Το χρήμα της οργής The Killing. ΗΠΑ, 1956. Σκηνοθεσία: Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Σενάριο: Στάνλεϊ Κιούμπρικ, Τζιμ Τόμσον. Ηθοποιοί: Στέρλινγκ Χέιντεν, Κόλιν Γκρέι, Βινς Εντουαρντς, Τζέι Σι Φλίπεν, Μαίρη Γουίντσορ, Τεντ ντε Κόρσια, Ελάισα Κουκ Τζούνιορ. 83 λεπτά. Επανέκδοση ενός υποδειγματικού φιλμ νουάρ με θέμα μια ληστεία που μοιραία οδηγεί στο θάνατο - η δεύτερη σκηνοθετική δουλειά ενός μεγάλου δημιουργού που βλέπεται και ξαναβλέπεται με την ίδια πάντα απόλαυση. Ο Κιούμπρικ χρησιμοποιεί με δεξιοτεχνία και ευρηματικότητα τα διάφορα φλας-μπακ, χρησιμοποιώντας το χρόνο άλλοτε για να επιστρέφει πίσω στο ίδιο σημείο, από άλλη όμως πλευρά, κι άλλοτε για να προχωρεί την αφήγησή του -ένα είδος φλας-φόργουορντ πριν το χρησιμοποιήσουν πολύ αργότερα άλλοι σκηνοθέτες, στήνοντας μια ταινία οολύ χαμηλού κόστους για τα αμερικανικά δεδομένα (στοίχισε μόλις 320 χιλιάδες δολάρια), αποδεικνύοντας στους συναδέλφους του στο Χόλιγουντ ότι εκείνο που τελικά μετράει δεν είναι το χρήμα αλλά η έμπνευση, φτιάχνοντας μια ταινία που του άνοιξε τις πόρτες της Μέκκας του κινηματογράφου για τα κατοπινά του αριστουργήματα. Πέρα από την υποδειγματική σκηνοθεσία, αξίζει ν' αναφέρω τις ερμηνείες, ένα ανσάμπλ υψίστου επιπέδου, από εκείνη του Χέιντεν (ο καλύτερος ίσως ρόλος του) μέχρι σ' εκείνες των Ελάισα Κουκ Τζούνιορ (ο ανθρωπάκος που γίνεται πιόνι στα χέρια μιας μοιραίας γυναίκας για να οδηγήσει την ομάδα τους στην καταστροφή), της Μαίρη Γουίντσορ (η «φαμ φατάλ»), του Βινς Εντουαρντς (Βαλ) και όλων των άλλων.
Ρεσιτάλ Στάνλεϊ Κιούμπρικ Αντέστε να μείνετε με το στόμα ανοιχτό. Το «Killing»
είναι εδώ! Είναι ηλικίας περίπου πενήντα ετών (του 1957), είναι του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και εξακολουθεί να «παίζει» τόσο άρτια και κουρδισμένα, όπως η Φιλαρμονική του Βερολίνου υπό τη διεύθυνση του φον Κάραγιαν. Προσπερνάω την ανεξήγητη ελληνική παράφραση με τον τίτλο «Το χρήμα της οργής» και προχωράω στην ουσία, που δεν είναι τίποτε άλλο από μια επίδειξη διαλεκτικής και τεχνικής. Ως εξής: Ο Κιούμπρικ αντιμετωπίζει και χειρίζεται τους ήρωές του σαν πιόνια μιας σκακιστικής συνάντησης Καρπόφ-Κασπάροφ. Προσέξτε τη διάταξη των δυνάμεων. Στο πρώτο μέρος τοποθετεί τα πρόσωπα ανά δύο (σε ντουέτα) προκειμένου, από τη μια να περιγράψει τους χαρακτήρες και από την άλλη για να κοροϊδέψει τον θεατή. Γιατί ενώ όλοι περιμένουν η ανατροπή να προέλθει από τις προσωπικές φιλοδοξίες των επίδοξων ληστών, εκείνη προκύπτει από αντικειμενικές συνθήκες και από ανεξέλεγκτες δυνάμεις. Όμως στο δεύτερο μέρος, ο Κιούμπρικ απομακρύνεται από την ψυχολογία και με ακρίβεια ηλεκτρονικού ρολογιού αναπαριστά την πραγμάτωση της ληστείας μιας μεγάλης ιπποδρομιακής κούρσας. Έτσι, χωρίς να το καταλάβουμε, λαμβάνουμε δύο αντίδωρα: απόλαυση στα όρια παρατεταμένης ηδονής από την περιγραφή μιας κλασικής γκανγκστερικής ιστορίας σε φόντο «φιλμ νουάρ» και σκεπτόμενα... χτυπήματα από περίεργα πειράματα. Χωρίς κακούς και καλούς. Γιατί όλοι, μα όλοι, είναι πιόνια. Με προκαθορισμένο ρόλο, προκαθορισμένη διαδρομή και καθορισμένη μοίρα. Έτσι είναι στην οθόνη, έτσι πολλές φορές και στη ζωή. Μπας και η Ζωή μιμείται την Τέχνη; |