El Laberinto del Fauno. Ισπανία, 2006. Σενάριο-σκηνοθεσία: Γκιγιέρμο ντελ Τόρο. Ηθοποιοί: Σέρτζι Λοπέζ, Μαριμπέλ Βερντού, Ιβάνα Μπακέρο, Αλεξ Ανγκούλο, Αριάδνη Γκιλ. 120 λεπτά. Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος και η μετά τον Φράνκο Ισπανία, ιδωμένα μέσα από τα μάτια ενός μικρού κοριτσιού, σε μια συναρπαστική, αριστουργηματική ταινία, που συνδυάζει το ρεαλισμό με το φανταστικό, μέσα από έξοχες, συχνά σουρεαλιστικές, εικαστικά πανέμορφες εικόνες. Στην έκτη αυτή ταινία του, «Ο λαβύρινθος του Πάνα» (στην πραγματικότητα, όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος της, πρόκειται για φαύνο και όχι το θεό Πάνα), στην παραγωγή της οποίας συμμετείχε και ο συμπατριώτης του, Αλφόνσο Κουαρόν, ο Μεξικανός σκηνοθέτης Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, δημιουργός της θαυμάσιας, αν και άδικα υποτιμημένης στη χώρα μας, ταινίας «Η ραχοκοκαλιά του διαβόλου» (2001), καθώς και της καλοφτιαγμένης, βασισμένης στο γνωστό κόμικς, περιπέτειας «Hellboy», συνδυάζει, με ευρηματικότητα, φαντασία και εκπληκτική δεξιοτεχνία, τον ρεαλισμό με τα στοιχεία του φανταστικού. Βρισκόμαστε στην Ισπανία στα 1944, σε μια περίοδο σκοτεινή, λίγα χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου, όταν ο Φράνκο, με τη βοήθεια των Γερμανών και των Ιταλών φασιστών, κατάφερε να υπερισχύσει. Η Οφηλία (μια πολύ γλυκιά Ιβάνα Μπακέρο), ένα μικρό κοριτσάκι, φτάνει με την έγκυο μητέρα της, Κάρμεν (Αριάδνη Γκιλ) στο σπίτι του νέου της συζύγου, του εγωιστή και σαδιστή Βιντάλ (Σέρζι Λοπέζ), λοχαγού στο στρατό του Φράνκο, για να γεννήσει το παιδί της. Εκεί η Οφηλία, στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τη σκληρή και απάνθρωπη πραγματικότητα (με το λοχαγό Βιντάλ να βασανίζει και να εκτελεί με κυνική αδιαφορία αθώους χωρικούς και αντάρτες), αναζητεί καταφύγιο σ' ένα λαβύρινθο που ανακαλύπτει κοντά στο απομονωμένο σπίτι τους. Εκεί, ο κρυμμένος στο μαγικό βασίλειο του λαβυρίνθου Φαύνος, ένα ον, μισός άνθρωπος-μισός τράγος (ο Νταγκ Τζόουνς του «Hellboy»), της αποκαλύπτει πως αυτή είναι η χαμένη για αιώνες πριγκίπισσα, που εγκατέλειψε το υπόγειο βασίλειό της για τον κόσμο των ανθρώπων, όπου και πέθανε, και που τώρα την περιμένουν να επιστρέψει -μόνο που για να μπορέσει να γίνει αποδεκτή πρέπει να ξεπεράσει τρεις δύσκολες δοκιμασίες. Παράλληλα με την ιστορία της Οφηλίας, ο Ντελ Τόρο αφηγείται την ιστορία της υπηρέτριας Μερσέντες (Μαριμπέλ Βερντού) και του γιατρού (Αλεξ Ανγκούλο), δύο ανθρώπων που βοηθούν κρυφά τους εναπομείναντες αντάρτες. Δύο διαφορετικοί κόσμοι που ο Ντελ Τόρο σκιτσάρει με έξοχες, εικαστικά πανέμορφες, με μια δόση σουρεαλισμού, εικόνες. Παράδειγμα οι σκηνές της διείσδυσης της Οφηλίας στο λαβύρινθο του Πάνα-φαύνου: με την Οφηλία, σαν καινούργια «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», να σχεδιάζει με μια μαγική κιμωλία την πόρτα που της ανοίγει την είσοδο στο λαβύρινθο, όπου συναντά διάφορα φανταστικά όντα (όντα που μοιάζουν να βγήκαν από παραμύθια των αδερφών Γκριμ και άλλων συγγραφέων), που όμως δεν ανήκουν στην τρομακτική, φρικτή πραγματικότητα του αληθινού, έξω κόσμου -όπως το τέρας που είναι στην πραγματικότητα ο Βιντάλ. Ο Ντελ Τόρο, όπως και στην ταινία του «Η ραχοκοκαλιά του διαβόλου», εστιάζει το ενδιαφέρον του στα παιδιά και τις τραυματικές εμπειρίες τους από τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Εμπειρίες που ο σκηνοθέτης αφηγείται με εξαιρετική μαεστρία μπολιάζοντας τη, συχνά πολύ έντονα, ρεαλιστική πλευρά της ταινίας του με ένα φανταστικό, σουρεαλιστικό υπόβαθρο, που αντλεί από παραμύθια, θρύλους και ιστορίες -όπως εκείνη της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων». Μόνο που η δική του «χώρα» δεν ανήκει στον κόσμο του όμορφου, παιδικού παραμυθιού του Λούις Κάρολ αλλά σ' έναν κόσμο εφιαλτικό, κόσμο επικίνδυνων, υπαρκτών φαντασμάτων (συγγενικών με γνωστά σύγχρονα, υπαρκτά «φαντάσματα» που μας στοιχειώνουν), που αντλούν την έμπνευσή τους από τους «μαύρους πίνακες» του Γκόγια. Ο λαβύρινθος του Πάνα Περιπέτεια μύησης στη ζωή σε σκηνικό θανάτου Ο «Λαβύρινθος του Πάνα» είναι μια ιστορία τρόμου από το χώρο του φανταστικού, φτιαγμένη με σύγχρονα χολιγουντιανά υλικά και τοποθετημένη τεχνηέντως στον ομφαλό ενός ιστορικού και πολιτικού δράματος. Είναι ένα φιλόδοξο, αινιγματικό και κάποιες στιγμές χαοτικό, παραμύθι για την παιδική ηλικία και το τέλος της αθωότητας, με φόντο το τέλος του ισπανικού Εμφυλίου και την επικράτηση του φρανκισμού. «Ο φασισμός είναι πάνω απ’ όλα μια μορφή διαστροφής της αθωότητας και της παιδικότητας. Αντιπροσωπεύει τον απόλυτο τρόμο και είναι ένα ιδανικό θέμα μέσω του οποίου μπορείς να διηγηθείς ένα παραμύθι για μεγάλους», λέει ο Μεξικανός σεναριογράφος και σκηνοθέτης της ταινίας Γκιγιέρμο ντελ Τόρο. Ο «Λαβύρινθος του Πάνα» είναι ένα αλληγορικό ταξίδι μύησης στη ζωή σε ένα γκρίζο και σκοτεινό σκηνικό θανάτου. Είναι το βλέμμα (άλλοτε απορημένο και άλλοτε τρομοκρατημένο) ενός μικρού κοριτσιού στη διάρκεια μιας περιπέτειας ενηλικίωσης και αφύπνισης της σεξουαλικότητας. Ο Ντελ Τόρο σκιαγραφεί έναν κόσμο μοιρασμένο στα δύο: στο φως (η μέρα, που είναι μουντή, στις αποχρώσεις του γκρίζου της στολής των φαλαγγιτών του Φράνκο) και στο σκοτάδι (ο κόσμος του ενστίκτου, στον οποίο βασιλεύει ο τραγόμορφος Πάνας, όπου δεν υπάρχουν όρια ηθικής). Η ιστορία που αφηγείται αρχίζει το 1944 σε μια ορεινή περιοχή της Ισπανίας. Ο Εμφύλιος ουσιαστικά έχει τελειώσει και ένα εκτελεστικό απόσπασμα του φρανκικού στρατού, με αρχηγό τον παρανοϊκό λοχαγό Βιντάλ, καταδιώκει τους τελευταίους των ηττημένων ανταρτών. Σε ένα αγρόκτημα όπου έχει στρατοπεδεύσει ο λόχος του Βιντάλ φτάνει μια μέρα η σύζυγος του λοχαγού, η εγκυμονούσα Κάρμεν, μαζί με την κόρη της από τον προηγούμενο γάμο της, την Οφηλία. Το κορίτσι, τραυματισμένο από το θάνατο του πατέρα της, αντιδρά σφόδρα στο γάμο της μητέρας της και προσπαθεί να υπερβεί την πραγματικότητα μέσω της φαντασίας. Κατασκευάζει έναν κόσμο από μαγικά και αλλόκοτα πλάσματα και περιπλανιέται εντός του σαν την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Οι χώροι και τα πρόσωπα δημιουργούν συμμετρία (φως - σκοτάδι, η υποταγμένη Κάρμεν και η ανυπότακτη υπηρέτρια του Βιντάλ, ο «ταυρομάχος» Βιντάλ και ο «Μινώταυρος» Πάνας) γιατί ο Ντελ Τόρο βλέπει την πραγματικότητα και τη φαντασία ως συγκοινωνούντα δοχεία. Εδώ, όμως, εντοπίζεται και η αχίλλειος πτέρνα του «Λαβύρινθου» που αφορά, κυρίως, τους σκηνοθετικούς χειρισμούς. Στο κομμάτι της ταινίας όπου η Οφηλία χάνεται ανάμεσα σε ονειρικά και μυθολογικά πλάσματα, ο Μεξικανός σκηνοθέτης είναι πληθωρικός σε ό, τι αφορά τα ειδικά εφέ και τα κλισέ του χολιγουντιανού τρόμου, σε βάρος της ατμόσφαιρας. Με αποτέλεσμα, η περιπέτεια του κοριτσιού, ως προς την αισθητική της, να μοιάζει με αυτήν του Χάρι Πότερ και ο «Λαβύρινθος του Πάνα» να χάνει την ομοιογένειά του. ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΣΑΝ ΟΠΛΟ O λαβύρινθος του Πάνα Με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση είδαμε την ταινία «Ο λαβύρινθος του Πάνα», του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο. Θυμόμαστε την ταινία του «The devil’s blackbone», είχαμε αποκομίσει από αυτή την πολύ καλή χρησιμοποίηση του φανταστικού και την όμορφη αντιπαράθεσή του με το πραγματικό, έτσι ώστε ο θεατής να μπορεί να διαβάσει ένα άλλο κείμενο σχετικά με τον ισπανικό εμφύλιο. Σε αυτή την ταινία συμβαίνει κάτι ανάλογο. Πριν όμως να αναφερθούμε στην ταινία αυτή καθαυτή, θα πρέπει να κάνουμε μια αναφορά στην προσεγμένη ματιά του Τόρο στα παιδιά τα οποία παίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην αφήγησή του. Και στην προηγούμενη ταινία, όπως και σε αυτή, το παιδί είναι το κέντρο της ισορροπίας, αυτό που μιλά αθώα και πολύ ειλικρινά για την παρούσα κατάσταση, αυτό που μπορεί να μιλήσει για αυτά που πρόκειται να γίνουν, με τον πλέον απλό τρόπο και, συγχρόνως, ανώδυνο για το θεατή. Τουλάχιστον σε πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, διότι στις ταινίες του Τόρο υπάρχουν πολλά επίπεδα ανάγνωσης που μας οδηγούν, σαν να παίζουμε ένα παζλ, σε διαφορετικά σημεία ανάγνωσης μιας ιστορίας. Σε αυτή την ταινία έχουμε να κάνουμε πάλι με τον ισπανικό εμφύλιο. Από την αρχή μόλις μας βάζει μέσα στην ιστορία, άρα ο εμφύλιος, αυτός καθαυτός, δεν είναι το θέμα του. Η Οφηλία ταξιδεύει με τη μητέρα της, την Κάρμεν, για να βρουν το λοχαγό Βιδάλ, ο οποίος ο νέος σύζυγός της, μετά το θάνατο του πατέρα της Οφηλίας. Η κόρη της Κάρμεν είναι 10 χρόνων και της αρέσει να διαβάζει παραμύθια. Από την αρχή επίσης θα μπούμε σε έναν κόσμο φτιαχτό με ένα πλάσμα που μοιάζει με νεράιδα, αλλά και με ένα παζλ που θα λύσει η Οφηλία αμέσως. Σε όλη την ταινία η φαντασία και η πραγματικότητα θα συνυπάρχουν και θα λειτουργούν παράλληλα. Ο φανταστικός κόσμος θα είναι μια μετάφραση του πραγματικού, οι δύο κόσμοι θα έρθουν σε αντιπαράθεση έτσι ώστε η βία να είναι πιο έντονη αλλά και να φανεί περίτρανα ο παραλογισμός της. Ο Τόρο προσέχει πολύ για να δείξει το παράλογο τόσο στις δυνάμεις των φασιστών όσο και στους αντάρτες, ξεχωρίζοντας από τους μεν και τους δε αυτά τα στοιχεία που διαφοροποιούν τις καταστάσεις. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πολύ αντικειμενικά μιλά και για τις δύο παρατάξεις, δίνοντας έναν προσωπικό τόνο για τους δύο αρχηγούς, το Βιδάλ και τον επικεφαλής των ανταρτών, εστιάζοντας και στις προσωπικές κλίμακες του χαρακτήρα. Ο πόλεμος έτσι γίνεται πιο βίαιος διότι το άτομο έχει αντιπαρατεθεί τόσο με το αντίπαλο στρατόπεδο όσο και με τον ίδιο τον εαυτό του. Το καλό και το κακό έχει δύο συνιστώσες: την κοινωνική και την ατομικά ηθική. Αν μπορούσαμε να βγάλουμε μια συνισταμένη, αυτή θα ήταν η τρέλα, η σχιζοφρένεια στην οποία οδηγούνται τα άτομα σε τέτοιες περιπτώσεις. Η προσωπική υπηρέτρια του Βιδάλ σχετίζεται άμεσα με την Οφηλία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια ώριμη παιδούλα που της αρέσει να ονειρεύεται, πιο συγκρατημένα από ένα παιδί, αλλά να παρασύρεται από τις επιθυμίες της. Ο λοχαγός Βιδάλ συσχετίζεται με τον πατέρα της Οφηλίας, δημιουργώντας μια αντίθεση του κακού και του καλού. Τα μυθικά σύμβολα που χρησιμοποιεί ο Τόρο, ξεκινώντας από τα ονόματα και φτάνοντας στις πολύ όμορφα 3D ανιμέισιον δημιουργίες μας βάζουν μέσα σε ένα μυθικό κόσμο ο οποίος συνδέεται με έξοχα ρακόρ με τον πραγματικό, αντιτίθεται όμως ιδεολογικά και ηθικά. Πολύ καλή σκηνοθεσία, εξαιρετικό σενάριο, το μοντάζ αρθρώνει με ακρίβεια τον αφηγηματικό λόγο, όλη η ταινία φτιάχνει τη δική της μυθολογία γύρω από ένα πραγματικό γεγονός, από τον ισπανικό εμφύλιο. Μια διαφορετική ματιά από όσες έχουμε δει για το ίδιο θέμα, πιο ανθρώπινη και πιο διεισδυτική που μαγεύει το θεατή, τον προβληματίζει και τον αναγκάζει να κουβεντιάσει πολύ για αυτό το θέμα, μετά τη θέαση της ταινίας. Οι πολύ όμορφες ανιμέισιον κατασκευές φαίνονται σχεδόν πραγματικές, γοητεύουν και παρασύρουν το θεατή σε ένα ονειρικό κόσμο κατασκευασμένο με την παραμικρή λεπτομέρεια υπολογισμένο, από τον πολύ καλό αρχιτέκτονα Γκιγιέρμο ντελ Τόρο. |