Punch-Drunk Love. ΗΠΑ, 2002. Σκηνοθεσία-σενάριο: Πολ Τόμας Αντερσον. Ηθοποιοί: Ανταμ Σάντλερ, Εμιλι Γουάτσον, Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν, Λούις Γκάζμαν. 95 λεπτά. Το πορτρέτο ενός νευρικού, προβληματικού άντρα σε μια απολαυστική κωμωδία που συνδυάζει το φαντεζίστικο με το ρομαντικό, με πρωταγωνιστή ένα διαφορετικό Ανταμ Σάντλερ. Με τη ζωή -ερωτική και όχι μόνο- ενός ψυχολογικά προβληματικού άντρα καταπιάνεται στη νέα του αυτή ταινία ο Πολ Τόμας Αντερσον («Μανόλια»). Ταινία που συνδυάζει τα καλύτερα στοιχεία της «Μανόλια» με μια μεγαλύτερη και πιο πρωτότυπη ευρηματικότητα, δίνοντας στο γνωστό κωμικό Ανταμ Σάντλερ την ευκαιρία να μας αποκαλύψει μια άλλη, άγνωστη από τις προηγούμενες ταινίες του, ευπρόσδεκτη, πλευρά. Ο ήρωάς του, Μπάρι Ιγκαν (Σάντλερ), ένας φαινομενικά ευχάριστος, χαμογελαστός τύπος, μικρομεσαίος ιδιοκτήτης μιας αποθήκης ειδών τουαλέτας, αποκαλύπτεται σταδιακά άνθρωπος ανήσυχος, που καταπιέζεται από εφτά εκνευριστικές αδελφές και, σε στιγμές εξαιρετικής έντασης, επιδίδεται σε ξεσπάσματα βίας - από τις πιο απολαυστικές σκηνές εκείνη που διαλύει την τουαλέτα ενός εστιατορίου καθώς κι η σκηνή που επιτίθεται ενάντια στους τέσσερις «ξανθούς αδερφούς» που στέλλονται από τον πορνο-αρχηγό τους (Σίμουρ) να τον τρομοκρατήσουν και να τον εκβιάσουν. Η γνωριμία του με τη Λένα (Εμιλι Γουάτσον) θα οδηγήσει σε αληθινό έρωτα, ενώ, παράλληλα, ο Μπάρι γίνεται στόχος εκβιασμού εξαιτίας της απόπειράς του για τηλεφωνικό σεξ. Γύρω από την ίντριγκα αυτή, ο Αντερσον φτιάχνει μίαν απολαυστική, ασυνήθιστη, ρομαντική κομεντί στην οποία προσθέτει στοιχεία φαντεζίστικα (το αρμόνιο που αφήνει ένα φορτηγό έξω από το κατάστημα του Μπάρι, στην αρχή της ταινίας, αρμόνιο που συνδέεται με την άφιξη της Λένας), μαζί και στοιχεία μαύρης, ακόμη και τρελής, κωμωδίας, στο στιλ των παλιών κωμωδιών «σκρούμπολ» (ο Μπάρι που αγοράζει εκατοντάδες κουτιά ενός προϊόντος για ν' αποκτήσει, όπως πιστεύει, ελεύθερα μίλια για την υπόλοιπη ζωή του). Ταυτόχρονα, ο Αντερσον ξέρει να δίνει στην ατμόσφαιρά του μια ρομαντική, ποιητική υφή, ιδιαίτερα στις σκηνές του Μπάρι με τη Λένα - παράδειγμα η σκηνή τους στο δρόμο μετά που διώχνονται από το εστιατόριο, καθώς και η συνάντηση και το ερωτικό «διάλειμμά» τους στη Χαβάη.
Η σκηνοθεσία επιτίθεται Ο Αμερικανός Πολ Τόμας Αντερσον αναδεικνύεται σε γκουερίλα της ευρωπαϊκής γραμμής. Που λέει «νυν υπέρ πάντων η...Σκηνοθεσία» Η πάλη των αιώνιων αντιπάλων συνεχίζεται. Εννιάμισι στους δέκα του Χόλιγουντ πιστεύουν ότι από ένα καλό σενάριο και από μια μέτρια σκηνοθεσία μπορεί να προκύψει ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα. Εννιάμιση στους δέκα της Ευρώπης ισχυρίζονται το αντίθετο. Από ένα μέτριο σενάριο και από μια δημιουργική σκηνοθεσία μπορεί να προκύψει ένα αριστούργημα. Και οι δύο (αντίπαλοι) διαθέτουν ακλόνητα επιχειρήματα και οι δύο αναφέρονται σε αξιομνημόνευτες ταινίες. Ποιος έχει δίκιο; Και οι δύο! Από τη στιγμή που η Τέχνη σταματήσει να είναι ο πιο πλουραλιστικός, πολυδιάστατος «ιμάντας» αισθητικής, ιδεών και ανακαλύψεων, θα γκρεμιστεί στην πλήξη μιας ομοιόμορφης αχρωματοψίας! Η υπογραφή που μπήκε κάτω από την περίεργη, ανορθόδοξη και εξωτερικά ασήμαντη αισθηματική κομεντί «Ρunch-Drunk-Love» («Χτυπημένος από έρωτα») είναι η ίδια που συνοδεύει δύο μεγάλες «στιγμές» της τελευταίας αμερικανικής δεκαετίας: «Βoogie nights» («Ξέφρενες νύχτες») και «Μagnolia» («Μανόλια»). Χωρίς δεύτερη κουβέντα, το... παιδί είναι ταλεντάρα με τα όλα του. Η εκρηκτική του πορεία κουρελιάζει τις προφητείας όλων των Κασσάνδρων για την αναπόδραστα θνησιγενή πορεία του κινηματογράφου. Οπλισμένος σαν αστακός με τις παραδόσεις της κλασικής γραφής και γοητευμένος από την κουλτούρα της Γηραιάς Ηπείρου, κατάφερε από τα... μαθητικά του θρανία, να μεταμορφώσει τον άνθρακα σε θησαυρό. Όμως το πιο απίστευτο είναι πως αυτός ο κληρονόμος της αμερικανικής κινηματογραφίας, φαίνεται να συμφωνεί με τη ρήση του Ζαν Λικ Γκοντάρ και της γαλλικής πρωτοπορίας του '60. Πως δηλαδή σημασία δεν έχει «τι» λες, αλλά ο τρόπος που το λες. Οι δύο γραμμές του στόρι είναι η καλύτερη απόδειξη για την ύπαρξη του Γκονταρικού φαντάσματος που πλανάται πάνω από την ταινία. Ο ήρωάς του είναι ο ζωντανός ορισμός της εσωστρέφειας, της ψυχοπάθειας και της παθητικότητας. Αβουλος, άοσμος, ανύπαρκτος. Περισσότερο αντιπαθητικός δεν γίνεται. Υποψήφιος πελάτης του πρώτου τυχόντα... Φρόιντ και κλασικό θύμα της κατανάλωσης και του μάρκετινγκ. Φανταστείτε πως το μοναδικό πράγμα που τον κάνει να ελπίζει, αυτό που του δίνει κάποια ελάχιστη ρανίδα χαράς είναι η συλλογή χιλιάδων κουπονιών από συσκευασμένες πουτίγκες του σούπερ μάρκετ. Όσες περισσότερες μαζέψει τόσα περισσότερα δωρεάν αεροπορικά μίλια θα ταξιδέψει! Είναι αυτό που λέμε «άπαικτος». Η μοναδική σχέση που διατηρεί με το άλλο φύλο είναι από τη μία οι 7... αδελφές του (που τον προσέχουν καταπιεστικά και αφόρητα) και από την άλλη, μερικά απελπισμένα ροζ τηλεφωνήματα που κάνει για να σπάσει την μονοτονία της απέραντης μοναξιάς του. Όλα όμως αλλάζουν όταν εντελώς τυχαία πέφτει πάνω σε δυο αναπάντεχες συναντήσεις. Η πρώτη (συνάντηση) είναι ένα μικρό πιάνο που έχει εγκαταλειφθεί στην άκρη του δρόμου. Η δεύτερη συμβαίνει όταν μια ζουμερή θηλυκή ύπαρξη τον παρακαλεί να παραδώσει το αυτοκίνητό της στο διπλανό συνεργείο. Από εκεί και πέρα όλα είναι ζήτημα χρόνου. Όταν ο ασήμαντος και... ψυχοπαθής «νάνος» πάρει την πρώτη δόση από ερωτικό «σπανάκι» θα μεταβληθεί σε Ποπάι. Το προσάναμμα δυνάμεων που είναι τοποθετημένες μέσα μας είναι απεριόριστο. Αρκεί μια σπίθα για να το ανάψει. Ο έρωτας είναι ο Τόμαχοκ που γκρεμίζει την απομόνωση, ο Κρουζ που κονιορτοποιεί τη δειλία και το Στελθ που απογειώνει την προσωπικότητά μας. Υπάρχουμε μέσα από τον Αλλο. Χωρίς αυτή την επιβεβαίωση, η κατάληξη στην ανυπαρξία είναι νομοτελειακή! |