Flandres. Γαλλία, 2006. Σκηνοθεσία - σενάριο: Μπρουνό Ντιμόν. Ηθοποιοί: Αντελαΐντ Λερού, Σαμιέλ Μπολντέν, Ανρί Κρετέλ. 91 λεπτά. Τον έρωτα σε αντιπαράθεση με τη βαρβαρότητα του πολέμου παρουσιάζει ο Γάλλος σκηνοθέτης Μπρουνό Ντιμόν, σε μια συγκλονιστική, δοσμένη με ανθρωπιά, αλλά και εικαστική δύναμη ταινία. Ο έρωτας από τη μια και ο πόλεμος που μετατρέπει τον άνθρωπο σε κτήνος από την άλλη είναι στο επίκεντρο της ταινίας «Φλάνδρα», του σκηνοθέτη Μπρουνό Ντιμόν, γνωστού μας από τις ταινίες του «Η ζωή του Χριστού» (1997, ειδική μνεία της Χρυσής Κάμερας των Κανών), «L' humanite» (Μέγα Βραβείο της κριτικής επιτροπής στις Κάνες το 1999) και «21 φοίνικες» (επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Βενετίας). Η ιστορία αρχίζει σε μια μίζερη, ερημωμένη φάρμα της Φλάνδρας, με ένα ζευγάρι αγροτών, τον ψυχρό, κλεισμένο στον εαυτό του, Αντρέ (Σαμιέλ Μπορτνέν) κι ένα σιωπηλό κορίτσι, την Μπαρμπ (Αντελαΐντ Λερού), να κάνουν βιαστικά και χωρίς κανένα συναίσθημα έρωτα, λίγο πριν ο Αντρέ ξεκινήσει, συντροφιά μ' έναν άλλο φίλο της Μπαρμπ, για να πάρει μέρος σ' έναν πόλεμο κάπου στη Μέση Ανατολή. Παράλληλα με τη ζωή της Μπαρμπ στη φάρμα, ο Ντιμόν σκιαγραφεί με έναν έντονο ρεαλισμό, σχεδόν νατουραλισμό, τις ιδιαίτερα φριχτές σκηνές του πολέμου που μας αποκαλύπτουν τον παραλογισμό του, όπως εκείνες όπου η ομάδα των Γάλλων στρατιωτών σκοτώνει δυο παιδιά ή εκείνη που βιάζουν μια γυναίκα-αγωνίστρια, με τα αντίποινα που ακολουθούν από πλευράς των Αράβων πολεμιστών. Ο Ντιμόν θέλησε να μπει κατευθείαν στις «ρίζες του πολιτισμού» μας, όπως ανέφερε ο ίδιος, για να μελετήσει τη συμπεριφορά του ατόμου σε κρίσιμες περιόδους όπως αυτή του πολέμου. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι να μας δώσει μια εικόνα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αλλά και των συναισθημάτων σε μια κρίσιμη περίοδο, όπως αυτή του πολέμου, εικόνα χωρίς υποχωρήσεις ή μελοδραματισμό, από την οποία δεν λείπει και μια (συχνά) άγρια ομορφιά. Η εικόνα του πολέμου που μας δίνει είναι ένα ταξίδι στην καρδιά του σκότους, όπως αυτό που μας περιγράφει στο βιβλίο του ο Τζόζεφ Κόνραντ και που είχε ελεύθερα διασκευάσει στο «Αποκάλυψη τώρα» ο Κόπολα. Στη δημιουργία αυτής της άλλοτε άγριας κι άλλοτε θλιμμένης εικόνας του ανθρώπου στον πόλεμο ή την ειρήνη συμβάλλουν και οι νεαροί ερασιτέχνες ηθοποιοί που δίνουν τους ρόλους τους με φυσικότητα και ξεχωριστή δύναμη. «Φλάνδρα» Η Ευρώπη της ευφορίας και της κτηνωδίας Η αραβική έρημος του πολέμου και της σταυροφορίας Φιλέτο αφήγησης Ζωγραφική Βαν Γκογκ Τόσοι αιώνες, τόσες κατακτήσεις, τόσοι πολιτισμοί, τόση τεχνολογία. Κι όμως. Από την εποχή των σπηλαίων μέχρι την κατάκτηση του Διαστήματος μεσολάβησαν μόλις μερικές ώρες. Επί της ουσίας τίποτα δεν άλλαξε. Το κτήνος ζει και βασιλεύει και ο πιθηκάνθρωπος τον Άνθρωπο κυριεύει! Ο Μπρουνό Ντιμόντ νικητής του Μεγάλου Βραβείου του Φεστιβάλ των Καννών πετυχαίενει τρία πράγματα μαζί. Πρώτον, επιστροφή στον βωβό κινηματογράφο. Δεύτερον, οικονομία στην αφήγηση. Τρίτον, αισθητική. Δηλαδή τα νοήματα αποτυπώνονται με εικόνες και όχι- ως συμβαίνει- με λόγους και διαλόγους. Πιλότος του Ντιμόντ, ο Βαν Γκογκ. Όχημα, τα εύφορα λιβάδια της Φλάνδρας και οι έρημοι της Αραβικής Χερσονήσου. Επιβάτες, Ευρωπαίοι αγρότες της πρωτογενούς, παραγωγικής διαδικασίας. Έχει σημασία αυτό. Κατεύθυνση και προορισμός ο κύκλος της βαρβαρότητας. Αφού λοιπόν Βαν Γκογκ, τα πρόσωπα αδρά, τα χαρακτηριστικά αιχμηρά, η έκφραση γυμνή, σχεδόν πρωτόγονη και επιθετική. Αφού λιβάδια και αγροί, τότε Φύση χωρίς Ηθική. Για σκεφτείτε το λιγάκι. Ποια η ηθική ενός δέντρου και ποια ενός τετράποδου; Απλώς, ο κύκλος της επιβίωσης. Αφού λοιπόν αγρότες και καλλιεργητές, τότε κι αυτοί σαν προέκταση της γης. Χωρίς ηθική αναστολή. Τρώνε, καλλιεργούν, ποτίζουν, αρμέγουν, πηδάνε, χορταίνουν, κοιμούνται. Και φτου από την αρχή. Ο Ντιμόντ- θα πείτε- ενοχοποιεί την αγροτιά. Έτσι φαίνεται αλλά έτσι δεν είναι. Απλώς, επιστρέφει στην πρωτογενή παραγωγική διαδικασία προκειμένου να πιάσει την ανθρώπινη δραστηριότητα από την αρχή. Από το μηδέν. Με έναν λόγο, ενοχοποιεί τον Άνθρωπο, όχι τη Φύση. Όπως η χλωρίδα και η πανίδα παρέμειναν περίπου στα ίδια, το ίδιο κι εμείς. Τρομάζετε; Κι εγώ! Καλά να πάθουμε. Γι΄ αυτό είναι η πρωτοπορία. Να ταρακουνάει τη μακαριότητα και να αφυπνίζει μισό δράμι συνείδησης και αυτογνωσίας. Η Φλάνδρα λοιπόν είναι η ευεργετημένη, από τη Φύση, περιοχή της Γηραιάς Ηπείρου. Πλούσια τα ελέη. Τοπωνύμιο ταυτισμένο με τη Γη της Επαγγελίας. Ευρωπαίοι με γεμάτη κοιλιά και άδειο κεφάλι. Η ειρήνη- λέει πλαγίως ο Ντιμόντ- είναι γένους θηλυκού. Η Εύα, το ευαίσθητο, ευάλωτο κομμάτι του Αδάμ. Έτσι και η Μπαρμπ (Αντελαΐντ Λερού). Από το Μπάρμπι; Μπορεί. Έτσι και ο Ντεμεστέρ (Σαμιέλ Μπουαντέν). Εκείνος αρμέγει, καλλιεργεί και ενίοτε ρίχνει χάμω την Μπαρμπ και ξεχαρμανιάζει. Εντελώς ζωικά. Με ζώα συναναστρέφεται, ζώο και ο Αδάμ. Εκείνη απλώς για την αναπαραγωγή. Κατεβάζει την κιλότα, ανοίγει τα σκέλια, κλείνει τα σκέλια, σηκώνεται, ανεβάζει την κιλότα. Αυτό. Τόσο απλά. Επειδή όμως η ειρήνη είναι εύθραυστη, γι΄ αυτό και η Μπαρμπ καταρρέει. Όσο ανοιγοκλείνει τα πόδια της, τόσο τον πόνο φυλακίζει μέσα της. Το θηλυκό- λέει πλαγίως ο Ντιμόντ- είναι ταγμένο για τον πολιτισμό. Το αρσενικό για τη βαρβαρότητα και την καταστροφή. Γι΄ αυτό η Μπαρμπ ψάχνεται. Γι΄ αυτό ανησυχεί. Γι΄ αυτό περιφέρεται. Γι΄ αυτό τρελαίνεται. Να κάνω την αναγωγή; Γι΄ αυτό η τρέλα είναι επιδημία του ευρωπαϊκού εφησυχασμού, του καταναλωτισμού, της εσωστρέφειας. Γι΄ αυτό ο πόνος της Μπαρμπ είναι εσωτερικός. Απ΄ έξω τίποτα δεν τη χαλάει. Μέσα της όμως το αίμα βράζει. Από την άλλη, η έρημος, η Αραβία, ο Τρίτος Κόσμος. Κουρσεμένος από την πολεμική υστερία. Προσέξτε τη διαλεκτική των αντιθέτων και τον χορό των αντιθέσεων. Η ευφορία της ειρήνης, η ανθοφορία του πρωτογονισμού και η επιδημία της τρέλας. Αυτή και η Ευρώπη. Από την άλλη η δυστυχία του πολέμου, η καλλιέργεια της βαρβαρότητας και η σταυροφορία του πλιάτσικου. Η Γυναίκα στην ειρήνη, ο Άνδρας στον πόλεμο. Εκείνη στη Φλάνδρα μουρλαίνεται. Εκείνος στον πόλεμο σκοτώνει, βιάζει, σκοτώνεται. Όσο κορυφώνεται η τρέλα της Μπαρμπ, τόσο και ο θάνατος ακουμπάει τον Ντεμεστέρ στο Αφγανιστάν. Η Εύα αιμορραγεί εσωτερικά. Ο Αδάμ εξωτερικά. Που πάει να πει, η Γυναίκα είναι η καρδιά, ο Άνδρας το ένστικτο. Ο κύκλος κλείνει. Όταν ξανασμίξουν, οι πληγές τους θα σταλάξουν μέσα τους μια σταγόνα ανθρωπιάς. Ο πόνος είναι γιατρειά! Ο Ντιμόντ πετάει στα σκουπίδια όλα τα λίπη, όλα τα περιττά. Ζωγραφίζει στη Φλάνδρα με το πινέλο του Βαν Γκογκ. Ζωγραφίζει στην έρημο των αραβικών κρατών και των εισβολών με την ωμότητα του Σπίλμπεργκ των πρώτων σκηνών του «Ράιαν» και με την αξεπέραστη χιτλερική βαρβαρότητα στο «Έλα και δες» του Έλεμ Κλίμοφ. Και αφηγείται με την παροιμιώδη οικονομία των Εβραίων επιχειρηματιών. Με το μίνιμουμ αποσπά το μάξιμουμ. Με ελάχιστες ατάκες και με εφαλτήριο τα συγκοινωνούντα δοχεία ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και τον Άνθρωπο καταφέρνει ένα μεγαλειώδες επίτευγμα. Ένα επίτευγμα που μόνο με το «Τζέρι» του Γκας Βαν Σαντ, την «Περιπέτεια» και τις πρώτες στιγμές του Αντονιόνι καθώς και του Ταρκόφσκι, έχει καταχωρισθεί στη μνήμη του κινηματογραφικού, σκληρού, δίσκου. Πεθαίνοντας σαν Τόπος! Με δυο λόγια: Ο Ντεμεστέρ, ένας νέος, πρωτόγονος αγρότης, κάθε μέρα τα ίδια και τα ίδια. Καλλιεργεί, ποτίζει, αρμέγει και όποτε τον βολεύει ξαπλώνει χάμω την Μπαρμπ και την πηδάει. Ώσπου θα στρατολογηθεί και με πέντε ακόμα συγχωριανούς του θα μεταφερθεί σε κάποια άνυδρη, αραβική περιοχή. Έτσι θα σκοτώσει ακόμα και μικρά παιδιά, θα βιάσει, θα κινδυνεύσει να εκτελεστεί από αντάρτες αλλά στο τέλος θα καταφέρει, έντρομος και μελλοθάνατος, να διαφύγει και να σωθεί. Και όταν επιστρέψει, θα ξανασμίξει με την Μπαρμπ που στο μεταξύ είχε νοσηλευτεί γιατί είχε αποτρελαθεί. Φλάνδρα Ο πόλεμος στην καρδιά μιας ιστορίας αγάπης Η «Φλάνδρα» είναι μια ανορθόδοξη ως προς την κλιμάκωσή της ερωτική ιστορία, η οποία απέσπασε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες τον περασμένο Μάιο. Ο δημιουργός της, ο Γάλλος Μπρουνό Ντιμόν («29 Φοίνικες»), κινηματογραφεί τον άνθρωπο καθοδηγούμενο από ένστικτα, με εικόνες γυμνές από συναισθήματα και με πρωταγωνιστές ένα ζευγάρι που βιώνει τον έρωτα βασανιστικά, σαν βιασμό. Η «Φλάνδρα» αρχίζει και τελειώνει στην ομώνυμη περιοχή στα σύνορα Γαλλίας και Βελγίου, όπου έλαβαν χώρα μερικές από τις πιο άγριες μάχες κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο μεσοδιάστημα, η προσχηματική ιστορία την οποία αφηγείται ο Ντιμόν εκτυλίσσεται σε μια έρημο της Μέσης Ανατολής(;) όπου διαδραματίζεται ένας απροσδιόριστος πόλεμος. Στο ξεκίνημα βλέπουμε τον εικοσιπεντάχρονο Ντεμεστέρ (Σαμιέλ Μπουαντέν) να οργώνει με το τρακτέρ του τη γη της υγρής και μουντής Φλάνδρας και στη συνέχεια να κάνει έρωτα (ψυχρά, σαν να βιάζει) με την παιδική φίλη του Μπαρμπέρ (Αντελαΐντ Λερού) στις παρυφές του χωραφιού. Η Μπαρμπέρ έχει πάντα την πρωτοβουλία των κινήσεων στο βουβό ερωτικό παιχνίδι της με τον Ντεμεστέρ. Ο δε Ντεμεστέρ είναι ερωτευμένος μαζί της, αλλά δεν βρίσκει ανάλογη ανταπόκριση. Εγκλωβισμένος σε ένα συναισθηματικό τέλμα, κατατάσσεται μισθοφόρος στον στρατό και φεύγει για τον πόλεμο μαζί με φίλους του. Αίφνης, η «Φλάνδρα» αλλάζει. Η έρημος με τις έντονες αποχρώσεις της κάτω από το σκληρό φως του ήλιου δημιουργεί δυνατό κοντράστ με ό,τι προηγήθηκε και γίνεται σκηνικό μιας πολεμικής περιπέτειας «αντονιονικού» τύπου. Ο Ντιμόν αναπαριστά τη βαρβαρότητα του πολέμου με ωμό, σχεδόν σοκαριστικό τρόπο σε κάποιες σκηνές, αλλά ο πραγματικός στόχος του είναι το υπαρξιακό κενό που βιώνει ο ήρωάς του. Ο Ντεμεστέρ μοιάζει με έκπτωτο από τον παράδεισο που αναζητάει μια ταυτότητα ζώντας μια περιπέτεια, η οποία κορυφώνεται με τη σκηνή του ομαδικού βιασμού μιας γυναίκας από αυτόν και τους συμπολεμιστές του. Παράλληλα, στη Φλάνδρα η Μπαρμπέρ γίνεται ηρωίδα ενός ψυχολογικού δράματος όταν ο πατέρας της την κλείνει σε μια ψυχιατρική κλινική, γιατί η τυφλή ερωτική επιθυμία της θεωρείται αρρώστια. Ο Ντιμόν οδηγεί και τους δύο ηρωές του βαθιά μέσα σε έναν εφιάλτη, έχοντας άριστη αίσθηση της συμμετρίας και των χρωματικών αντιθέσεων όταν καδράρει. Στο τέλος γίνεται γενναιόδωρος μαζί τους, καθώς ο επίλογος της «Φλάνδρας» και για τους δύο μοιάζει με ξύπνημα από ένα κακό όνειρο. Οι ρυθμοί του είναι αργοί και εσωτερικοί και ο ρεαλισμός του σκληρός, όταν η κάμερα πλησιάζει είτε την ανθρώπινη σάρκα είτε τη γη, που είναι ο τρίτος μεγάλος πρωταγωνιστής της ταινίας. Η φωτογραφία του Ιβ Καπ είναι εξαιρετική. |