BlueJasmine
ΗΠΑ, 2013. Σκηνοθεσία - σενάριο: Γούντι Αλεν. Ηθοποιοί: Κέιτ Μπλάνσετ, Αλεκ
Μπόλντουιν, Σάλι Χόκινς, Πίτερ Σάρσγκαρντ. 98'
Ο Γούντι Άλεν επιστρέφει με κέφι στο χιουμοριστικό δράμα, διασκευάζει
πρωτότυπα το «Λεωφορείον ο Πόθος» και συνδυάζει απολαυστικά πικρές αλήθειες με
ανάλαφρη σάτιρα. Η Κέιτ Μπλάνσετ βραβεύτηκε με Όσκαρ, Χρυσή Σφαίρα και πάμπολλα
βραβεία ενώσεων κριτικών, ενώ η ταινία ήταν υποψήφια και για σενάριο καιεύτερο
γυναικείο ρόλο.
Ο
Woody Allen έκανε για μια ακόμη φορά αισθητή την παρουσία του στον κινηματογράφο
με μια Ταινία η οποία στηρίζεται σε ένα σύγχρονο φαινόμενο το οποίο εμφανίστηκε
στην Αμερική στην ανατολή του 21ου αιώνα. Πρόκειται για την οικονομική και
κοινωνική κατάπτωση πολλών πρώην ευκατάστατων αμερικανών οι οποίοι ξαφνικά
βρέθηκαν σε μία κατά πολύ λιγότερο εύπορη κοινωνική τάξη η οποία δεν απέχει και
πολύ από τα όρια της ανέχειας. Σε αντίθεση με τα δύο σχετικά πρόσφατα έργα,
δηλαδή το "Μεσάνυχτα στο Παρίσι" και "Στη Ρώμη με αγάπη" στα οποία ο σκηνοθέτης
εκφράζει μία κατά κάποιο τρόπο απομάκρυνση από τον παρόντα κόσμο διαφεύγοντας
στο παρελθόν, στην προκειμένη περίπτωση αυτός στέκεται στην εποχή μας και
αναπτύσσει με την προσωπική του ευαισθησία την μορφή ενός ψυχοδράματος και το
οποίο μας επιτρέπει να δούμε τον κόσμο κάτω από ένα άλλο πρίσμα.
Το κύριο πρόσωπο, η Τζασμίν βρίσκεται σε μια μορφή κατάθλιψης η οποία είναι
έκδηλη στην φυσική της παρουσία. Ωστόσο, αυτή η μόνιμη στενοχώρια δεν φέρνει την
πρωταγωνίστρια σε φανερές και αποκρουστικές μορφές παράνοιας και μωρίας, αλλά σε
μία παράλληλη όραση του κόσμου και αυτή με την σειρά της μπορεί να οδηγήσει τον
θεατή σε έναν στοχασμό. Τα περασμένα μεγαλεία της Τζασμίν δεν αποτελούν μία
παθητική αναπόληση του παρελθόντος, αλλά μία συναισθηματική και αυθόρμητη
παρόρμηση προς το μέλλον προς η οποία δεν μας επιτρέπει να μιλήσουμε για μια
μελαγχολία ή μια αρρώστια η οποία είτε καταστρέφει είτε επιφέρει ζημίες στον
ψυχικό κόσμο του ανθρώπου. Από αυτό συμπεραίνουμε ότι η ασθένεια της Τζασμίν
αποτελεί μία έμπνευση για τον Woody Allen , χάρις στην οποία κατορθώνει να
στηρίξει την καλλιτεχνική του δημιουργία. Η απομόνωση της πρωταγωνίστριας
δημιουργεί τέτοιες διαστάσεις ούτως ώστε να μπορούμε να παραλληλίσουμε συχνά
αυτή την ταινία με ένα θεατρικό έργο. Οι συγκρούσεις με την αδελφή της και τον
Τσίλι αντανακλούν την αφέλειά της καθώς δε και την ευπείθειά της η οποία
αποτελεί μία πρόσθετη δύναμη και όχι μια ασθένεια. Από αυτήν λοιπόν την σκέψη
δεν θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το βασικό πρόσωπο σαν άρρωστο, αλλά σαν ένα
άτομο το οποίο φέρει σαφώς ορισμένες πληγές του παρελθόντος και μέσα από τις
οποίες ο θεατής θα μπορούσε ασφαλώς να αναγνωρίσει ένα τμήμα του εαυτού του. . Η
θλιμμένη υφή και ιδιοσυγκρασία της μας κάνει να σκεφτούμε αυτό το οποίο οι
ρομαντικοί του 19ου αιώνα αποκαλούσαν Le mal du siècle ή ακόμη spleen και θα το
αποδίδαμε στα ελληνικά με τον όρο “ Η αρρώστια του αιώνα” . Πρόκειται για μια
ψυχική δυσφορία την οποία αισθάνεται ο συγγραφέας όταν ζει σε μία φιλοχρήματη
κοινωνία, κάτι που εξέφρασε ο Γάλλος συγγραφέας Alfred de Musset. Εδώ βέβαια
βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα και όχι στον 19 και η Τζάσμιν αντικατοπτρίζει μία
άλλη μορφή ψυχικής δυσχέρειας. Αναφερόμενοι δε στην σύλληψη αυτού του προσώπου
από τον Woody Allen, θα μπορούσαμε να σταθούμε στην απελπισία κάποιου ο οποίος
δεν ανταποκρίνεται σύμφωνα με το ύψος των περιστάσεων. Είναι οι αυταπάτες που
είχε η Τζάσμιν όταν ζούσε με τον χρηματιστή Χαλ και η διάψευση ελπίδας που θα
αισθανθεί όταν θα έχει γνωρίσει τον Ντουάϊτ και είναι αυτές οι αυταπάτες οι
οποίες αποκαλύπτουν στο τέλος την δύναμη και συγχρόνως την αδυναμία της ηρωίδας,
μια αντίφαση η οποία και αυτή με την σειρά της κάνει φανερό το εύρος της
δημιουργίας του Woody Allen.
Από τους ηθοποιούς, όλοι φάνηκαν ικανοί να
ανταποκριθούν στον δύσκολο ρόλο τον οποίο η δομή του έργου τους επιβάλλει· θα
θέλαμε όμως να αναφερθούμε στην Cate Blanchett η οποία όχι μόνο ανέλαβε επιτυχώς
τον ρόλο της, αλλά και μετέδωσε στον θεατή την όραση και τα αισθήματα αυτού του
προσώπου. Τέλος θα θέλαμε να σταθούμε στα πλάνα τα οποία τονίζουν την παρουσία
του βασικού προσώπου αυτού του κινηματογραφικού έργου. Καταφεύγοντας συχνά στην
αμερικανικού τύπου παρουσίαση ενός προσώπου το οποίο παρουσιάζει από τα γόνατα
και πάνω αφήνει να φανεί την ιδιότυπη ενδυμασία του και αυτό βέβαια συμπληρώνει
τα χαρακτηριστικά του.
Το κινηματογραφικό έργο "Η Θλιμμένη Τζάσμιν" αποτελεί μια νέα όραση του Woody
Allen ο οποίος, όντας επικεντρωμένος στην αμερικανική πραγματικότητα του 21ου
αιώνα, εστιάζει την προσοχή του σε ένα τύπο κατάθλιψης και από αυτή καταλήγει
στην δημιουργία ενός δράματος με πολλές αποχρώσεις και με πλούσια έκφραση
συναισθημάτων τα οποία προέρχονται από τις χαμένες αυταπάτες.
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Αυτή τη φορά μακριά από την Ευρώπη, με γυρίσματα στη Νέα Υόρκη
και το Σαν Φρανσίσκο, ο αγαπημένος σκηνοθέτης βάζει στο κέντρο του φακού του την
βραβευμένη με Όσκαρ Κέιτ Μπλάνσετ (“Aviator”), ως μια μοντέρνα νοικοκυρά στα
πρόθυρα μιας μεγάλης κρίσης.
Λίγα λόγια από τον Γούντι και την Κέιτ για την ταινία
Σε όλη την σκηνοθετική του πορεία, ο Γούντι Άλεν έχει δημιουργήσει πολλούς
ανεξίτηλους γυναικείους χαρακτήρες, τους οποίους έχουν ενσαρκώσει μερικές από
τις μεγαλύτερες σταρ τους Χόλιγουντ, όπως η Νταϊαν Κίτον, Μία Φάροου, Τζούντι
Ντέιβις και πολλές άλλες. Είτε πρωταγωνιστούσαν σε κωμωδίες είτε σε δράματα,
είτε σε κάποιο ενδιάμεσο είδος, οι γυναικείοι αυτοί χαρακτήρες έχουν μείνει
χαραγμένοι στη μνήμη μας ως κομβικό στοιχείο των ταινιών του. Έτσι και σε αυτή
την ταινία ένα αδιαμφισβήτητα σημαντικό στοιχείο, ο άξονας θα μπορούσε κανείς να
πει, είναι η βασική ηρωίδα του έργου, η πολύπλευρη Τζάσμιν, την οποία υποδύεται
μια ακόμα καταξιωμένη ηθοποιός του Χόλιγουντ, η Κέιτ Μπλάνσετ.
«Με το που ξεκινάει η ταινία ξέρουμε πως η Τζάσμιν είναι πελαγωμένη. Είναι ήδη
ένας άνθρωπος, που έχει βρεθεί ξαφνικά να μιλάει στον εαυτό του και που έχει
τεράστια προβλήματα. Έχοντας φτάσει στον πάτο οικονομικά και πόσο μάλλον
ψυχολογικά και μη έχοντας που να πάει, η Τζάσμιν θα μετακομίσει στο Σαν
Φρανσίσκο. Σε μια στιγμή θυμού έκανε κάτι το οποίο είχε καταστροφικές συνέπειες
που δεν ήταν αναμενόμενες και έβαλε τον εαυτό της σε μια τραυματική θέση.», λέει
ο Γούντι Άλεν.
Κατά την Κέιτ Μπλάνσετ, η Τζάσμιν βρίσκεται σε ψυχολογική ελεύθερη πτώση και
πρέπει να αφήσει πίσω της όλα όσα ξέρει και έχει μάθει μέχρι στιγμής. Θα
εισέλθει στο βασίλειο του άγνωστου, πηγαίνοντας από τη μία κοινωνική τάξη στην
άλλη. Η Τζάσμιν δεν γεννήθηκε μέσα στα πλούτη, γνώρισε τον πλούσιο και
γοητευτικό σύζυγό της στο πανεπιστήμιο και τον παντρεύτηκε. Εκείνος, αμέσως την
μετέφερε σε έναν άλλο κόσμο – υψηλής μόδας, πολύτιμων κοσμημάτων, κομψών δείπνων
και ιδιωτικών αεροπλάνων. Βρέθηκε να είναι “αιχμάλωτη”. Άλλαξε την
καθημερινότητά της και βρέθηκε να ζει μια ζωή έξω από τα νερά της, την οποία
μετά ήταν φυσιολογικό να συνηθίσει. Η Κέιτ Μπλάνσετ θεωρεί ότι το γεγονός ότι η
Τζάσμιν λάτρεψε το χρήμα και όλη αυτή την πλουσιοπάροχη ζωή δεν ήταν
απροσδόκητο, καθώς πάντα ονειρευόταν τον πρίγκιπα με το άσπρο άλογο. Για να
καταφέρει κάνεις να έχει μια δουλειά και να χτίσει τη δικιά του ζωή θα πρέπει να
είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία στη ζωή, κάτι το οποίο η
Τζάσμιν δεν είχε μάθει ποτέ. Το γεγονός ότι σήκωσε τα μανίκια και λέρωσε τα
χέρια της, ξέφευγε τελείως από την ιδανική εικόνα που είχε σχηματίσει εκείνη για
την πραγματικότητα.
Ο μοναδικός Γούντι Αλεν
Ένας, ίσως, από τους σημαντικότερους Αμερικανούς δημιουργούς. Γεννήθηκε το 1935
στο Μπρούκλιν. Αφού εργάστηκε αρχικά ως stand up κωμικός, το 1965 έγραψε το
πρώτο του κινηματογραφικό σενάριο (“ What’s new Pussycat”) και την επόμενη
χρονιά γύρισε την πρώτη του ταινία με τίτλο “What’s Up, Tiger Lily?” Σκηνοθέτης,
σεναριογράφος, ηθοποιός και μουσικός, o Γούντι Αλεν είναι ένας από τους πιο
παραγωγικούς δημιουργούς της εποχής μας με περισσότερες από 40 ταινίες στο
ενεργητικό του, τις οποίες σκηνοθετεί, γράφει το σενάριο και τις πολλές φορές
πρωταγωνιστεί. Μερικές από τις ταινίες του είναι: “Πάρε Τα Λεφτά Και Τρέχα”
(1969), “Τα Πάντα Γύρω Από Το Σεξ” (1972), “Μέρες Ραδιοφώνου“ (1987), “Μια Άλλη
Γυναίκα“ (1988), “Παίζοντας Στα Τυφλά“ (2002), “ Μelinda & Melinda“ (2004),
“Match Point“ (2005), “Vicky Cristina Barcelona” (2008), “Whatever Works”
(2009), “You Will Meet a Tall Dark Stranger” (2010), “Midnight in Paris” (2011).
Υποψήφιος 7 φορές για Όσκαρ Σκηνοθεσίας - Κέρδισε για το “Nευρικός Εραστής”
(1977)
Υποψήφιος 15 φορές για Όσκαρ Σεναρίου - Κέρδισε για τα “Νευρικός Εραστής”
(1977), “Η Χάνα Και Οι Αδελφές της” (1986) και “Μεσάνυχτα Στο Παρίσι” (2011)
Υποψήφιος 1 φορά για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου για το "Νευρικός Εραστής" (1977)
Υποψήφιος 3 φορές για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας - Κέρδισε για το “Nευρικός
Εραστής” (1977)
Οι πρωταγωνιστές
Η Κέιτ Μπλάνσετ, μια από τις σημαντικότερες Αυστραλέζες ηθοποιούς, γεννήθηκε στη
Μελβούρνη το 1969 και σπούδασε υποκριτική στο Εθνικό Ινστιτούτο Δραματικών
Τεχνών στην Αυστραλία. Ξεκίνησε την καριέρα της με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο,
όπου ερμήνευσε σπουδαίους ρόλους σε έργα όπως "Άμλετ" και "Ολεάννα.
Πρωτοεμφανίστηκες στον κινηματογράφο με το "Όσκαρ και Λουσίντα" στο πλευρό του
Ρέιφ Φάινς το 1997, ενώ την επόμενη χρονιά, απέσπασε την πρώτη υποψηφιότητά της
για Όσκαρ και κέρδισε Χρυσή Σφαίρα για το "Ελίζαμπεθ. Άλλες ταινίες της: "Ο
ταλαντούχος κ. Ρίπλεϊ", "Aviator" (ταινία που της χάρισε και το Όσκαρ Β’
γυναικείου ρόλου), "The Good German", "The curious case of Benjamin Button", "Elizabeth:
The Golden Age", "Robin Hood" και “The Hobbit: An Unexpected Journey”.
Ο Άλεκ Μπόλντγουιν γεννήθηκε το 1958 στο Long Island των Η.Π.Α. Ξεκίνησε την
καριέρα του από την τηλεόραση το 1980, συμμετέχοντας στην καθημερινή σειρά του
NBC “The Doctors“. Στον κινηματογράφο έχει πάρει μέρος στις ταινίες “Το Κυνήγι
του Κόκκινου Οκτώβρη“, “Φίλησέ με Πριν… Αλλάξω“, “Δεσμοί Διαστροφής“, “Παιχνίδια
Επιβίωσης“, “Ρearl Harbor“, “The Aviator“, “Ο Πληροφοριοδότης“, “The Good
Shepherd”, “It’s Complicated”και “To Rome with Love” μεταξύ άλλων. Για την
ερμηνεία του στην ταινία “The Cooler“ προτάθηκε για Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου και
για Χρυσή Σφαίρα το 2004.
Η Σάλι Χόκινς γεννήθηκε το 1976 στο Λονδίνο και το 1998 αποφοίτησε από το Royal
Academy of Dramatic Arts. Ο Μάικ Λι της προσέφερε ουσιαστικά τον πρώτο της ρόλο
στον κινηματογράφο, με την ταινία "Όλα ή Τίποτα". Για την επόμενη
κινηματογραφική της εμφάνιση, βρέθηκε ξανά κάτω από τις σκηνοθετικές οδηγίες του
Λι, στην ταινία "Το Μυστικό της Vera Drake". Το βιογραφικό της περιλαμβάνει
επίσης το γκαγκστερικό έπος "Χάπια, Σφαίρες & 2.000.000 Λίρες" με τον Ντάνιελ
Κρεγκ, το "Βαμμένο Πέπλο, το "W Delta Z" και "Το Όνειρο της Κασσάνδρας" του
Γούντι Άλεν. Ο ρόλος της Πόπι στην ταινία "Τυχερή & Ευτυχισμένη" της χάρισε την
Αργυρή Άρκτο Καλύτερης Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου 2008.
|