Monsoon Wedding. Ινδία, 2001. Σκηνοθεσία: Μίρα Ναΐρ. Σενάριο: Σαμπρίνα Νταγουάν. Ηθοποιοί: Νασιρουντίν Σαχ, Λιλέτ Ντουμπέι, Σαφαλί Σέτι, Βασουντάρα Ντας. Διάρκεια: 113 λεπτά. Με αφορμή την προετοιμασία για ένα μεγαλοαστικό γάμο στο σύγχρονο Δελχί, η Μίρα Ναΐρ φτιάχνει μια ταινία γεμάτη μουσική, τραγούδια, άφθονο χιούμορ και απόλαυση, αλλά και με κριτική ματιά πάνω σε μια συγκεκριμένη κοινωνία. Η ταινία της Μίρα Ναΐρ είναι από τις πιο ευχάριστες, απολαυστικές ταινίες που είδαμε τελευταία. Η σκηνοθέτρια, που ξεκίνησε από το ντοκιμαντέρ και ένα ρεαλιστικό γενικά κινηματογράφο («Σαλάμ Μπομπάι», «Μισισίπι Μασάλα»), εδώ στρέφεται στη μεσοαστική τάξη που γνωρίζει από πρώτο χέρι για να μας αφηγηθεί την ιστορία της. Ιστορία που ξεκινά στο σπίτι των Βέρμα, μιας πλούσιας οικογένειας του Δελχί, όπου η κόρη τους, Αντιτί (Βασουντάρα Ντας), ετοιμάζεται να παντρευτεί τον προγραμματιστή των κομπιούτερ από το Χιούστον, Χέμαντ (Πάρβιν Ντάμπας), που έχει επιστρέψει στην Ινδία για να συναντήσει τη νύφη που επέλεξαν γι' αυτόν οι γονείς του. Γάμος σύμφωνα με τις ινδικές παραδόσεις, στις οποίες η μοντέρνα Αντιτί, όπως πολύ γρήγορα ανακαλύπτουμε, δεν φαίνεται να πιστεύει, προτιμώντας έναν παντρεμένο, ανεύθυνο εραστή. Οι προετοιμασίες για το γάμο, όπως αρχίζουμε σταδιακά να καταλαβαίνουμε, είναι μια ευκαιρία για να ανακαλύψουμε τα μυστικά και τους κρυφούς πόθους μιας τάξης που προτιμά να ζει στο ψέμα και την υποκρισία, δείχνοντας μια εξωτερική γαλήνη και ασφάλεια που πίσω της υπάρχει ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί: Ο πατέρας της νύφης που ανησυχεί για τα έξοδα του γάμου, οι γονείς του γαμπρού, ο υπεύθυνος της διοργάνωσης της τελετής, Ντούμπε, μια ξαδέρφη της Αντιτί, ερωτευμένη μ' έναν επισκέπτη από την Αυστραλία. Μια τάξη που περιφέρεται άσκοπα, περιφέροντας μαζί τις ανησυχίες και τα άγχη της, μ' ένα ρυθμό που θυμίζει τις ταινίες του Ολτμαν (και συγκεκριμένα τα «Παντρολογήματά» του), που προτιμά να μιλά την αγγλική παρά την ινδική γλώσσα. Μόνη εξαίρεση ο Ντούμπε, ερωτευμένος με την όμορφη υπηρέτρια της οικογένειας (Τιλοτάμα Σόμε), φλερτ που παρακολουθούμε να αναπτύσσεται με χιούμορ. Παράλληλα, υπάρχει και η ιστορία ενός συγγενή ερωτευμένου με ένα ανήλικο κοριτσάκι, έμμεση αναφορά στην παιδεραστία, στοιχείο που η Ναΐρ σκιτσάρει με ξεχωριστή λεπτότητα. Πάνω απ' όλα όμως η Ναΐρ θέλησε να αποτίσει φόρο τιμής στα κλασικά μιούζικαλ της Βομβάης, τις ταινίες του «Μπόλιγουντ» (κατά το Χόλιγουντ), όπως είναι γνωστές οι λαϊκής κατανάλωσης μουσικοχορευτικές παραγωγές των στούντιο της Βομβάης, που ξεκινούν από την εποχή της Ναργκίς και του Ρατζ Καπούρ και φτάνουν ώς τις μέρες μας. Με μια μουσική που δένει με δεξιοτεχνία με την όλη αφήγηση, μ' ένα πάντα γρήγορο ρυθμό, με χιούμορ αλλά και φρεσκάδα - φτάνει ν' αναφέρω τη σκηνή όπου ο Ντούμπε προτείνει στην αγαπημένη του να τον παντρευτεί, σ' ένα ντεκόρ γεμάτο με κατιφέδες ή τη σκηνή της γαμήλιας δεξίωσης που καταλήγει σε καταρρακτώδη βροχή. Μια φρεσκάδα και μια ειλικρίνεια, μαζί και αφέλεια, που δεν μπορεί παρά να σας συγκινήσει, όπως συγκίνησε και τους κριτές στο περσινό Φεστιβάλ της Βενετίας που απένειμαν στην ταινία το Χρυσό Λιοντάρι. Μια ταινία που μιλά άμεσα στον θεατή και που αξίζει να τη δείτε. Ο γάμος των μουσώνων Η κυρία Μίρα Νάιρ, λοιπόν, που προ πολλών ετών με το νεορεαλιστικό «Salom Βombay» κέρδισε μια θέση στην αφρόκρεμα της κινηματογραφικής κουλτούρας, αποφάσισε να μεταμορφώσει την Finos film και τον Στράντζαλη της Ινδίας σε γεγονός πρώτης σειράς. Κάπως έτσι προέκυψε «Ο γάμος των μουσώνων» («Μonsoon wedding»), κάπως έτσι κατέφθασε τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Φεστιβάλ της Βενετίας και κάπως απρόσμενα άρπαξε το Χρυσό Λιοντάρι από τα φαβορί του ίδιου φεστιβάλ. Αν είσαι έξυπνος διάβαινε και αν ξέρεις Βollywood περιπάτει. Το Βollywood, φίλες και φίλοι, είναι η μαϊμουδίστικη παραλλαγή τού ινδικού Χόλιγουντ. Από το οποίο - ετησίως - προκύπτουν πενταπλάσιες ταινίες απ' όσες αντέχει να κατασκευάσει η κραταιά αμερικανική βιομηχανία του θεάματος. Οι Καραγιάννηδες-Καρατζόπουλοι της Βομβάης προσαρμόζουν και μεταποιούν με το κιλό πάσης φύσεως προϊόντα του αληθινού Χόλιγουντ και φορούν στον Τζέιμς Μποντ κελεμπία. Δεν υπάρχει αμερικανική επιτυχία που να μη μεταλλάχθηκε σε ινδική μπούρδα. Αυτό το απίστευτο συνονθύλευμα μιούζικαλ, μελό και κομεντί, περιπαικτικώς ονομάστηκε Βollywood. Η Νάιρ, λοιπόν, ευφυώς σκεπτόμενη, επιχειρεί να αποδείξει πως η τερατική συνύπαρξη ετερόκλητων μεγεθών, πολιτισμών, ακόμα και... γλωσσών (αγγλικών και ινδικών) δεν είναι απλώς αποκύημα της ινδικής βιομηχανίας ονείρων, αλλά αλήθεια. Μια απερίγραπτη πραγματικότητα, που την βιώνει και το αγέννητο έμβρυο της πιο καχεκτικής, ιερής αγελάδας. Η πείνα με το μαχαιροπίρουνο δεκάδων καρατίων, τα «γκαζάλ» (ερωτικά τραγούδια) με τον Φρανκ Σινάτρα, τα ινδικά με τα αγγλικά, το μετάξι με το πλαστικό και η παράδοση των «πουνζαμπί» (τελετή γάμων) με τη Μαντόνα. Ένα τρελοκομείο, που αιωρείται μεταξύ Βούδα και... Νέας Υόρκης. Το διά ταύτα αυτής της... μπολιγουντιανής τούρτας είναι ένας τριπλός γάμος. Ο πρώτος συντελείται με παρτνέρ 18χρονη μπουλούκα μεσοαστικής οικογένειας και νεαρό Ινδό εκ της Νέας Υόρκης. Νύφη από τον τόπο σου και ας είναι... μπαλωμένη (και πράγματι, η μπουλούκα είναι... μπαλωμένη, διότι 48 ώρες πριν από τη θριαμβευτική γαμήλια τελετή, τρέχει ασθμαίνως πίσω από κάποιον Ινδό Ευαγγελάτο που, εκτός των άλλων, είναι και παντρεμένος). Ο δεύτερος γάμος είναι η διαρκής και ανηλεής διασταύρωση της ευτέλειας του Φίνου της Ινδίας με τον υποδόριο σαρκασμό τής Νάιρ. Τέλος, ο τρίτος γάμος είναι η ζεύξη αλήθειας και ψέματος. Ναι μεν η οικογένεια είναι θεσμός ιερός, αλλά στο τέλος ο αρχιερέας της φαμίλιας αποδεικνύεται διαφθορέας. Ωραία. Ε, και; Αυτό λέω κι εγώ. Διότι, αντικειμενικώς και ψυχρώς θαύμασα τη σκηνοθετική δεινότητα της Νάιρ. Εξετίμησα δεόντως τα πλούτη και τα κάλλη της παραγωγής. Συνέκρινα τη δική της διεθνή αναγνώριση με τη δική μας αναστάσιμη κροτίδα «Το κλάμα βγήκε απ' τον παράδεισο», που έλαμψε και χάθηκε στο πουθενά. Αναγνώρισα, τέλος, το πλούσιο ερμηνευτικό ταλέντο δεκάδων πρωταγωνιστών και κομπάρσων. Αλλά στο τέλος έφυγα παρέα μ' εκείνο το αλησμόνητο: Αχου, δεν με νοιάζει! - αχου, δεν με νοιάζει (δις)! |