Monster's Ball. ΗΠΑ, 2001. Σκηνοθεσία: Μαρκ Φόρστερ. Σενάριο: Μίλο Αντίκα, Γουίλ Ρόκος. Ηθοποιοί: Μπίλι Μπομπ Θόρντον, Χάλι Μπέρι, Χιθ Λέτζερ, Πίτερ Μπόιλ. Διάρκεια: 111 λεπτά. Ενας ρατσιστής δήμιος ερωτεύεται τη γυναίκα του μαύρου που εκτελεί στην ηλεκτρική καρέκλα, σε μια ταινία που ξεχωρίζει για τις εξαιρετικές της ερμηνείες. «Ο χορός των τεράτων», του ελβετικής καταγωγής Αμερικανού σκηνοθέτη Μαρκ Φόρστερ, αποτελεί τμήμα των ταινιών της φιλελεύθερης πλευράς του Χόλιγουντ, εκείνου που παλιότερα μας έδινε ταινίες του Στάνλεϊ Κρέιμερ («Οταν σπάσαμε τις αλυσίδες») και άλλων σκηνοθετών. Η ταινία εκτυλίσσεται στο σημερινό αμερικανικό Νότο κι αφηγείται την ιστορία δυο οικογενειών, μιας λευκής και μιας μαύρης, που τα μονοπάτια τους, κάτω από τραγικές περιστάσεις, διασταυρώνονται και οι ζωές τους αλληλοεπηρεάζονται. Από τη μια, έχουμε την οικογένεια του λευκού Χανκ (Μπομπ Θόρντον), δήμιου στις φυλακές της Τζόρτζια, του ιδιαίτερα ευαίσθητου γιου του, Σόνι (Χιθ Λέτζερ), που ακολουθεί, απρόθυμα, το επάγγελμα του πατέρα και του καταπιεστή παππού (Πίτερ Μπόιλ), φανατικού ρατσιστή που έχει μεγαλώσει την οικογένεια του στο μίσος για τους μαύρους κι από την άλλη, την οικογένειά του μαύρου θανατοποινίτη Λόρενς και της γυναίκας του, Λετίτσια (Χάλι Μπέρι). Ο Χανκ θα εκτελέσει τον Λόρενς (οι σκηνές της εκτέλεσης είναι από τις πιο ανατριχιαστικές που έχουμε δει), αλλά θα σταθεί υπεύθυνος για την αυτοκτονία του γιού του, η Λετίτσια θα χάσει τον άντρα της και στη συνέχεια, σ' ένα ατύχημα, το μικρό γιο της. Με αποτέλεσμα, η μοίρα να φέρει τους δυο τους, τον Χανκ και τη Λετίτσια, κοντά, όταν ο Χανκ τη βοηθά να μεταφέρει το τραυματισμένο παιδί της στο νοσοκομείο. Η γνωριμία του Χανκ με τη Λετίτσια θα μετατραπεί σε έρωτα, με αποτέλεσμα ν' αρχίσει σταδιακά ν' απαλλάσσεται από το ρατσιστικό του μίσος, χωρίς όμως να τολμά να της αποκαλύπτει ότι ήταν εκείνος που εκτέλεσε τον άντρα της. Το σενάριο, όπως καταλαβαίνετε, είναι αρκετά σχηματικό -οι συμπτώσεις είναι πολλές και αδικαιολόγητες- αν και εδώ ο Φόρστερ επέλεξε τουλάχιστο μια πρωτότυπη πλευρά για να αφηγηθεί την ιστορία του, εκείνη του δημίου. Αποφεύγοντας τους πολλούς μελοδραματισμούς, χρησιμοποιώντας περισσότερο τη δημιουργία μιας αποπνικτικής, καταπιεστικής ατμόσφαιρας όπου το καθετί υποβάλλεται παρά τονίζεται (κι αυτό οφείλεται σ' ένα μεγάλο μέρος στην πολύ καλή, ρεαλιστική φωτογραφία του Ρομπέρτο Σέφερ), ο Φόρστερ εστιάζει την κάμερά του πάνω στα πρόσωπα για να καταγράψει τις αντιδράσεις και την όλη συμπεριφορά τους -από τη μια τη συγκρατημένη, πάντα ευγενική, φαινομενικά ήρεμη, συμπεριφορά ενός βασανισμένου, καταπιεσμένου αλλά και καταπιεστή (στο δικό του παιδί) Χανκ κι από την άλλη την οργισμένη αντίδραση της Λετίτσια, αντίδραση όμως που πίσω της κρύβει μια προσεκτικά καλυμμένη ευαισθησία. Ερμηνείες δοσμένες με ξεχωριστή δύναμη τόσο από τον Μπίλι Μπομπ Θόρντον όσο και τη Χάλι Μπέρι (που δίκαια κέρδισε τόσο το Οσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου όσο και τη Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου). Ιδρωμένο κάντρι με μπλουζ «Ο χορός των τεράτων», είπατε; Λάθος! Γράψε καλύτερα «Chocolat». Κατάμαυρη, αιλουροειδής, με μια καρδιά ικανή να γονατίσει - προσωρινά - το φυλετικό μίσος του αρχηγού της Κουξ Κλαν! Γυναίκα και η κινητήρια δύναμη του «Μonster's ball» που χάρισε ένα Όσκαρ στην «άγνωστη» Χάλι Μπέρι. Και είναι γένους θηλυκού για έναν και μοναδικό λόγο. Επειδή στο αμερικανικό σινεμά συνυπάρχουν σε ανισόρροπη... ισορροπία η ακατάσχετη βία με το απόλυτο μελόδραμα. Η πιο τερατώδης συνύπαρξη στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Μοναδική, αποκλειστική, σωσίβια λέμβος και λύση κάθε δράματος το αίσθημα, η αγάπη, η καρδιά, το δάκρυ, η μετάνοια, το μελό... Μπλόφα; Κάτι χειρότερο. Παγίδα και λοβοτομή. Το είδατε να συμβαίνει στη ζωή; Εδώ, ακόμα και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, τον μεγαλύτερο - μετά τον Γκάντι - πασιφίστα όλων των εποχών τον φάγανε λάχανο. Μα είναι ποτέ δυνατόν ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, το κοινωνικό μίσος και όλα τα κακά που δέρνουν την Αμερική - ή όποιον άλλον τόπο - να θεραπευτούν διά της χριστιανικής... αγαπησιάρικης οδού; Ούτε μία στο εκατομμύριο. Ένσταση, λοιπόν, επί των θεμελίων πάνω στα οποία εδράζεται η αντιρατσιστική ιστορία των τεράτων. Ένσταση, που όμως απορροφάται από την σκηνοθετική και σεναριακή επιδεξιότητα του Μαρκ Φόρστερ. Διότι τα τέρατα διαιρούνται σε δύο κατηγορίες. Στα τερατικά και τα ανθρώπινα. Λευκά τα πρώτα, Μαύρα τα δεύτερα. Φρεσκοσιδερωμένα και φρεσκοξυρισμένα τα πρώτα, καταραμένα τα δεύτερα. Η ομάδα των Λευκών τεράτων αποτελείται από τρεις μπάτσους. Παππούς, γιος και εγγονός. Ο αρχηγός της τερατώδους Λευκής οικογένειας (Πίτερ Μπόιλ), ένας δεσποτικός αγριόμπατσος, είναι σχεδόν κλινικά νεκρός. Το πνεύμα του εμφυτεύεται και αναπαράγεται από τον γιο του (Μπίλι Μπομπ Θόρντον), επίσης αγριόμπατσο, που χαίρεται να συνοδεύει στην ηλεκτρική καρέκλα τα μαύρα σκουπίδια. Ένα απ' αυτά τα σκουπίδια είναι και ο ανεπρόκοπος σύζυγος της Χάλι Μπέρι. Έτσι, εκ συμπτώσεως ηλεκτρικής καρέκλας - χωρίς εκείνη να γνωρίζει την τελευταία... θεάρεστη αποστολή εκείνου - το Λευκό τέρας συναντάται με το Μαύρο. Το μοναδικό πράγμα που τους ενώνει, είναι ο σπαραγμός από την απώλεια των παιδιών τους. Και τότε, αργά αλλά σταθερά, ο μανιασμένος κάτασπρος αφρός μεταμορφώνεται σε σαντιγί που απλώνεται πάνω σε καυτή σοκολάτα. Αν με ρωτούσατε, γιατί να δείτε μια ακόμα συνηθισμένη αντιρατσιστική ιστορία, θα σας έλεγα για έναν απλό λόγο. Είναι από τις σπάνιες φορές που η κάντρι ιδρώνει με το μπλουζ του Σικάγο! |