If Beale Street Could Talk Υποψήφια για τρία βραβεία Όσκαρ και βασισμένη σε βιβλίο ενός από τους
κορυφαίους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, η καινούργια δημιουργία του
σκηνοθέτη που θριάμβευσε πριν μερικά χρόνια με το «Moonlight» είναι ένα ευγενές
κοινωνικό δράμα με γενναιόδωρο συναισθηματικό απόθεμα. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του διάσημου συγγραφέα Τζέιμς Μπόλντουιν, γραμμένο το 1974, και το μόνο σίγουρο είναι πως δεν υπάρχει ιδανικότερος κινηματογραφικός δημιουργός να μεταφέρει τον λυρισμό, τη ρομαντική μελαγχολία και τον χαμηλότονο μα συνάμα και τόσο έντονο πολιτικο-κοινωνικό σχολιασμό από τον Μπάρι Τζένκινς, τον σκηνοθέτη / σεναριογράφο που μας χάρισε το πολυβραβευμένο «Moonlight» το 2016. Σε μια κινηματογραφική βιομηχανία (mainstream και ανεξάρτητη) όπου επικρατούν οι ηχηρές φωνές, οι μεγαλοστομίες και οι οπτικοακουστικές φανφάρες, λίγοι είναι οι εναπομείναντες «ποιητές» της μεγάλης οθόνης, και ο Τζένκινς αποδεικνύει πως είναι όντως ένας από αυτούς. Η οδός Μπιλ (στον τίτλο του βιβλίου και της ταινίας) αναφέρεται σε έναν δρόμο στη Νέα Ορλεάνη «όπου γεννήθηκαν ο πατέρας μου, ο Λούι Άρμστρονγκ και η jazz. Καθένας από τους μαύρους ανθρώπους της Αμερικής γεννήθηκε στην οδό Μπιλ», όπως γράφει ο Μπόλντουιν και «κοπιάρει» ως επεξηγηματικό πρώτο κάδρο της ταινίας ο Τζένκινς. Καθώς η δράση διαδραματίζεται στο νεοϋορκέζικο Χάρλεμ, είναι προφανές πως η οδός Μπιλ είναι ένα νοητό σύμβολο, και ο Τζένκινς μάς έχει ήδη αποδείξει από το «Moonlight» πως είναι ειδικός στον κινηματογραφικό συμβολισμό. Καθώς το απόσπασμα από το έργο του Μπόλντουιν δίνει τη θέση του στο πρώτο κινηματογραφικό κάδρο, η κάμερα μας συστήνει τους δύο νεαρούς ήρωες, την Τις και τον Φόνι, οι οποίοι βολτάρουν ανέμελοι και αποπνέουν μια βαθιά συναισθηματική σύνδεση που υπερβαίνει τα στερεοτυπικά, ρηχά και συνήθως βραχύβια ρομάντζα, καθώς ο ένας κοιτά με ειλικρίνεια και απέραντη αγάπη τα μάτια του άλλου, με μια ενστικτώδη αίσθηση πως θυμίζουν μοντέρνους Ρωμαίο και Ιουλιέτα, ενώ η μουσική που τους συνοδεύει δεν είναι (όπως θα περίμενε κανείς) jazz, αλλά τα υπέροχα μελαγχολικά έγχορδα της σύνθεσης του Νίκολας Μπρίτελ, που εντείνουν τον συναισθηματικό αντίκτυπο αλλά και προοιωνίζονται τις δύσκολες συνθήκες που θα συναντήσει το ζευγάρι μετά το τέλος αυτής της εναρκτήριας σκηνής. Η μουσική τού Μπρίτελ θα συνεχίσει να «αγκαλιάζει» τους βασικούς χαρακτήρες σε όλο το δίωρο κινηματογραφικό τους ταξίδι, όπως έκανε με εξίσου μαγευτικά αποτελέσματα και στην προηγούμενη συνεργασία του με τον Τζένκινς, στο «Moonlight». Αναμενόμενα, η ιστορία τους δεν έχει καλή εξέλιξη, καθώς ο Φόνι φυλακίζεται για μια υπόθεση βιασμού στην οποία δεν είχε καμία ανάμειξη, ενώ η Τις μαθαίνει πως είναι έγκυος. Κι ενώ η δική της οικογένεια αντιδρά στα νέα της εγκυμοσύνης με χαρά κι αισιοδοξία, οι snob «θεούσες» μητέρα και αδελφές του Φόνι αποτάσσονται την όλη κατάσταση κι εξαφανίζονται από την αφήγηση μετά από μια (αλλά επική) σκηνή στο σπίτι της οικογένειας της Τις. Η (μόλις) 19χρονη κοπέλα, με τη στήριξη της φαμίλιας της και κυρίως της «ήρεμης δύναμης» που είναι η μητέρα της, αναλαμβάνει με ψυχραιμία, στωικότητα μεγαλύτερη της ηλικίας της και ψυχική δύναμη την ευθύνη της επερχόμενης μητρότητας, τον ουσιαστικό αγώνα για την αποφυλάκιση του Φόνι αλλά και τα πλήγματα από τις αναπόφευκτες αντιξοότητες που συναντούν καθημερινά Αμερικανοί πολίτες με το «λάθος» χρώμα δέρματος μέσα στην ίδια τους τη χώρα. «Αυτή η χώρα πραγματικά δεν συμπαθεί τους αράπηδες, φίλε μου», όπως αναφέρει ένας πρωταγωνιστικός χαρακτήρας, λόγια της γραφής του Μπόλντουιν και της κινηματογραφικής μεταφοράς του Τζένκινς που δυστυχώς αντηχούν δυνατά μέχρι τώρα, σχεδόν μισόν αιώνα από τότε που πρωτογράφτηκαν. Ο Τζένκινς, όμως, δεν έχει κάνει (ούτε είχε ποτέ σκοπό να δημιουργήσει) μια πολεμική ταινία. Ο θυμός και το άδικο βρίσκονται ασφαλώς παρόντα, ωστόσο η οργή δεν είναι εξόφθαλμη και αυτοσκοπός της ταινίας (ενδιαφέρον έχει να παρατηρήσει κανείς το contrast της κινηματογραφικής γλώσσας μεταξύ του Τζένκινς και του Σπάικ Λι του επίσης διαδραματιζόμενου σε παρόμοια εποχή «Η Παρείσφρηση»). Με τον χαρακτηριστικό (πλέον) αφηγηματικό λυρισμό και τη σχεδόν «zen» σκηνοθετική του στάση, ο Τζένκινς (μέσω της γραφής τού Μπόλντουιν) επικεντρώνεται τόσο στο ζευγάρι όσο (κυριότερα) και στη δύναμη της εικόνας της γυναίκας – μητέρας, με μια πιο σοφιστικέ περιγραφή παραδείγματος girl power (από όσα έχουμε συνηθίσει, ειδικά πρόσφατα, στη μεγάλη οθόνη). Με την έξοχη χρήση της έτσι κι αλλιώς πανέμορφης φωτογραφικής παλέτας του Τζέιμς Λάξτον, ο Τζένκινς στήνει συχνά τους ηθικά και συναισθηματικά αθώους (#diplhs) ήρωές του σε κινηματογραφικά κάδρα που παραπέμπουν σε αγιογραφίες (σε μια ακόμα άμεση σύγκριση με παρόμοια κάδρα στην «Παρείσφρηση» του Λι, ο Τζένκινς «κερδίζει»), ενώ αληθινές φωτογραφίες αρχειακού υλικού της εποχής που μαρτυρούν φυλετικές εντάσεις, αστυνομική βία, καθώς και τη φτώχεια αστικών περιοχών όπου έμεναν μειονότητες, κόβουν κάπως απότομα τη σχεδόν ονειρική κινηματογράφηση, σαν θλιβερές υπενθυμίσεις του παρελθόντος αλλά και του παρόντος στο οποίο, τελικά, ελάχιστα έχουν αλλάξει. Ωστόσο, υπάρχει και το κατά καιρούς σωτήριο (αν και διάσπαρτο) χιούμορ, μέσα σε ένα σενάριο που είναι συχνά (και αναμενόμενα, γνωρίζοντας πια τη χαρακτηριστική σεναριακή γραφή του Τζένκινς) αφαιρετικό, δίνοντας περισσότερη προσοχή στον ψυχισμό και τα συναισθήματα παρά στα λόγια των χαρακτήρων, προσφέροντας έτσι μια ιδιαίτερα φορτισμένη πρόκληση στους ηθοποιούς του, οι οποίοι δεν απογοητεύουν. Οι δύο νεαροί πρωταγωνιστές, Κίκι Λέιν και Στεφάν Τζέιμς, είναι ιδανικά επιλεγμένοι για τους αντίστοιχους ρόλους των Τις και Φόνι, με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια στην αγνότητα των συναισθημάτων τους, ενώ η Ρετζίνα Κινγκ είναι επάξια υποψήφια για Όσκαρ δεύτερου ρόλου, υποδυόμενη τη μητέρα της Τις που προσπαθεί να βοηθήσει και να στηρίξει με κάθε τρόπο τη νεαρή της κόρη. Όπως και οι δύο κεντρικοί ήρωες, έτσι και ο Τζένκινς κοιτά τον θεατή κατάματα, με ακλόνητη ειλικρίνεια και πειθώ, σε ένα όχι μόνο επίκαιρο, αλλά διαχρονικό κινηματογραφικό κομψοτέχνημα που πηγάζει από την πένα ενός αληθινά σημαντικού λογοτέχνη, και το αποτέλεσμα του συνδυασμού των δύο τεχνών είναι αρμονικά ιδανικό κι επιτυχημένο. Σημείωμα του συγγραφέα Όλοι οι μαύροι που γεννήθηκαν στην Αμερική, γεννήθηκαν στην Οδό Μπιλ, γεννήθηκαν στη μαύρη γειτονιά κάποιας αμερικάνικης πόλης, είτε του Τζάκσον, του Μισισιπί, του Χάρλεμ ή της Νεάς Υόρκης. Η Οδός Μπιλ είναι η κληρονομιά μας. Αυτό το μυθιστόρημα αφορά την απόλυτη ανάγκη να εκφραστεί αυτή η κληρονομιά. Η οδός Μπιλ είναι θορυβώδης. Είναι υπόθεση του αναγνώστη να διακρίνει το νόημα μέσα στο χτύπημα των ντραμς. James Baldwin Σημείωμα του σκηνοθέτη Ανάμεσα στις σχέσεις που βρίσκονται στον πυρήνα της ταινίας υπάρχει μία τρυφερή ομοιοκαταληξία που κάνει, για τους μαύρους, τον κόσμο πιο ανεκτό και το αμερικάνικο όνειρο μια υπόσχεση για την οποία αξίζει κάποιος να παλέψει. Το να μεταδώσω αυτές τις ιδέες –θεματικές, διανοητικές και συναισθηματικές ιδέες- μέσα από τους ηθοποιούς και τους συνεργάτες μου πίσω από την κάμερα, αυτή την οικογένεια, είναι ο καλύτερος τρόπος για να τιμήσω τον αγαπημένο μου συγγραφέα, James Baldwin. «Η αγάπη σε έφερε εδώ». Η αγαπημένη μου ατάκα από το καταπληκτικό μυθιστόρημα του Baldwin. Και το πνεύμα με το οποίο κάναμε την ταινία. Barry Jenkins Από το χαρτί στο πανί Το Χάρλεμ, άλλωστε, είναι με τον τρόπο του ένας από τους πρωταγωνιστές της
ιστορίας. «Νιώθω ότι βιβλίο είναι μια ερωτική επιστολή με αποδέκτη το Χάρλεμ.
Κανείς δεν μπορεί να αγαπήσει ένα μέρος περισσότερο από κάποιον που γράφει εκ
των έσω, όπως ο Baldwin. Γιατί το Χάρλεμ εκείνη την περίοδο ήταν ένα
περιορισμένο μέρος. Κι όμως εκεί η Tish νιώθει ασφαλής. Εκεί οι χαρακτήρες
νιώθουν ότι τους αγαπούν, εκεί η αγάπη μπορεί να ανθίσει» επισημαίνει ο
σκηνοθέτης.
Σε σχέση με την προηγούμενη ταινία του, το εξαιρετικό Moonlight, που τιμήθηκε με το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, το νέο εγχείρημα αποδείχθηκε ακόμα πιο δύσκολο και απαιτητικό. «Έχει πολλούς περισσότερους χαρακτήρες. Έπρεπε να επιστρατεύσω διαφορετικούς μύες για να κάνω την ταινία» λέει ο δημιουργός. Η επιλογή των ηθοποιών Η οικειότητα ανάμεσα στους δύο νέους ανθρώπους που υποδύονται το πρωταγωνιστικό ζευγάρι είναι ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα για την επιτυχία της ταινίας. «Χρειαζόμασταν δύο ανθρώπους που είναι δεμένοι, που μοιράζονται απόψεις και σκέψεις. Η KiKi Layne και ο Stephan James το έχουν αυτό» εξηγεί ο δημιουργός. H Tish, η νεαρή πρωταγωνίστρια της ιστορίας, είναι ένας δυνατός χαρακτήρας με τον οποίο το κοινό ταυτίζεται αμέσως. Ο δημιουργός, από τη μεριά του, τονίζει την ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα της Tish, που ήταν προφανής ήδη από τη συγγραφή του σεναρίου. «Όταν γράφω ένα σενάριο, σπάνια βλέπω έναν ηθοποιό στον ρόλο. Ελπίζω μέσα από το casting να βρω ποιος είναι ο χαρακτήρας. H Tish είναι γραμμένη με τέτοια λεπτομέρεια που ένιωσα ότι θα ήξερα ποια ηθοποιός θα την αναλάμβανε με το που θα την έβλεπα. Στην KiKi, βρήκα έναν συνδυασμό δύναμης και ευαισθησίας, σοφίας και αφέλειας, που είχα δει στον χαρακτήρα στο χαρτί». «Μόλις μετακόμισα στο Λος Άντζελες από το Σικάγο, ένας φίλος μου είπε για την ταινία του Barry Jenkins. Όταν διάβασα την περιγραφή του χαρακτήρα της Tish, αμέσως κατάλαβα ότι ήταν μια γυναίκα πολύ κοντά σε εμένα. Ήξερα ότι έπρεπε να διεκδικήσω τον ρόλο» λέει η πρωταγωνίστρια της ταινίας KiKi Layne. «Αυτό που με τράβηξε στον χαρακτήρα ήταν η γλυκύτητα της, η αθωότητα της και πώς δεν τα έχασε εξαιτίας της φυλάκισης του Fonny. Στην πραγματικότητα, η οικογένεια της την ενθάρρυνε να κρατήσει το παιδί και να στηρίξει τον αγαπημένο της σε αυτή τη φριχτή κατάσταση. Θα μπορούσε να μοιάζει με αδυναμία, αλλά για την Tish είναι δύναμη, η οποία μεταδίδεται και στους γύρω της. O Baldwin γράφει στο βιβλίο για το πρώτο τους ραντεβού και πώς εκείνη κατάλαβε ότι η αγάπη τους ήταν μοιραία, ήταν το πεπρωμένο τους. Ο τρόπος που παλεύει για αυτόν της έρχεται φυσικά. Είναι κομμάτι του εαυτού της» λέει η ηθοποιός για τον ρόλο της.
Η σχέση των δύο νέων είναι τόσο σημαντική, που ακόμα και όταν δεν είναι μαζί στην ταινία δίνουν την αίσθηση μιας μονάδας. «Μοιράζονται κάτι μαγικό, κάτι που απειλείται. Στο βιβλίο περιγράφεται σαν ένα είδος αγάπης που ποτέ δεν έχω ξανακούσει. Ξέραμε ότι κάναμε κάτι ξεχωριστό ήδη από τη γλώσσα του σεναρίου. Είναι μία μοναδική ιστορία και είναι σημαντικό που δείξαμε δύο νέους μαύρους σαν αδελφές ψυχές, κάτι περισσότερο από εραστές και ότι τους δείξαμε με τις οικογένειες τους και τους ανθρώπους που αγαπούν» λέει ο Stephan James για τη σχέση του ζευγαριού. H KiKi Layne συμφωνεί και επαυξάνει. «Επειδή μιλάμε για τον Baldwin, εκτός από τον έρωτα και την αγάπη, η ιστορία μιλάει για κοινωνικά θέματα και ανισότητες. Το βιβλίο γράφτηκε το 1974 και ακόμα έχουμε τα ίδια θέματα. Αυτό εντείνει τη δύναμη των χαρακτήρων και τη σύνδεση που έχουν μεταξύ τους. Δείχνει ότι η αγάπη τους τα ξεπερνάει όλα αυτά» σχολιάζει η ηθοποιός. Η Regina King, που είναι υποψήφια για Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου, υποδύεται τη μητέρα της Tish, Sharon Rivers. «Αυτό που κάνει τη σχέση ανάμεσα στον Fonny και την Tish τόσο ξεχωριστή είναι το πώς η οικογένεια της Tish τον αποδέχεται. Η οικογένεια της ξέρει ότι ο Fonny δεν είναι ό,τι καλύτερο για την κόρη τους. Η ίδια του η οικογένεια δεν εκφράζει αγάπη. Η Sharon το νιώθει αυτό από την αρχή και δεν μπορεί παρά να τον καλωσορίσει στην οικογένεια της» λέει η ηθοποιός. «Η οικογένεια Rivers είναι μεγαλόψυχη και δεν έχει μυστικά. Φαντάστηκα τις πόρτες στο σπίτι τους ανοιχτές. Δυστυχώς, δεν βλέπουμε συχνά τέτοιες οικογένειες σε ταινίες. Όταν η Tish μένει έγκυος, η Sharon καταλαβαίνει ότι αν την αφήσει να νιώσει άσχημα, θα της ραγίσει την καρδιά. Ξέρει τι μπορεί να κάνει το άγχος σε μία μητέρα που περιμένει παιδί. Οπότε, τα ένστικτα της ξυπνάνε και την κάνουν προστατευτική, ώστε η κόρη της να νιώθει ότι την αγαπούν και την αποδέχονται ως μέλλουσα μητέρα» εξηγεί η ηθοποιός. «Πήρα πολλά από τη συνεργασία μου με τη Regina King. Είναι πολύ επιτυχημένη και παραμένει γνήσια και υποστηρικτική. Είναι καταπληκτική, ακόμα την αποκαλώ μαμά κι εκείνη με λέει κόρη» σχολιάζει η KiKi Layne για τη συνύπαρξη της με την King.
«Μας δίνει ελευθερία και πολύ χρόνο να βρούμε μόνοι μας τους χαρακτήρες. Δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου παίρνουμε ρίσκα, χωρίς να φαινόμαστε ανόητοι. Έχει κάτι πολύ αυθόρμητο» εξηγεί ο Stephan James. «Ο Barry προτείνει πράγματα που δεν περιμένεις. Έμαθα να είμαι έτοιμος γιατί μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Όπως την πρώτη μέρα του γυρίσματος, όταν έπαιξα σε μία σκηνή που δεν υπάρχει στο σενάριο. Κατάλαβα ότι αν επενδύσεις σε αυτόν, αν είσαι ετοιμοπόλεμος και πρόθυμος τότε θα προκύψει κάτι ιδιαίτερο. Ζει στη στιγμή και δημιουργεί κάτι αυθεντικό». Η ατμόσφαιρα Έτσι, το σπίτι των Rivers αντανακλά την αγάπη και την τρυφερότητα της οικογένειας. Είναι ένα σπίτι στο Χάρλεμ που ήταν σε διαδικασία ανακαίνισης, οπότε η ομάδα του σχεδιασμού παραγωγής μπόρεσε να χτίσει τα σκηνικά από την αρχή. Το υπόγειο διαμέρισμα του Fonny, που βρίσκεται στο υποβαθμισμένο εκείνη την εποχή Village, έχει τα βασικά έπιπλα και μία ρωγμή στον τοίχο που δημιουργήθηκε για τις ανάγκες των γυρισμάτων. «Θελήσαμε να αντηχήσουμε τη γλώσσα του βιβλίου και την ενέργεια του Χάρλεμ μέσα από τις εικόνες μας. Εμπνευστήκαμε από την ευφράδεια του Baldwin και την ελπίδα που έχει μέσα της η αγάπη του ζευγαριού» εξηγεί ο δημιουργός. Εμπιστεύσου την Αγάπη «Η αγνότητα της αγάπης μεταξύ τους με αιχμαλώτισε από την αρχή. Ο Baldwin είχε γράψει με πολλές διαφορετικές φωνές και μία από αυτές είναι βαθιά αισθησιακή, άρρηκτα συνδεδεμένη με τα ανθρώπινα συναισθήματα. Αλλά μπορούσε να είναι και πολύ, πολύ θυμωμένος στην κοινωνική του κριτική. Αυτό το βιβλίο είναι η τέλεια μείξη της διαμαρτυρίας με τη βαθιά πίστη στον έρωτα και τον αισθησιασμό. Όταν διάβασα το βιβλίο και το ξαναδιάβασα, σκέφτηκα ότι θα ήταν καταπληκτικό να τροφοδοτήσω με αυτά τα δύο μια κινηματογραφική γλώσσα» καταλήγει ο δημουργός. Για την KiKi Layne, η δύναμη της αγάπης είναι αυτό που επιθυμεί να πάρει το κοινό μαζί του βγαίνοντας από την αίθουσα. «Υπάρχει πολλή δύναμη όταν σε αγαπούν και αγαπάς κι εσύ τους άλλους. Αυτή η ταινία μου το έμαθε αυτό. Είμαι από φυσικού μου ανεξάρτητη και είχα αυτή τη στενόμυαλη άποψη ότι η δύναμη έρχεται από όλα αυτά που μπορούμε να κάνουμε μόνοι μας. Η ταινία όμως με έκανε να αναρωτηθώ τι είναι η δύναμη. Και πόση δύναμη και θάρρος υπάρχει στην αγάπη. Επίσης, η ιστορία έχει ειπωθεί μέσα από τη ματιά μιας νεαρής γυναίκας. Μεγαλώνοντας, οι γυναίκες μαθαίνουν ότι το να είναι συναισθηματικές, τις κάνει λιγότερο δυνατές. Αλλά ελπίζω ότι οι νέες γυναίκες θα νιώσουν κοντά στην Tish και ότι θα δουν τα δυνατά της στοιχεία». Ο Stephan James νιώθει ευγνωμοσύνη για την προοπτική που ανοίγει η ταινία στο κοινό. «Μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε τα βαθιά θέματα που επηρεάζουν τη χώρα μέχρι σήμερα. Παρόλο που τα λόγια του Baldwin γράφτηκαν το 1974, σημαίνουν πολλά στο εδώ και τώρα. Ο James Baldwin ήταν ένας άντρας της εποχής του, αλλά και πιο μπροστά από την εποχή του την ίδια στιγμή. Έγραφε για την ανθρώπινη συνθήκη και όσο υπάρχουν άνθρωποι στον πλανήτη Γη, τα πράγματα για τα οποία παλεύει θα είναι ίδια». «Είτε είσαι 16, 45 ή 95, αν έχεις ερωτευτεί, μπορείς να συνδεθείς με αυτή την ιστορία και να δεις τη δύναμη της αληθινής αγάπης» καταλήγει ο Stephan James. |