την αδερφή της (μια φίλη της στην πραγματικότητα) που απειλεί ν' αυτοκτονήσει.

Το πρόβλημα, όπως ανακαλύπτει σταδιακά ο θεατής, δεν περιορίζεται στην μπούρκα που φοράνε οι γυναίκες αφήνοντας ακάλυπτα μόνο τα μάτια τους, αλλά επηρεάζει και επεκτείνεται στον υπόλοιπο τρόπο ζωής τους, τρόπο που δυστυχώς συναντάμε και σε ισλαμικές κοινωνίες άλλων χωρών (Ιράν, Τουρκία κ.ά.). Χειρότερη είναι η όλη ταπεινωτική αντιμετώπιση των γυναικών από τους Ταλιμπάν, σε σημείο που η ίδια η ζωή τους να κινδυνεύει καθημερινά - όταν είναι άρρωστες ακόμη και ο γιατρός δεν μπορεί να τις εξετάσει και η μοναδική «γνωμάτευση» γίνεται μέσω ενός άντρα!

Ο Μαχμαλμπάφ χρησιμοποιεί ερασιτέχνες ηθοποιούς για να αφηγηθεί την ιστορία του, δίνοντας στην ταινία ένα ημι-ντοκιμαντερίστικο τόνο.

Ανάμεσα στις καλύτερες σκηνές της συγκλονιστικής αυτής ταινίας, που μετά τις 11 του Σεπτέμβρη απέκτησε μιαν άλλη διάσταση. Αναφέρω τη σουρεαλιστική σκηνή με τα αεροπλάνα που ρίχνουν με αλεξίπτωτα τεχνητά πόδια για τα θύματα του πολέμου, ενώ οι ανάπηροι τρέχουν για να τα μαζέψουν, εκείνη της ηρωίδας όταν κρύβεται ανάμεσα σε μια ομάδα γυναικών με μπούρκα που διασχίζουν την έρημο για να πάνε σε κάποιο γάμο, ο μουλάς που διακόπτει την κατήχηση του Κορανιού για να εξηγήσει στα παιδιά τη χρήση των όπλων, ή εκείνη της ιατρικής διάγνωσης της ηρωίδας σ' ένα χωριό από ένα Αφγανο-αμερικανό γιατρό, με τη γυναίκα κρυμμένη πίσω από την τρύπα μιας κουβέρτας από την οποία ο γιατρός μπορεί να δει μόνο το στόμα της και με μεσολαβητή ένα αγόρι.

Ο Μαχμαλμπάφ καταγράφει με τρόπο συγκλονιστικό την εικόνα μιας κοινωνίας που ζει σε ένα καθεστώς χειρότερο κι από τα φεουδαρχικά, με πρόσωπα μοναχικά να αγωνίζονται να επιβιώσουν χωρίς καμιά προσωπικότητα ή ταυτότητα. Οι κάποιες ευκολίες στην ωραία φωτογραφία (που καταστρέφει την αμεσότητα των γεγονότων) δεν εμποδίζουν την ταινία να συγκινήσει και να συγκλονίσει. Σε μια περίοδο που οι αίθουσες έχουν γεμίσει με ταινίες με ειδικά εφέ και χωρίς κανένα νόημα, η προβολή μιας ταινίας όπως το «Κανταχάρ» είναι ακόμη πιο επιτακτική και αναγκαία και αξίζει να τη δει ένα όσο το δυνατό πλατύτερο κοινό. 

Κανταχάρ

Με τούτα και με τ' άλλα οι φίλτατοι σινεφίλ όλων των σκληρών πυρήνων θα πονοκεφαλιάσουν. Τι να πρωτοδούν, «Κandahar» ή «Δασκάλα πιάνου»; Και τα δύο. Όχι λόγω πολέμου πολιτισμών ­ πράγμα το οποίο υφίσταται εντός των κρανίων των κοστουμαρισμένων επιγόνων του λιλιπούτειου Αδόλφου ­ αλλά λόγω διαδρόμου που επιτρέπει απογείωση προς την αυτογνωσία. Δηλαδή... ποιος είμαι και πού πάω.

«Κandahar». Όχι, δεν είναι επίδειξη μόδας Αrmani, αλλά... μπούρκα εκλιπαρούσα ένα ζευγάρι ξύλινα πόδια!

Το «Κandahar», φίλτατοι, λέει περίπου το εξής ανατριχιαστικό: την ώρα που εμείς τα ρίχνουμε στο γκαρσόνι του γειτονικού καφέ, επειδή άργησε να προσκομίσει τον λογαριασμό κατά ένα... λεπτό, μερικές χιλιάδες μίλια πιο εκεί εκατομμύρια πλάσματα ξεροσταλιάζουν στην έρημο του Αφγανιστάν περιμένοντας ρίψεις... οδοντογλυφίδων. «Σας παρακαλώ, δώστε μου ένα ζευγάρι πόδια για την ανάπηρη γυναίκα μου». «Τώρα; Αποκλείεται! Περάστε μετά ένα χρόνο» Και την ώρα που εμείς μουντζώνουμε τον παρακείμενο οδηγό του παρακείμενου οχήματος επειδή μας προσπέρασε αντικανονικά, χιλιάδες μπούρκες επισκέπτονται μια παράγκα και... εξ αποστάσεως ­ για να μην τους βλέπει ο αρσενικός αυτοσχέδιος γιατρός ­ εκλιπαρούν λίγα ψίχουλα ασπιρίνης.

Δεν ξέρω αν αντιλαμβάνεστε το μέγεθος της μεγάλης ανατριχιαστικής αλληλεγγύης που προσκομίσαμε ως Δυτικός, πεφωτισμένος, πολιτισμός προς τους μονοπόδαρους, τους ρακένδυτους, τους έσχατους, τους ζωντανούς νεκρούς, τους «ενταφιασμένους» Αφγανούς. Περίπου ισοδυναμεί με την ακόλουθη αναπαράσταση. Βγαίνουν τα μπράτσα της αυστριακής βελανιδιάς με την ονομασία Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ και πλακώνουν μέχρι του θανατά το πρώτο Μπιαφρέζικο νήπιο που θα πέσει μπροστά τους!

Καλά όλα αυτά, αλλά τώρα τι βλέπουμε; Δημαγωγικό λαϊκισμό ή κινηματογραφική ταινία; Α, εδώ είναι που βγαίνει ο άσος από το μανίκι του Μοχσέν Μακμαλμπάφ. Αποτέλεσμα του... άσου; Ένας παντελώς άγνωστος και φυσικά τριτοκοσμικός σκηνοθέτης βάζει τα γυαλιά στα 2/3 της σύγχρονης Δυτικής σκηνοθεσίας. Ξέρετε γιατί; Επειδή προσέρχεται με ήθος και όχι με μπανιστήρι στον τόπο του απίστευτου αυτού εγκλήματος, πάνω στον οποίο ασέλγησαν και κόπρισαν όλες οι μεγάλες δυνάμεις. Ανεξαρτήτως συστημάτων και καθεστώτων. Πλάσματα ενός κατώτερου θεού κινηματογραφεί, όχι πινακοθήκη αξιοπερίεργων τεράτων. Έτσι ­ λόγω ήθους και χωρίς να το θέλει ­ ανατρέπει όλα τα καθιερωμένα.

Ζόμπι, σου λέει, θέλεις; Εδώ είναι. Εσύ, ναι, εγώ κι εσύ, με τη δική μας ανοχή τους καταντήσαμε έτσι. Θρίλερ τρόμου; Εδώ είναι. Παίζει και η αφεντιά μας, έστω σε ρόλο κομπάρσου. Μα, είναι δυνατόν τα 2/3 της υφηλίου να περιφέρονται σε νεκροταφείο ζωντανών-νεκρών κι εμείς να τα ξύνουμε στον καφενέ για τη Μαίρη και τον Βig brother; Αμ, τι νομίζετε. Θέλει κότσια ν' αντέξεις την αλήθεια. Θέλει κότσια να πας Κandahar. Θέλει κότσια να ομολογήσεις: Θεέ μου, πόσο χαμηλά πέσαμε. Απείρως χαμηλότερα. Τόσο, μα τόσο, που στο τέλος ακόμα και αυτή η κόλαση ενός Όργουελ βγαίνει από τη μάχη νικημένη.  

Back Home Up Next