Far from Heaven. ΗΠΑ, 2002. Σκηνοθεσία-σενάριο: Τοντ Χέινς. Ηθοποιοί: Τζουλιάν Μουρ, Ντένις Κουέιντ, Ντένις Χέισμπερτ, Πατρίσια Κλάρκσον. 107 λεπτά. Η ομοφυλοφιλία, ο ρατσισμός και η υποκρισία μέσα από την ιστορία μιας φαινομενικά ευτυχισμένης οικογένειας στην Αμερική της δεκαετίας του '50, σε μια έξοχη, με θαυμάσιες ερμηνείες, ταινία, στο στιλ των κλασικών μελό του Ντάγκλας Σερκ. Στα κλασικά κοινωνικά μελοδράματα της δεκαετίας του '50, που σκηνοθετούσε ο Ντάγκλας Σερκ («Υπέροχο μυστικό», «Οσα επιτρέπουν οι ουρανοί», «Αυτή είναι η ζωή μου») στρέφεται ο ανεξάρτητος Αμερικανός σκηνοθέτης Τοντ Χέινς στην ταινία του «Ο Παράδεισος είναι μακριά». Η ιστορία εκτυλίσσεται το φθινόπωρο του 1957, με πρωταγωνιστές μια φαινομενικά ευτυχισμένη οικογένεια, την Κάθι και τον Φρανκ Γουίτακερ, που ζουν, με τα δύο μικρά παιδιά τους, σε ένα πλούσιο προάστιο του Κονέκτικατ. Το σπίτι τους μοιάζει να βγήκε από τις σελίδες μόδας της τότε εποχής, ακριβώς όπως στις ταινίες του Σερκ: εντυπωσιακά χρώματα, κιτς επίπλωση, κήποι και δρόμοι ειδυλλιακοί, με τα φθινοπωρινά φύλλα να πέφτουν. Η φαινομενική οικογενειακή γαλήνη των Γουίτακερ, όπως την παρουσιάζει η δημοσιογράφος των κοινωνικών σελίδων ενός περιοδικού, ξαφνικά ανατρέπεται όταν η σύζυγος ανακαλύπτει πως ο άντρας της είναι γκέι, ενώ η ίδια αρχίζει σταδιακά να ενδιαφέρεται για τον όμορφο, μαύρο κηπουρό τους, ο μόνος άνθρωπος με τον οποίο μπορεί να συνομιλεί ανοιχτά, χωρίς κανέναν ενδοιασμό. Ο Χέινς («Safe», «Velvet Goldmine») μας εισάγει κατευθείαν στην ατμόσφαιρα της Αμερικής της δεκαετίας του '50 και τις αξίες της, αξίες της συντηρητικής «αϊζενχαουερικής» κοινωνίας της ευημερίας, όπου στην πραγματικότητα κυριαρχούσε η υποκρισία, η μισαλλοδοξία και ο ρατσισμός. Εκείνο που ο γκέι σύζυγος παραδέχεται, μόλις αποκαλύπτεται, είναι ότι η ομοφυλοφιλία του είναι «αρρώστια» (κυρίαρχη ιδέα στην τότε εποχή) που πρέπει να καταπολεμηθεί ιατρικά, οι κάτοικοι του Κονέκτικατ πιστεύουν ότι δεν είναι ρατσιστές και η πόλη τους δεν πρόκειται να μετατραπεί σε Λιτλ Ροκ, αν και, μόλις τους δίνεται η ευκαιρία, μόλις βλέπουν ένα δεσμό ν' αναπτύσσεται ανάμεσα στην Κάθι και τον Ρέιμοντ, βγαίνει στην επιφάνεια το ρατσιστικό τους μίσος. Από το πρώτο μέχρι το τελευταίο πλάνο (μαζί και στους αρχικούς τίτλους της ταινίας), ο Χέινς μας κάνει να πιστεύουμε ότι παρακολουθούμε μια ταινία της τότε δεκαετίας. Η αντιμετώπισή του δεν έχει τίποτα το ειρωνικό. Αντίθετα, χρησιμοποιεί τους κώδικες της τότε εποχής, με παρόμοια εντυπωσιακά χρώματα, συνεχείς, με ξεχωριστή μαεστρία, κινήσεις της μηχανής, για να διεισδύσει όσο καλύτερα μπορεί στα πρόσωπα και τις καταστάσεις, να μπει στο πνεύμα της τότε κοινωνίας, πνεύμα που σήμερα έχει αρχίσει να επανεμφανίζεται στη σύγχρονη κοινωνία του Μπους. Με την Τζουλιάν Μουρ έξοχη στο ρόλο της καλόκαρδης, κάπως αφελούς στην αρχή, συζύγου που σταδιακά ανακαλύπτει τον εαυτό της και τους άλλους γύρω της, θυμίζοντας στην όλη συμπεριφορά της τις σταρ των μελό του Σερκ (Τζέιν Γουάιμαν, Λορίν Μπακόλ, Λάνα Τάρνερ) κι έναν Ντένις Κουέιντ να δίνει με ξεχωριστή λεπτότητα και ευαισθησία το βασανισμένο σύζυγο, ο Χέινς έφτιαξε μια σημαντική ταινία, μεταφέροντας στην εποχή μας με τον πιο μελετημένο, αισθητικά τέλειο, τρόπο την κοινωνία του Ντάγκλας Σερκ, προσφέροντας ταυτόχρονα συναισθήματα και προβληματισμό που σπάνια πετυχαίνουν σύγχρονες ταινίες. Με άλλα λόγια, μια υπέροχη ταινία!
Γραμμένο στον άνεμο Ανασηκώνεις την κουρτίνα του αμερικανικού μελοδράματος της δεκαετίας του '50 και βλέπεις κομμάτια και θρύψαλα του american dream! Τα φαινόμενα απατούν και οι εικόνες εξαπατούν. Όσα δεν μπόρεσε να αποκαλύψει ο Δανός Ντάγκλας Σερκ - ο δημιουργός των δύο αριστοτεχνικών μελοδραματικών στιγμών του Χόλιγουντ «Writen on the wind» και «Ιmitation of life» - το κάνει ένας περιθωριακός Αμερικανός σκηνοθέτης με το όνομα Τοντ Χέινς. Και αφοσιωμένος υπηρέτης του «είδους» και άξιος δολιοφθορέας του. Το «Far from heaven» είναι ένα από τα πιο πιστά ριμέικ μιας ολόκληρης εποχής και ένα από τα πιο πανούργα σχόλια που έγιναν πάνω στο μελόδραμα. Είναι περίπου σαν να βλέπεις το Αir Force one να απογειώνεται στους επτά ουρανούς, να πέφτει πάνω σε κεραυνούς, να χάνει ο πιλότος τον έλεγχο του αεροσκάφους και στη συνέχεια να γκρεμοτσακίζονται όλοι και όλα! Η πανουργία του Χέινς εκδηλώνεται με μια ταχύτατη αιλουροειδή χορευτική πιρουέτα που είναι αδύνατο να τη συλλάβει ανθρώπινο μάτι. Μεταθέτει το κέντρο βάρους από τους χαρακτήρες στον περιβάλλοντα χώρο. Τι θα πει αυτό; Πως τα πρόσωπα είναι όμηροι του ντεκόρ. Πως το ντεκόρ είναι μια γυαλιστερή φωτογραφία. Πως η φωτογραφία είναι κατασκευή και πως αυτή η συγκεκριμένη κατασκευή είναι προϊόν μιας φαντασίωσης. Το american dream του αγγλοσαξονικού μικρομεσαίου στρώματος σε όλη του τη λαμπρότητα. Τα θύματα του Ιmage. Χτίζουμε τα καλύτερα σπίτια, φοράμε τα ακριβότερα ρούχα, ξοδεύουμε την ώρα μας με χαζοπαρέες και διαρκώς πνίγουμε τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Οι αιχμάλωτοι της φενάκης, τα (ανθρώπινα) τούβλα μιας οφθαλμαπάτης και τα ερείπια που ανακυκλώνονται από τη βιομηχανία ονείρων. Τους βλέπουμε δίπλα μας. Να, εκεί. Στους πολυτελείς τάφους των βορείων προαστίων. Στην αρχή της ιστορίας, τα πρόσωπα κυκλοφορούν στη «φωτογραφία». Στη συνέχεια επιχειρούν να δραπετεύσουν και στο τέλος συμφιλιώνονται με τους ρόλους τους και επιστρέφουν στην ίδια «φωτογραφία». Ντεκόρ είναι, ντεκόρ θα μείνουν. Ενδιαμέσως ανακαλύπτουν πως είναι άνθρωποι, πως έχουν τις αδυναμίες τους και πως διαφέρουν από τους άλλους. Τίποτα. Πρέπει όλοι να μοιάζουν με όλους. Η ομοιομορφία είναι το χαρακτηριστικό σήμα κατατεθέν αυτού του american dream. Ίδια σπίτια, ίδια αυτοκίνητα, ίδια ρούχα, ίδιοι άνθρωποι. Στρατός προγραμματισμένων ρομπότ! Ζεύγος όμορφων, πετυχημένων, υποδειγματικών πλασμάτων - η οικογένεια που ανακηρύσσεται σημαία και σύμβολο της απόλυτης ευτυχίας του Κονέκτικατ του '50 - ανατρέπεται από δύο περιστατικά. Η σύζυγος τσακώνει τον σύζυγο να ασπάζεται ανδρικά χείλη, αλλά όταν ο σύζυγος μαθαίνει πως η γυναίκα του και η μάνα των παιδιών του κυκλοφορεί σε στέκια μαύρων παρέα με τον επίσης μαύρο κηπουρό του σπιτιού του παθαίνει... εγκεφαλικό και ζητάει την κεφαλή της επί πίνακι. Αν τώρα καταφέρεις να ξύσεις τη φωτογραφία και να εισχωρήσεις πίσω απ' αυτήν, θα ανακαλύψεις δύο μεγάλες αλήθειες που είναι ικανές να μετατρέψουν την πιο χρυσή εποχή του αμερικανικού ονείρου σε αποκαΐδια. Πρώτον, το πιο ανήσυχο, μοναδικό και τολμηρό πλάσμα που κυκλοφορεί ανάμεσα σ' αυτά τα καλοντυμένα ζόμπι είναι μια τυπική σύζυγος και νοικοκυρά. Μια Ντόρις Ντέι. Που το μοναδικό, το πιο φανταχτερό της χαρακτηριστικό είναι η διαρκής χαζοχαρούμενη διάθεση προς όλες τις καταστάσεις. Απ' έξω μακιγιαρισμένη στα ροζ, κουρδισμένη να εκτελεί τέλεια τους ρόλους της. Μέσα της όμως να παλεύει με μια δυσθεώρητη, αλλά ευάλωτη καρδιά. Η θηλυκή εκδοχή του Τρούμαν και η σημειολογία της αντίφασης ανάμεσα στο «πρέπει» και στο «θέλω». Κομψότερο «όργανο» από την Τζούλιαν Μουρ δεν θα μπορούσε να βρει ο Χέινς. Ο καλύτερος ρόλος της καριέρας της μακράν των άλλων και ένα από τα πιο απολαυστικά μαθήματα Μπρεχτικής μεθόδου. Δεύτερον, η κλίμακα του περιρρέοντος ρατσισμού αποτελείται από τις εξής απαγορευμένες «ουσίες» (από τα κάτω προς τα άνω, δηλαδή από τις ανώδυνες στις πιο επικίνδυνες): Γκέι (λευκός) - Γυναίκα (λευκή, ερωτευμένη με μαύρο προλετάριο) - Μαύρος (προλετάριος). Το τρίγωνο της απόλυτης, της ασυγχώρητης, της έσχατης Αμαρτίας. Είσαι λευκός και γκέι; Κάτι γίνεται. Είναι ερωτευμένη με τον μπαρμπα-Θωμά; Κρεμάστε την ψηλά. Είναι ο μπαρμπα-Θωμάς; Φάτε τον! |