Back Up Next
Νύχτες στου Πασκάλ

Bibliotheque Pascal.

Ουγγαρία/Γερμανία/Ρουμανία/Βρετανία. Σκηνοθεσία-σενάριο: Σάμπολτς Χαΐτου. Ηθοποιοί: Ορσόλια Τόροκ-Ιλιες, Αντι Βασλουιάνου, Σαμγκάρ Αμράμ, Ραζβάν Βασιλέσκου. 111'

Οι φανταστικές, παραμυθένιες περιπέτειες μιας γυναίκας που υποχρεώνεται να κάνει την πόρνη σ' ένα ιδιόμορφο μπορντέλο του Λονδίνου, σε μια συγκλονιστική, εφιαλτική ταινία.

Ο Φελίνι αλλά και ο Κουστουρίτσα έρχονται στο μυαλό του θεατή βλέποντας τη φαντασμαγορική αυτή, βουτηγμένη σε μια ονειρική ατμόσφαιρα, ταινία του Ούγγρου σκηνοθέτη/ηθοποιού Σάμπολτς Χαΐτου («Λευκές χούφτες»). Η ταινία αρχίζει σε μια καθαρά ρεαλιστική ατμόσφαιρα, με τη Μόνα, μια μητέρα, να προσπαθεί να ξαναποκτήσει την κηδεμονία της 8χρονης κόρης της, η οποία αφηγείται την ιστορία της στην υπεύθυνη του γραφείου Παιδικής Πρόνοιας. Μια φανταστική, εφιαλτική ιστορία γύρω από τη γνωριμία της με τον βίαιο πατέρα της κόρης της, τις συναντήσεις της με το δικό της αποξενωμένο πατέρα και την απόφασή της να αφήσει την κόρη της, Βιορίκα, στη φροντίδα της θείας της, μιας χαρτορίχτρας σε τσίρκο, που αρχίζει να εκμεταλλεύεται τις ικανότητες του παιδιού, να υλοποιεί μπροστά στους θεατές τις φαντασιώσεις της!

Ενώ η ίδια η Μόνα καταλήγει πόρνη στη «Βιβλιοθήκη Πασκάλ», ένα ιδιόμορφο μπορντέλο πολυτελείας, όπου ο διευθυντής του, Πασκάλ, ελέγχει τις γυναίκες με ναρκωτικά, αναγκάζοντάς τες να αναπαριστούν, στα υπόγεια κλαμπ του, βίαιες ερωτικές σκηνές για διεφθαρμένους πλούσιους του Λονδίνου. Σκηνές που δίνουν την ευκαιρία στον σκηνοθέτη να εγκαταλείψει το ρεαλιστικό κλίμα των πρώτων σκηνών για ένα φαντεζίστικο, ονειρικό στιλ (εδώ βλέπει κανείς την επίδραση του Φελίνι, του Κουστουρίτσα αλλά και του Twin Peaks του Ντέιβιντ Λιντς), που προσφέρει μια γεύση λύτρωσης από τις φριχτές σκηνές του υπογείου. Η ταινία μπορεί να αναστατώσει και να προκαλέσει μερικούς, ταυτόχρονα όμως είναι και μια ταινία που σε συναρπάζει και σε συγκλονίζει, ακόμη και σε συγκινεί, φτάνει να αφεθείς στη συχνά εφιαλτική, πρέπει να πω, γοητεία της.

ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΟΥ ΠΑΣΚΑΛ

BIBLIOTHÈQUE PASCAL

του Σάμπολτς Χαϊντού

Η Μόνα, μία νεαρή μητέρα, με την επιστροφή της στην πατρίδα διεκδικεί την κηδεμονία της μικρής κόρης της,. Ξεκινά, λοιπόν, να διηγείται την ιστορία της, ένα παραμύθι που μας ταξιδεύει από ένα ξέφρενο πανηγύρι στους δρόμους της Ουγγαρίας, σε μία μαγευτική παραλία και από εκεί στη Γερμανία και την Αγγλία. Στον τελευταίο της σταθμό, στο Λονδίνο, η Μόνα οδηγείται από ένα παράνομο δίκτυο σωματεμπόρων σε ένα κέντρο διασκέδασης της υψηλής βρετανικής κοινωνίας. Το “Βibliotheque Pascal” στα σκοτεινά δωμάτιά του κρύβει έναν μυστικό κόσμο, έναν πολυτελή οίκο ανοχής, όπου τα ακραία παιχνίδια διαστροφής είναι εμπνευσμένα από ήρωες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Από την Ιωάννα της Λωραίνης, έως τη Λολίτα και τη Δεισδαιμόνα, η Μόνα βρίσκεται παγιδευμένη σε έναν κόσμο όπου όλες οι φαντασιώσεις μπορούν να γίνουν πραγματικότητα με το κατάλληλο τίμημα...

Πόσα παραμύθια χρειάζονται για να ξεχάσουμε τον διεφθαρμένο κόσμο που ζούμε;

... Και ναι η νέα μεγάλη κινηματογραφική έκπληξη μετά την Ρουμάνικη πολυβραβευμένη ταινία του Cristian Mungiu μας έρχεται από την Ουγγαρία! Μάλιστα στο σενάριο συνέβαλλε και ο μεγάλος Bela Tarr επηρεάζοντας αναπόφευκτα και την κινηματογράφηση του Szabolcs Hajdu.

Στην ταινία τώρα διακρίνεται ένας συγκερασμός ποίησης και ρεαλισμού με εναλλαγές πανέμορφων εικόνων και σκληρής πραγματικότητας να κατακλύζουν την οθόνη. Ο προβληματισμός του σκηνοθέτη επίκαιρος και συνάμα διαχρονικός. Ο εκφυλισμός της αστικής τάξης, ο αμοραλισμός και η διαστροφή επικρατούν στον κόσμο της βιβλιοθήκης του Πασκάλ και ο σκηνοθέτης σαν άλλος Bunuel ποτίζει τους χαρακτήρες του με έναν υποβόσκων κυνισμό κατακρίνοντας-σατιρίζοντας την άρρωστη αυτή κατάσταση. Η εμφανής αλληγορία της ταινίας και το ανοιχτό σε πολλές εκδοχές φινάλε της, την κάνει ακόμη πιο όμορφη και πιο γοητευτική.

Συνειρμικά μου ήρθε στο μυαλό ο Λαβύρινθος του Πάνα λόγω της «παραμυθένιας» ατμόσφαιρας και της συμβολικής του πλευράς.

Η ταινία είναι προτεινόμενη για Ξενόγλωσσο Όσκαρ. Πιστεύω πως αξίζει και με το παραπάνω την προσοχή από όλους τους σκεπτόμενους (σινεφίλ ή όχι) ανθρώπους.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EΠΙΣΗΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ OSCAR 2011

Τα παραμύθια γίνονται πραγματικότητα αρκεί να πληρώσεις.

Πολύχρωμη, εκθαμβωτικά όμορφη, παραμυθένια ατμόσφαιρα σε μία σκληρή και τολμηρή ταινία, επίσημη Συμμετοχή της Ουγγαρίας στο φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου 2010.

Ο Ούγγρος σκηνοθέτης, Σάμπολτς Χαϊντού είχε έρθει στο παγκόσμιο κινηματογραφικό προσκήνιο το 2006 συμμετέχοντας στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών των Καννών με το αυτοβιογραφικό «Λευκές Παλάμες». Τέσσερα χρόνια μετά, η νέα του ταινία «Νύχτες στου Πασκάλ» με την καθοδήγηση του Ούγγρου Μπέλα Ταρρ που έχει βάλει την πινελιά του στο σενάριο της ταινίας, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές στο Βερολίνο, όπου συμμετείχε στο Φόρουμ, παράλληλο τμήμα της Μπερλινάλε. Ο Χαϊντού θέλησε αυτή τη φορά να σχολιάσει το επίκαιρο και σκληρό θέμα της παράνομης διακίνησης γυναικών, προβάλλοντας στο πανί μια πανδαισία από εικόνες, χρώματα, αισθήσεις, συναισθήματα, υποσχέσεις, πόνο και ηδονή. Το μυστηριώδες “Bibliotheque Pascal” είναι ένα classy πορνείο, στα σκοτεινά δωμάτια του οποίου τα ακραία παιχνίδια διαστροφής που υποκινεί ο Πασκάλ, είναι εμπνευσμένα από ήρωες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Από την Ιωάννα της Λωραίνης, έως τη Λολίτα και τη Δεισδαιμόνα, η Μόνα, πρωταγωνίστρια της ταινίας, θα βρεθεί παγιδευμένη στον διεστραμμένο κόσμο της διανόησης και της κουλτούρας με φόντο ένα S&M κλαμπ του Λίβερπουλ. Ο Χαϊντού δε διστάζει να ξεσκεπάσει με αυτή την ποιητική και σουρεαλιστική ταινία την υποκρισία της καθωσπρέπει τάξης των διανοούμενων και μεγαλοαστών και να εξερευνήσει την άβυσσο της σεξουαλικής διαστροφής.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ

«Αμφιβάλλω εάν υπάρχει έστω μια ταινία στην οποία ένα αντικείμενο, μια εικόνα , μια πρόταση ή μια σκηνή ολόκληρη, σκοπίμως ή τυχαία, δεν είναι ανοιχτά σε πολλαπλές ερμηνείες και μεταφορές και όπου το κοινό δε φαντάζεται ένα κρυμμένο νόημα πίσω από όλα αυτά. Το στοιχείο της ανοιχτής ερμηνείας είναι κυρίαρχο στην τελευταία ταινία μου. Υπάρχουν σκηνές που μπορώ να εξηγήσω και σκηνές που δεν περιμένω να μπορεί να αναλύσει κανείς με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Μπορώ να τις καταγράψω, να μιλήσω γιʼ αυτές, να αναλύσω αυτές τις εικόνες αλλά υπάρχει ο κίνδυνος να αφαιρέσω από αυτές την αίσθηση του μυστηρίου. Πιστεύω ότι η πραγματική επιθυμία να αφηγηθείς μια ιστορία ζει μέσα σου μόνο ωσότου έχεις καταφέρει να διαφυλάξεις αυτά τα αινίγματα. Ένα τέτοιο αίνιγμα αποτελεί το“Biblioteque Pascale”, το οποίο είναι απλώς μια «φέτα» του πραγματικού έξω κόσμου, όπου αρχίζει και τελειώνει η δοκιμασία της Μόνας. Ο χώρος εκεί έχει μια ενδιαφέρουσα ντοκιμαντερίστικη ατμόσφαιρα. Χιλιάδες παρόμοια και πιο προχωρημένα κλαμπ υπάρχουν σε ολόκληρο τον κόσμο. Για εμένα, όμως, το συγκεκριμένο καταδεικνύει την υποκουλτούρα της χορτασμένης δυτικής διανόησης της οποία τα αισθητήρια έχουν νεκρωθεί αλλά και όλους αυτούς που υπηρετούν την τέχνη: τους σκηνοθέτες με τις κενές και παραπλανητικές υποσχέσεις τους σε καλλιτέχνες που είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους. Και γενικά τη σόου μπίζνες που καταστρέφει την αγνή φύση της πραγματικής κουλτούρας. Την ψευτοκουλτούρα δηλαδή που μεταμφιέζεται ως τέχνη κάτω από ένα φανταχτερό περιτύλιγμα».

Η ΤΑΙΝΙΑ ΣΤΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ

• Hungarian Film Week , Budapest (2-8/02/2010)

• Berlinale – International Forum of New Cinema, Berlin (11-21/02/2010)

• LA Film Fest, Los Angeles (17-27/06/2010)

• TIFF, Transylvania, Romania (28/05-06/06/2010)

• Brussels Film Festival, Brussels (23/06-30/06/2010)

• Melbourne International Film Festival, Australia (22/07-08/08/2010)

• 16th Sarajevo Film Festival, Bosnia and Herzegovina 23-31/07/2010)

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ

Ο Σάμπολτς Χαϊντού γεννήθηκε στην Ουγγαρία το 1972. Σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός.

Το 2000 αποφοίτησε από τη σχολή Θεάτρου και Κινηματογράφου του Πανεπιστημίου της Βουδαπέστης. Ξεκίνησε την καριέρα του τη δεκαετία του ʼ90 ως ηθοποιός και έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο το 1997 με τη μικρού μήκους «Νεκρόπολις», για την οποία εισέπραξε επαινετικά σχόλια από τη διεθνή κριτική. Κέρδισε παγκόσμια αποδοχή με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του «Λευκές Παλάμες» η οποία συμμετείχε το 2006 στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών στις Κάννες. Οι «Νύχτες στου Πασκάλ» είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του με την οποία συμμετείχε στο Φόρουμ της φετινής Μπερλινάλε.

INFO

-Την ταινία έχει «ντύσει» μουσικά ο αγαπημένος συνθέτης του Χαϊντού, Μπερντ Φρίντμαν και το συγκρότημα Φλάντζερ, που αποτελείται από τους Γερμανούς Φρίντμαν και Άτομ Χάρτ.

-Η ηθοποιός που ερμηνεύει τη Μόνα, Ορσόλια Τολόκ-Ιλιές, είναι σύζυγος του Χαϊντού και έχει συνεργαστεί μαζί του και στις τέσσερις ταινίες της φιλμογραφίας του. Είναι η μούσα του.

-Ο ηθοποιός που υποδύεται τον Πασκάλ, Shamgar Amram, ερμηνεύει στην ταινία το τραγούδι “Penny Lane” που οι Beatles τραγούδησαν το 1967 για ένα μικρό στενό στο Λίβερπουλ (όπου βρίσκεται και το κλαμπ του Πασκάλ) που ονομάζεται Penny Lane κάνοντας το γνωστό σε όλο τον κόσμο.

-Ο μεγάλος ηθοποιός της Ρουμανίας, Ραζβάν Βασιλέσκου, που υποδύεται τον πατέρα της Μόνας, αρνήθηκε τον ρόλο που του πρότεινε ο Hajdu τρεις φορές. Στην αρχή της δεκαετίας του ʼ90 το ρουμάνικο σινεμά και θέατρο βρισκόταν στην ακμή του και ο Βασιλέσκου ήταν ένας σταρ για την εποχή του.

- Τα λόγια που ο Πασκάλ επιβάλλει στη Μόνα να αποστηθίσει μέσα σε ένα από τα σκοτεινά του δωμάτια προέρχονται από το γνωστό βιβλίο του Μπέρναρντ Σω η «Αγία Ιωάννα».

-Ο κορυφαίος Ούγγρος δημιουργός Μπέλα Ταρρ επικοινώνησε ο ίδιος με τον Χαϊντού για να τον προσκαλέσει να συνεργαστεί μαζί του στο καινούριο του στούντιο. Τα γυρίσματα δεν έγιναν τελικά στο στούντιο του Ταρρ αλλά ο Ταρρ υπήρξε ο σύμβουλος του σεναρίου του “Biblioteque Pascal” επιβάλλοντας αρκετές διορθώσεις στην αρχική του μορφή. Πάντως, την πρώτη ιδέα του «Biblioteque Pascal” τη συνέλαβε ο Χαϊντού δέκα χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας “Sticky Matters”.

-Το αγαπημένο βιβλίο του Χαϊντού που τον ενέπνευσε να γυρίσει το “Biblioteque Pascale” είναι η Άννα Καρένινα του Ρώσου Τολστόι, το οποίο θεωρεί διαχρονικό δηλώνοντας: «Τίποτε δε φαίνεται να έχει αλλάξει τα τελευταία 100-150 χρόνια. Η υψηλή κοινωνία και διανόηση είχε από τότε τη σκοτεινή της πλευρά».

-Η ταινία συνειδητά αναφέρεται στο κλασικό φιλμ του Μιχαήλ Καλατόζοφ «Είμαι η Κούβα» (1964),

Σύμφωνα με δηλώσεις του Αντράς Νάγκι διευθυντή φωτογραφίας της ταινίας.

- Οι πίνακες που βλέπουμε στην ταινία ανήκουν στον Γερμανό ζωγράφο και γελοιογράφο Γκέοργκ Γκρος . Ο Γκρος υπήρξε βασικό μέλος του κινήματος Νταντά του Βερολίνου.

Back Home Up Next