The Pursuit of Happyness. ΗΠΑ, 2006. Σκηνοθεσία: Γκαμπριέλε Μουτσίνο. Σενάριο: Στίβεν Κόνραντ. Ηθοποιοί: Γουίλ Σμιθ, Θάντι Νιούτον, Τζέιντεν Κρίστοφερ Σάιρ Σμιθ. 117' λεπτά. Το κυνήγι του αμερικάνικου ονείρου μέσα από την αληθινή ιστορία ενός άνεργου και άστεγου νέου που καταφέρνει να γίνει πολυεκατομμυριούχος σε μια διασκεδαστική αν και χωρίς νεύρο ταινία. Το ζητούμενο σε αυτήν την ταινία (η ευτυχία, η οποία πλανιέται σαν φάντασμα σε μια Αμερική με τη μεσαία τάξη να τρέμει στην ιδέα ενός νέου κραχ) γράφεται ανορθόγραφα στον αυθεντικό τίτλο «Τhe pursuit of happyness». Happyness αντί για happiness, σαν ένας διακριτικός υπαινιγμός για την απόσταση που χωρίζει την αληθινή ζωή από τη σαπουνόπερα. Το «Κυνήγι της ευτυχίας» είναι ένας ύμνος στο αμερικανικό όνειρο, εμπνευσμένος από την ιστορία του υπαρκτού Κρις Γκάρντνερ. Ενός σύγχρονου Ιώβ που υπομένει καρτερικά όλα τα κακά της μοίρας, αλλά στο τέλος, ως διά μαγείας, βρίσκει μια θέση στον ήλιο. Ο Γκάρντνερ διαρκώς πέφτει. Χάνει τη γυναίκα του (η οποία λυγίζει μπροστά στις δυσκολίες και τον εγκαταλείπει) και το διαμέρισμά του όταν μένει αδέκαρος, όμως, διατηρεί την πίστη του στη ζωή και την ελπίδα του για το καλύτερο. Η αίσθηση του χρέους απέναντι στον μικρό γιο του τον κρατάει όρθιο στην καταιγίδα. Ο Γκάρντνερ είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση εργαζομένου. Δεν έχει εξαρτημένη σχέση εργασίας. Είναι ένας ελεύθερος «εμποράκος» σε ένα κόσμο ευκαιριών, οι οποίες, όμως, μειώνονται με ρυθμό γεωμετρικής προόδου. Τρέχει στους δρόμους για να πουλήσει μια πρωτοποριακή συσκευή σε γιατρούς (μια εφεύρεση για την οποία κανείς δεν δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σε αντίθεση με ό, τι συνέβαινε στις κλασικές χολιγουντιανές ταινίες γύρω από το αμερικανικό όνειρο) και διαρκώς αναρωτιέται πού βρίσκεται κρυμμένη η ευτυχία. Είναι υπόδειγμα λογικής (εξπέρ στα μαθηματικά) και, κυρίως, ψυχραιμίας, γεγονός που τον βοηθάει να ανακαλύψει το κλειδί για τον επίγειο παράδεισο στο πεζοδρόμιο μιας χρηματιστηριακής εταιρείας. Ο Γκάρντνερ γίνεται μαθητευόμενος χρηματιστής και, παρ’ όλον ό, τι μικρό και καθημερινό παίρνει διαστάσεις ανυπέρβλητου εμποδίου, καταφέρνει να ιδρύσει τη δική του χρηματιστηριακή εταιρεία. Η ταινία διαρκεί 117 λεπτά της ώρας, αλλά αφιερώνει μονάχα 1 στον παράδεισο του ήρωά της λίγο πριν από τους τίτλους του τέλους. Ο Ιταλός σκηνοθέτης της, ο Γκαμπριέλ Μουτσίνο, επιμένει στην κόλαση του Γκάρντνερ, τον οποίο ενσαρκώνει εξαιρετικά ο Γουίλ Σμιθ. Το «Κυνήγι της ευτυχίας» είναι μια αληθινά ξεχωριστή και συμπαγής δραματουργικά ταινία γύρω από ένα θέμα κοινότοπο, που προσφέρεται για ηθικοπλαστική κατήχηση και δημαγωγία. Ο Μουτσίνο υπονομεύει μεθοδικά το μελό, καθοδηγώντας τον Σμιθ στο χτίσιμο ενός πολύπλευρου χαρακτήρα. Πριν του ανοίξει την πόρτα για τον παράδεισο, ανοίγει ένα παράθυρο στον ιδεαλισμό του Κάπρα, η απόγνωση του «Κλέφτη των ποδηλάτων», το ζήτημα της μονογονεϊκής οικογένειας. «Το κυνήγι της ευτυχίας» Ο γολγοθάς του american dream Αληθινή ιστορία Συναρπαστική του Γουίλ Σμιθ η ερμηνεία Άνθρωπος από ατσάλι! Κι όμως, οι γελωτοποιοί του Χόλιγουντ με καλούς ρόλους διαπρέπουν. Απόδειξη ο Γουίλ Σμιθ Η καραμέλα που το Χόλιγουντ πιπιλάει εκ γενετής. Κλασική συνταγή. Ακόμα και ο τελευταίος μπορεί να πιάσει την καλή. Ακόμα και εσύ μπορείς. Ακούγεται εξωφρενικό κι όμως ενίοτε βγαίνει αληθινό. Αμ πώς νομίζετε καλπάζει με τόσο φρενήρη ρυθμό ο λυσσασμένος καπιταλισμός; Με γαλιφιές και πελατειακές σχέσεις βουλευτών από την Κωλοπετινίτσα; Αν η οικονομία της Αμερικής ήταν στηριγμένη στις κουμπαριές του Τσιτουρίδη, τότε ολόκληρη η χώρα θα έτρωγε τη σκόνη ακόμα και της Βουλγαρίας. Επομένως, παιδιά, ναι υπάρχει δόση αλήθειας σ΄ αυτό το dream και σ΄ αυτή την αξιοκρατία. Άλλο είναι το πρόβλημα, άλλη η ουσία. Όταν το όνειρο μετατρέπεται σε κυρίαρχη ιδεολογία και όταν εννιά στις δέκα χολιγουντιανές ταινίες με τέτοιο θέμα αναμασάνε τα ίδια και τα ίδια. Δηλαδή, όταν το dream γίνεται σχήμα, παραμύθι, μελόδραμα και Σταχτοπούτα. Έτσι, αντί για αλήθεια μετατρέπεται σε υπνωτικό χάπι και προπαγάνδα. Έτσι ευτελίζεται το κινηματογραφικό μέσο και έτσι διαβρώνεται το υποσυνείδητο των θεατών. Ο (Ιταλός) σκηνοθέτης Γκάμπριελ Μουτσίνο με το σενάριο του Στίβεν Κόνραντ, που βασίζεται σε μια αληθινή ιστορία, τα ανατρέπει όλα. Ας πούμε το «Ρretty woman». Πάνω στη μισή ώρα η φτωχή, καλόκαρδη πόρνη Τζούλια Ρόμπερτς πέφτει στο κρεβάτι πολυτελούς σουίτας του γοητευτικού μεγιστάνα Ρίτσαρντ Γκιρ. Άρα, αναμενόμενη η εξέλιξη. Άρα, από τα πρώτα τριάντα λεπτά ο σκηνοθέτης προαναγγέλλει τα πάντα. Ο Ιταλός Μουτσίνο όμως δολοφονεί αυτή την παγκοίνως διαδεδομένη λογική. Επί δύο ώρες ο Κρις Γκάρντνερ (Γουίλ Σμιθ), ο ήρωάς του, γλιστράει, πέφτει, γκρεμίζεται, διαλύεται, καταστρέφεται, τα χάνει όλα. Αδέκαρος, άστεγος, στο τέλος, παρέα με τον πεντάχρονο γιο του, αναγκάζεται να κοιμηθεί σε ίδρυμα φτωχών και ρακένδυτων ερειπίων. Καταλάβατε; Η δομική διαφορά ανάμεσα σε μια τρέχουσα αμερικανιά και σ΄ αυτό τον γολγοθά είναι μία: η πρώτη είναι οφθαλμαπάτη και τσίχλα. Η ιστορία του Γκάρντνερ είναι αλήθεια. Γυμνή, ανατριχιαστική, συγκινητική, ανθρώπινη και πειστική. Γυμνή, γιατί πλαγίως λέει ότι για να κατακτήσεις το οτιδήποτεακόμα και δύο δεκάρες- πρέπει να φτύσεις αίμα. Ανατριχιαστική, γιατί ένας τόσο ταλαντούχος, διψασμένος για γνώση και ένας τόσο εφευρετικός τύπος πέφτει διαρκώς πάνω σε κλειστές πόρτες και σε μπεντονένιους τοίχους. Συγκινητική, γιατί διαρκώς προσπαθεί. Ό,τι και να συμβεί, ακόμα και ναυαγός του «Τιτανικού», σε πείθει πως θα σώσει τουλάχιστον το παιδί του, θυσιάζοντας χωρίς να σκεφτεί τη ζωή του. Ανθρώπινη, γιατί τέτοιες ιστορίες αφθονούν ανάμεσά μας. Μιλιούνια τα πλάσματα που ιδροκοπούν, αγωνίζονται και στο τέλος τα καταφέρνουν. Η διαδικασία είναι απλή. Θέλω, μπορώ, προσπαθώ. Μα, θα σπάσεις τα μούτρα σου. Εγώ εκεί. Θέλω, μπορώ, προσπαθώ. Και φτου κι απ΄ την αρχή. Ακόμα και τα νύχια των ποδιών του είναι προσηλωμένα στον στόχο του μυαλού και της καρδιάς του. Προσέξτε την αισθητική. Όλα μέσα από τα μάτια του ήρωα. Η πόλη «σκηνοθετημένη» από τον ιδρώτα του, το πάθος του, τη δίψα του, τις εσωτερικές του θερμοκρασίες, το τρεχαλητό του. Η δραματική εκδοχή του Θανάση Βέγγου. Γι΄ αυτό οι φωτισμοί είναι χαμηλοί. Γι΄ αυτό ο αφηγηματικός άξονας είναι ο Γκάρτνερ. Γι΄ αυτό η μηχανή είναι κολλημένη στο πετσί του. Γι΄ αυτό κάθε προσπάθεια καταλήγει σε αποτυχία και κάθε αποτυχία τελειώνει με μια νέα προσπάθεια. Γι΄ αυτό πέφτει, αλλά διαρκώς στα μάτια του θεατή ανεβαίνει. Και γι΄ αυτό ο Γουίλ Σμιθ πιάνει μεγάλες ταχύτητες. Σπουδαίος ρόλος, σπουδαίο εργαλείο, σπουδαία ερμηνεία. Αν ήταν στο χέρι μου θα του έδινα το Όσκαρ. Χωμένος στον ρόλο του. Προσηλωμένος και ταυτόχρονα χαμηλόφωνος. Οργανωμένος εγκέφαλος. Τίποτα δεν του διαφεύγει. Παίζει με κάθε εξάρτημα της ύπαρξής του. Ανάσα, πόδια, χέρια, βλέμμα, αγωνία, με όλα. Σας το έχω ξαναπεί. Όλοι τους- από τον τελευταίο ηθοποιάκο μέχρι τον Μπραντ Πιτ- είναι πρωταθλητές υποκριτικής. Όταν τ΄ αφεντικά τούς δίνουν την ευκαιρία την αρπάζουν και την καταβροχθίζουν με λαιμαργία, όπως τα πιτσιρίκια της Μπιάφρας. Τέτοια πείνα, τέτοια θηρία! Με δυο λόγια: Από την αληθινή ιστορία ενός μαύρου «σκουπιδιού» με το όνομα Κρις Γκάρντνερ που έφτασε στην κορυφή της Γουόλ Στριτ. Ύστερα από εκατομμύρια προσπάθειες και κουβαλώντας τον πεντάχρονο γιο του (παίζει ο αληθινός γιος του Γουιλ Σμιθ, ο άπαικτος πιτσιρικάς με το μακροσκελές όνομα Τζέιντεν Κρίστοφερ Σάιρ Σμιθ), περνώντας διά πυρός και σιδήρου. Άνθρωπος από μάρμαρο ο Πολωνός προλετάριος του υπαρκτού σοσιαλισμού. Άνθρωπος από ατσάλι ο μαύρος του λυσσασμένου ανταγωνιστικού καπιταλισμού! |