Kalandar Soğuğu Τουρκία, 2015 Παραγωγή: Νερμίν Αϊτέκιν, Ιβάν Ανγκελούζ Σκηνοθεσία: Μουσταφά Καρά Σενάριο: Μουσταφά Καρά, Μπιλάλ Σερτ Φωτογραφία: Σεβαχίρ Σαχίν, Κουρσάτ Ουρεσίν Μοντάζ: Αλί Αγκά, Ουμούτ Σακαλίλογλου, Σερχάτ Σολμάζ Μουσική: Ελεονόρ Φουρνιό Πρωταγωνιστούν: Χεϊντάρ Σισμάν, Νουραϊ Γιεσιλαράζ, Χανίφε Καρά Διάρκεια: 139 λεπτά Σπάνιας εικαστικής ομορφιάς ανθρωπολογική μελέτη, η οποία μέσα από αργούς, υπνωτιστικούς ρυθμούς εξελίσσεται σε ένα συμβολικό υπαρξιακό δράμα που ανταμείβει τον υπομονετικό θεατή. Η «Ελπίδα» (1970 ), η καλύτερη στιγμή στης φιλμογραφία του Γιλμάζ Γκιουνέι, αφηγείται την ιστορία ενός φτωχού αμαξά ο οποίος αφοσιώνεται στο κυνήγι ενός μυθικού, θαμμένου στην έρημο θησαυρού, φτάνοντας έτσι στα όρια της τρέλας. Η δεύτερη ταινία του Μουσταφά Καρά έχει για πρωταγωνιστή έναν παρόμοιας ψυχολογίας ήρωα, τον Μεχμέτ, ο οποίος έχει γίνει ένα με τον πάτο της τουρκικής κοινωνικής πυραμίδας. Ζώντας σε ένα άθλιο καλύβι χωρίς ηλεκτρισμό στα παγωμένα βουνά του Πόντου, αφήνει τη γυναίκα, την ηλικιωμένη μητέρα και τα δύο μικρά αγόρια του να τα βγάλουν πέρα με τις σκληρές κτηνοτροφικές εργασίες και αναζητά φλέβες χρυσού σε μακρινές σπηλιές και απόκρημνες ρεματιές. Χρεωμένος, πιστεύει πως αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να πιάσει την καλή, οπότε αγνοεί τα παράπονα της συζύγου και τις συμβουλές των συγχωριανών του. Μόνον όταν ο σκληρός χειμώνας γίνεται απαγορευτικό εμπόδιο στην εμμονική αναζήτησή του, βρίσκει μια νέα ευκαιρία «πλουτισμού». Τις τοπικές ταυρομαχίες, οι οποίες προσφέρουν δελεαστικό χρηματικό έπαθλο στους νικητές. Έτσι, αντί να πουλήσει τον οικογενειακό ταύρο και να ξεχρεώσει, αρχίζει να τον εκπαιδεύει για τη μεγάλη μάχη.Μια κοινωνία με τεράστιες ανισότητες κι ένας κόσμος στηριγμένος στη θεόσταλτη ευκαιρία – οι (οικονομικές ) αλλαγές στον καπιταλισμό δεν είναι αποτέλεσμα συνειδητής γνώσης, αλλά ανακάλυψης «θησαυρού» (από το Τζόκερ μέχρι έναν καλό γάμο ). Ο Καρά κοιτάζει πόσο λίγο έχει αλλάξει η χώρα του από την εποχή του Γκιουνέι, πριν από σχεδόν μισό αιώνα, υιοθετεί όμως μια συμβολικότερη κινηματογραφική γλώσσα για να περιγράψει την ψυχοσύνθεση και την ξεχασμένη από τον θεό μοίρα των κατοίκων της. Τον ρόλο μάλιστα του απόντος θεού παίρνει η φύση, η οποία κινηματογραφείται μεγαλειώδης και απειλητική, πανέμορφη όσο κι αιωνίως αδιάφορη για τα ανθρώπινα, με τους Σεβαΐρ Σαχίν και Κιουρσάτ Ουρεζίν να υπογράφουν μία από τις συναρπαστικότερες φωτογραφικές δουλειές –αριστοτεχνικό καδράρισμα, πλούσιες φυσικές λεπτομέρειες, υποφωτισμένα εσωτερικά πλάνα εικαστικής τελειότητας– των τελευταίων χρόνων. Το αφιλόξενο φυσικό τοπίο κατέχει εδώ τον ρόλο ζωντανού πρωταγωνιστή και η προσπάθεια του «μικροσκοπικού» Μεχμέτ να αναρριχηθεί στις ορεινές πλαγιές αποκτά σισύφειες διαστάσεις. Αντιπαραβάλλοντας το φυσικό με το ανθρώπινο, το μικρό με το μεγάλο, το εφήμερο με το αιώνιο και τον ακατέργαστο ρεαλισμό με μια ονειρική ελπίδα διαφυγής, το «Κρύο της Τραπεζούντας» συνεχίζει την κινηματογραφική παράδοση που ξεκινάει από τον Γκιουνέι και φτάνει, μέσω του Τσεϊλάν και του Καπλάνογλου, στη νέα τουρκική σκηνοθετική γενιά. Με μινιμαλιστική πλοκή, υποβλητικά αργούς αφηγηματικούς ρυθμούς και βαθιά γνώση της μεγάλης, βουβής ανθρώπινης περιπέτειας, μας διηγείται μια συγκινητική κινηματογραφική ιστορία πίστης, δικαίωσης και διάψευσης, αποτυπώνοντας συγχρόνως την αλήθεια μιας ολόκληρης –ανύπαρκτης για τις οθόνες των multiplex– πολιτικοκοινωνικής πραγματικότητας. |