ΗΠΑ, 2002. Σκηνοθεσία: Σπάικ Τζόνζι. Σενάριο: Τσάρλι Κάουφμαν και Ντόναλντ Κάουφμαν, από το βιβλίο «Ο κλέφτης των ορχιδεών» της Σούζαν Ορλίν. Ηθοποιοί: Νίκολας Κέιτζ, Μέριλ Στριπ, Κρις Κούπερ, Τίλντα Σουίντον. 112 λεπτά. Με επίκεντρο έναν σε δημιουργική κρίση σεναριογράφο που προσπαθεί να διασκευάσει ένα βιβλίο, ο Σπάικ Τζόνζι φτιάχνει μια ασυνήθιστη, απολαυστική, κωμωδία. Εξαιρετικός στο διπλό ρόλο του ο Νίκολας Κέιτζ και απολαυστικοί οι Μέριλ Στριπ και Κρις Κούπερ. Στην αρχή υπήρχε το βιβλίο «Ο κλέφτης των ορχιδέων», της δημοσιογράφου του «Νιου Γιόρκερ», Σούζαν Ορλιν, γύρω από τον Τζον Λαρός, έναν περίεργο φυτοκόμο, ειδικό στις ορχιδέες (Κρις Κούπερ). Στην ταινία του Τζόνζι, ο Τσάρλι Κάουφμαν (Νίκολας Κέιτζ), σεναριογράφος της προηγούμενης ταινίας του, «Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς», καλείται να μετατρέψει το βιβλίο σε σενάριο, γεγονός που του προκαλεί κρίση δημιουργίας. Στην ιστορία αναμιγνύεται κι ο δίδυμος αδερφός του και σεναριογράφος Ντόναλντ (και πάλι ο Κέιτζ). Πρόσωπα που, μαζί και με τη συγγραφέα του βιβλίου, Σούζαν (Μέριλ Στριπ), ανακατεύονται σε μια τρελή, ασυνήθιστη, αλλά πάντα απολαυστική, κωμωδία. Το θέμα της ταινίας, που δύσκολα μπορεί κανείς να αφηγηθεί, είναι ο ίδιος ο κινηματογράφος και τα προβλήματα διασκευής ενός βιβλίου σε σενάριο. Ο Τζόνζι προσθέτει και μια τρίτη πράξη, για να δημιουργήσει το σασπένς και να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή. Ενδιαφέρον που, πρέπει να πω, κρατάει αδιάπτωτο από την αρχή, χάρη στη φαντασία και την ευρηματικότητα με τις οποίες αναμιγνύει τις ιστορίες, στο διαρκές πήγαιν'-έλα στο παρελθόν και στο παρόν, αντιπαραθέτοντας τα διάφορα πρόσωπα (έναν ανασφαλή, αναποφάσιστο και βασανισμένο Τσάρλι μ' έναν πιο σίγουρο, κάπως επιφανειακό Ντόναλντ, μια καταπιεσμένη Σούζαν με τον αγροίκο και ξεδοντιάρη κλέφτη ορχιδεών Λαρός) με χιούμορ, μυστήριο και ομορφιά και αναπτύσσοντας χαρακτήρες γραφικούς, που οι ηθοποιοί ερμηνεύουν με πληθωρικότητα και ξεχωριστή απόλαυση.
Ιδιαίτερο, παράλογο και αμήχανο Κάτι αλλάζει στο σάπιο βασίλειο του Χόλιγουντ. Αμερικανοί παραγωγοί χρηματοδότησαν τον εχθρό τους. Το «Αdaptation» του Σπάικ Τζονζ («Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς») είναι η αναίρεσή τους. Ό,τι ακριβώς μισούν και απεχθάνονται. Στόρι χωρίς ιστορία, περιπέτεια χωρίς περιπέτεια, κωμωδία χωρίς κωμωδία και ήρωες χωρίς ηρωισμούς! Εξωφρενικό. Η πρώτη εντύπωση; Ο Νίκολας Κέιτζ σε διπλό ρόλο. Η δεύτερη; Χιλιάδες ποικιλίες από ορχιδέες (αλήθεια, σας λέω). Η τρίτη; Ζητείται χιούμορ. Η τέταρτη; Δεν πιστεύω αυτό που βλέπω. Περίπου συμβαίνει το εξής και μάρτυς μου ο Θεός. Ταλαντούχος σεναριογράφος προσπαθεί να ολοκληρώσει την τελευταία παραγγελία που του έχει αναθέσει ο παραγωγός του. Δηλαδή, να σεναριοποιήσει το βιβλίο μιας δημοσιογραφίνας, το οποίο ξεχειλίζει από θαυμασμό για τις ορχιδέες ανά την υφήλιο. Όμως ο τύπος πάσχει από... ακατάσχετη περιφρόνηση προς το άτομό του. Μόλις κοιταχτεί στον καθρέφτη του, το πρώτο πράγμα που κάνει, είναι να βγάλει μια κραυγή: «Είμαι χοντρός, φαλακρός και απωθητικός»! Όσο όμως ο ίδιος φρακάρει στη συγγραφή του σεναρίου (από το οποίο κρέμεται η τσέπη του, η καλλιτεχνική του ιδιότητα και ολόκληρη η ύπαρξή του), τόσο ο δίδυμος αδελφός του γράφει με άνεση βετεράνου επαγγελματία το δικό του σενάριο με ήρωα έναν σίριαλ κίλερ. Και το πλέον ανεκδιήγητο της ιστορίας είναι πως ενώ ο πρώτος αδελφός είναι γεννημένος με τα χαρίσματα ενός σπουδαίου σεναριογράφου, ο δεύτερος είναι ο ορισμός της επιπολαιότητας, της ευκολίας και της προχειρότητας! Που πάει να πει, χαμένος ο απαιτητικός, κερδισμένος ο μοδάτος. Το μέγιστο πλεονέκτημα της ταινίας είναι η αύρα που εκπέμπει η αυθεντική εξομολόγηση των δύο σεναριογράφων. Όσο παράλογο και ν' ακούγεται στα αυτιά σας, αυτή η ιστορία αποτελεί αυτούσιο κομμάτι από τη ζωή των δύο αδελφών - Τσάρλι και Ντόναλντ Κάουφμαν - και συγγραφέων τόσο του «Αdaptation» όσο και του «Τζον Μάλκοβιτς». Σπάνια χαρίσματα, όπως πρωτοτυπία, αυτοσαρκασμός, αυθεντικότητα, υποδόριο χιούμορ και ποίηση, προέρχονται μέσα από τις γραμμές αυτού του σεναρίου. Όμως, η σκηνοθεσία του Σπάικ Τζονζ αποδεικνύεται αμήχανη, επίπεδη και κατώτερη των περιστάσεων. Όσο για το Νίκολας Κέιτζ, του βγάζω το καπέλο. Μπορεί να μην πείθει και στους δύο ρόλους των δίδυμων αδελφών, όμως προσπαθεί μέχρι θανάτου. |