Virgin Mountain Ισλανδία, 2016 Παραγωγή: Μπαλταζάρ Κορμακούρ, Αγκνες Γιοχάνσεν Σκηνοθεσία: Νταγκούρ Κάρι Σενάριο: Νταγκούρ Κάρι Φωτογραφία: Ράσμους Βίντεμπεκ Μοντάζ: Ολιβιέ Μπούγκε Κουτέ, Αντρι Στάιν Μουσική: Slowblow Πρωταγωνιστούν: Γκούναρ Γιόνσον, Ιλμουρ Κριστιάνσντοτιρ Διάρκεια: 93 λεπτά Από τον σκηνοθέτη του «Nói Albinói» και του «Dark Horse», μια ακόμη ιδιοσυγκρασιακή ισλανδική γλυκόπικρη δραμεντί που σφύζει από ειλικρίνεια, τρυφερότητα και κινηματογραφική απλότητα.. Ο καλόκαρδος γίγαντας Φούσι έχει πια πατήσει για τα καλά τα σαράντα και ακόμα δεν έχει το κουράγιο να ενηλικιωθεί, καθώς εξακολουθεί να ζει στο πατρικό του μαζί με τη μητέρα του. Κινείται σχεδόν σαν υπνωτισμένος μέσα σε μια καθημερινότητα όπου η ρουτίνα κυριαρχεί. Οταν μια γυναίκα γεμάτη ζωντάνια, ένα τραγούδι της Ντόλι Πάρτον και ένα οκτάχρονο κοριτσάκι εμφανιστούν αναπάντεχα στη ζωή του, θα αναγκαστεί να ρισκάρει και να βιώσει στ' αλήθεια όσα του προσφέρει η ζωή. Η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του Ισλανδού σκηνοθέτη Νταγκούρ Κάρι («Nói Albinói», «Dark Horse»), ενός δημιουργού με ιδιαίτερη αδυναμία στους περιθωριακούς χαρακτήρες, δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας: Το σινεμά βρίθει από ποικίλου ύφους ιστορίες ενηλικίωσης ενηλίκων που αρνούνται πεισματικά να μεγαλώσουν, ακόμα κι έτσι, όμως, η «Καρδιά Βουνό» καταφέρνει να ηχεί στο μεγαλύτερο μέρος της αυθεντική, κυρίως επειδή έχει την... καρδιά της στη θέση της. Ο ήρωάς της είναι μια κλασική περίπτωση άνδρα που μοιάζει να μην πέρασε ποτέ πραγματικά το κατώφλι της ενηλικίωσης και των ευθυνών που αυτή συνεπάγεται. Εχοντας κλείσει τα σαράντα, ο παχύσαρκος και αντικοινωνικός Φούσι παραμένει εξαρτημένος από τη μητέρα του, χτίζει μοντέλα μαχών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο σαλόνι τους και αντιμετωπίζει στωικά την ανιαρή δουλειά του μεταφέροντας αποσκευές στο αεροδρόμιο, όπου πέφτει διαρκώς θύμα εξευτελισμού από τους συναδέλφους του, ενώ οι μοναδικές του έξοδοι είναι τα μοναχικά του δείπνα σε ένα ταϊλανδέζικο εστιατόριο όπου παραγγέλνει πάντα το ίδιο πιάτο και οι βόλτες με το αμάξι, συντροφιά με τον αγαπημένο του ραδιοφωνικό σταθμό. Η γνωριμία του με τη Σιόφν, μια φαινομενικά έξω καρδιά γυναίκα που συναντά στα μαθήματα χορού που δέχεται απρόθυμα ως δώρο γενεθλίων από τη μητέρα του και τον εραστή της, αποτελεί το σεναριακό εύρημα για τη βίαιη έξοδο του Φούσι από την αναπόδραστη ρουτίνα του και την πορεία του προς μια καθυστερημένη ενηλικίωση, καθώς εκείνη αποδεικνύεται συναισθηματικά ασταθής, κυκλοθυμική, καταθλιπτική και εν τέλει μάλλον περισσότερο απροσάρμοστη από εκείνον. Η μετ’ εμποδίων σχέση τους αποπνέει μια αφοπλιστική τρυφερότητα και αυθεντική συγκίνηση, καθώς ο Φούσι βρίσκει σε αυτήν την αφορμή να φροντίσει για πρώτη φορά με τη σειρά του κάποιον άλλο, ο οποίος το έχει ανάγκη ενδεχομένως περισσότερο από εκείνον, έστω κι αν δεν καταφέρνει ποτέ να απογειωθεί σε μια πραγματικά εκκεντρική ιστορία αγάπης (όπως για παράδειγμα έκανε ανεπανάληπτα το «Χτυπημένος από Ερωτα» του Πολ Τόμας Αντερσον, που αναπόφευκτα έρχεται φευγαλέα στο μυαλό). Με διακριτικό, υπόγειο χιούμορ, μινιμαλιστική αισθητική, έμφυτη συμπάθεια για τους ιδιότροπους ήρωές του και την τόλμη να θίγει τις ανθρώπινες προκαταλήψεις (η αντιμετώπιση της κατάθλιψης της Σιόφν από το αφεντικό της, η αθώα σχέση του Φούσι με τη βαριεστημένη οκτάχρονη κόρη του γείτονά του που προκαλεί ένα σχεδόν αβάσταχτο σασπένς για το πώς μπορεί να εκληφθεί από τον περίγυρό του), το φιλμ αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ενός σύγχρονου ισλανδικού σινεμά που αρέσκεται σε φευγάτες, ιδιοσυγκρασιακές κομεντί που ενίοτε φλερτάρουν με έναν άγριο ρεαλισμό. Κι αν κάποιες φορές ο Κάρι ολισθαίνει σε μία κάποια σχηματοποίηση και προβλέψιμη εξέλιξη της λεγόμενης γλυκόπικρης συνομοταξίας, την ίδια στιγμή δεν χάνει ποτέ την επαφή του με την πραγματικότητα, χτίζοντας το πειστικό πορτρέτο ενός εσωστρεφούς καλοκάγαθου γίγαντα που δειλά δειλά αρχίζει να γνωρίζει πραγματικά τον κόσμο γύρω του. Ολα αυτά, βέβαια, δεν θα ήταν τα ίδια χωρίς την εκπληκτική ερμηνεία του Γκούναρ Γιόνσον, στο χαμηλωμένο βλέμμα και τα διστακτικά χαμόγελα του οποίου συνοψίζονται η στωικότητα και η ανομολόγητη δίψα μιας ολόκληρης ζωής.ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Δεν μπορείς να αποφεύγεις για πάντα τη ζωή. Μια γλυκόπικρη κομεντί για έναν τρυφερό, ντροπαλό άνθρωπο με μεγάλη καρδιά που αποφασίζει επιτέλους να συναντηθεί με τις επιθυμίες του. Η νέα ταινία του Ισλανδού Νταγκούρ Κάρι, ΚΑΡΔΙΑ ΒΟΥΝΟ (VIRGIN MOUNTAIN / FUSI), έκανε την πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Βερολίνου (Berlinale Special Gala) ενώ στη συνέχεια διακρίθηκε στο Φεστιβάλ της Tribeca με τα Bραβεία Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας και Καλύτερου Σεναρίου. Αναδείχθηκε ως η Καλύτερη Σκανδιναβική Ταινία της χρονιάς για το Nordic Film Council, ενώ προβλήθηκε ανάμεσα σε άλλα και στα φεστιβάλ Λονδίνου, Κάρλοβι Βάρι, CPH PIX (Βραβείο Κοινού), Καΐρου (Βραβεία Καλύτερης Ταινίας & Καλύτερης Σκηνοθεσίας). Μετά τις ταινίες Noi Albinoi και Dark Horse που τον καθιέρωσαν καθώς και το Καταφύγιο της Καρδιάς (The Good Heart) που γυρίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Νταγκούρ Κάρι επιστρέφει στην Ισλανδία με την ταινία Καρδιά Βουνό. Ο καλόκαρδος γίγαντας Φούσι έχει πια πατήσει για τα καλά τα σαράντα και ακόμα δεν έχει το κουράγιο να ενηλικιωθεί καθώς ζει ακόμη στο πατρικό του μαζί με τη μητέρα του. Κινείται σχεδόν σαν υπνωτισμένος μέσα στην καθημερινότητα όπου η ρουτίνα κυριαρχεί. Όταν μια γυναίκα γεμάτη ζωντάνια, ένα τραγούδι της Ντόλι Πάρτον και ένα οκτάχρονο κοριτσάκι εμφανιστούν αναπάντεχα στη ζωή του, θα αναγκαστεί να ρισκάρει και να ζήσει όσα του προσφέρει η ζωή. Σημείωμα του σκηνοθέτη Δεν είναι μια συνειδητή απόφαση να έχω ως ήρωες στις ταινίες μου «περιθωριακούς» ανθρώπους. Απλά με ενδιαφέρει να δημιουργώ τους καλύτερους δυνατούς χαρακτήρες, και αυτοί που είναι λίγο παράξενοι, αυτοί που αισθάνονται λίγο άβολα είναι αυτοί που δημιουργούν ενδιαφέρουσες καταστάσεις παρά εκείνοι που ακολουθούν τη νόρμα. Εκεί εστιάζω: στο χαρακτήρα και στις καταστάσεις. Αλλά ο όρος «περιθωριακός» δεν ήταν ποτέ στο μυαλό μου μέχρι που άρχισαν να με ρωτούν σχετικά οι δημοσιογράφοι. Μόλις βάλεις το στοιχείο «αγόρι γνωρίζει κορίτσι» σε μια ταινία, η ιστορία συνήθως μπαίνει στον αυτόματο πιλότο. Γίνεται προβλέψιμη και επίτηδες προσπάθησα να κάνω μια ανατροπή σε αυτό το κλισέ. Επίσης, ένιωσα πως ο Φούσι, ο κεντρικός χαρακτήρας χρειαζόταν ένα διαφορετικό είδος ολοκλήρωσης. Ήθελα το τέλος να είναι ταυτόχρονα πολύ μικρό και πολύ μεγάλο. Συνειδητοποιούμε ότι κάτι που στους περισσότερους από εμάς φαίνεται μια εντελώς συνηθισμένη δράση, για τον Φούσι είναι ένα επαναστατικό βήμα. Πρόκειται για μια ιστορία για έναν άνδρα που κάνει ένα καθοριστικό βήμα για την υπόλοιπη ζωή του. Είναι κάτι με το οποίο μπορεί να ταυτιστεί πολύς κόσμος, ελπίζω. Επιπλέον, πιστεύω ότι όλοι έχουμε νιώσει ενοχές γιατί κριτικάραμε κάποιον άδικα. Στον χριστιανικό κόσμο υπάρχει ο σπόρος των τύψεων που προκύπτουν από αυτές τις ενοχές. Όταν μοντάραμε την ταινία, έπαιζε ανάποδα για μια στιγμή ο ήχος και το όνομα του πρωταγωνιστή στα ισλανδικά Φούσι, ακούστηκε ως Ιησούς (Jesu), ηχητικά ακούστηκε έτσι και σκέφτηκα να μια ωραία σύμπτωση. Βραβείο Καλύτερης Ταινίας, Σεναρίου, Ανδρικού Ρόλου - Tribeca Film Festival Special Gala - Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου Βραβείο Κοινού - CPH PIX Βραβείο Καλύτερης Σκανδιναβικής Ταινίας 2015 Βραβεία Καλύτερης Ταινίας & Καλύτερης Σκηνοθεσίας - Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καΐρου |