Man Push Cart. ΗΠΑ, 2006. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ραμίν Μπαχράνι. Ηθοποιοί:
Αχμάντ Ραζβί. Λετίσια Ντολέρα, Τσαρλς Ντάνιελ Σαντοβάλ, Αλί Ρέζα. 87 λεπτά.
Η προσωπική οδύσσεια ενός Πακιστανού μετανάστη στη Νέα Υόρκη, μέσα από μια απλή,
δοσμένη με ειλικρίνεια και συγκίνηση, ανθρώπινη ιστορία.
Ο Αχμάντ Ραζβί στην ταινία του Ραμίν Μπαχράνι «Ανθρωπος σπρώχνει καρότσι».
Κάποτε ήταν ο ιταλικός νεορεαλισμός. Σήμερα είναι η ψηφιακή κάμερα και η
καταγραφή της καθημερινής ζωής, μιας ζωής το ίδιο προβληματικής μ' εκείνη που
ακολούθησε τα πρώτα χρόνια μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Μόνο που τη φορά αυτή
δεν βρισκόμαστε σε κάποια χώρα της Ευρώπης αλλά στις ΗΠΑ. Ο Αχμάντ, πρώην ροκ
σταρ στο Πακιστάν, μετανάστης στη Νέα Υόρκη, προσπαθεί να επιβιώσει πουλώντας
καφέ και κουλούρια στο καροτσάκι του σε μια γωνιά του Μανχάταν. Ανθρωπος
μοναχικός, χωρίς φίλους (η γυναίκα του έχει πεθάνει, ενώ τα πεθερικά του δεν του
επιτρέπουν να δει το γιο του), ο Αχμάντ αγωνίζεται, όσο καλύτερα μπορεί, να τα
βγάλει πέρα. Ωσπου, κάποια μέρα, του κλέβουν το καρότσι του...
Μια απλή, δοσμένη με ειλικρίνεια και αγάπη, συγκινητική, κάπου κάπου
θλιμμένη, ιστορία. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης είχε αναφέρει πως εμπνεύστηκε από την
ιστορία του Σίσυφου και του βράχου που έσπρωχνε πάνω στο βουνό, ώσπου ο βράχος
ξανάπεφτε κι αυτός ξανάρχιζε να τον ξανασπρώχνει. Προσωπικά, η ταινία μού θύμισε
τον «Κλέφτη Ποδηλάτων» του Ντε Σίκα, με την οποία ο ιρανικής καταγωγής
σκηνοθέτης Ραμίν Μπαχράνι έχει κι άλλα κοινά σημεία. Με βάση ένα λιτό σενάριο,
που πολύ σωστά εστιάζει την προσοχή του στην πορεία του κεντρικού του ήρωα, ο
Μπαχράνι γύρισε την ταινία του με λιγοστά χρήματα, μέσα σε τρεις μόνο βδομάδες,
ακολουθώντας τον ήρωά του να σέρνει το καρότσι του στους νεοϋορκέζικους δρόμους,
να συνομιλεί με άγνωστους, πράγμα που του έδινε την ευκαιρία να καταγράφει,
απλά, με κρυμμένη συχνά κάμερα, χωρίς σκηνοθετική παρέμβαση, όσα συνέβαιναν.
Μέσα από την ιστορία του αυτή, ο Μπαχράνι κατάφερε να καταγράψει την άθλια
οικονομική κατάσταση των τόσων, χωρίς ήλιο στη μοίρα, μεταναστών, που φτάνουν σε
αφιλόξενες (ιδιαίτερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου) πόλεις όπως η Νέα Υόρκη. Η
ταινία προβλήθηκε σε διάφορα φεστιβάλ, κερδίζοντας πολλά βραβεία, μαζί κι εκείνο
της Διεθνούς Κριτικής (FIPRESCI).
Άνδρας σπρώχνει καροτσάκι
Διαμάντι από τα σκουπίδια της Νέας Υόρκης
Το είδατε; Χάσατε! Κομψοτέχνημα μια ιστορία που γεφυρώνει Πακιστάν- Αμερική και
ταυτόχρονα σκάβει και ανοίγει το χάσμα που χωρίζει το σαλόνι από τα σκουπίδια.
Το λένε «Μan push cart»- Άνδρας σπρώχνει καροτσάκι. Αλλά είναι τόσο σκοτεινό,
αληθινό και περιθωριακό που θυμίζει το «Μidnight Cowboy» του Τρίτου Κόσμου!
Είναι τουλάχιστον δύο ετών ταινία, σκηνοθετημένη από τον 32χρονο Ιρανό Ραμίν
Μπαχρανί, που γεννήθηκε στη Βόρεια Καρολίνα των ΗΠΑ. Αυτός ο ταλαντούχος
κινηματογραφιστής αναδεικνύεται σε έναν από τους ελάχιστους Αμερικανούς λάτρεις
του αυθεντικού ρεαλισμού. Προσέξτε τη διαφορά, γιατί τα φαινόμενα είναι
παραπλανητικά. Άλλο πράγμα ο νατουραλισμός, εντελώς άλλο ο ρεαλισμός. Ο
νατουραλισμός με το επιφαινόμενο και το ρηχό, ο ρεαλισμός με το πραγματικό και
ουσιαστικό. Έτσι, ο Μπαχρανί παίρνει διαζύγιο από τη βία, το σκάνδαλο, το
γραφικό και το εξωφρενικό. Πράξη γενναία, αφού μια τέτοια ανοχύρωτη ιστορία θα
βρει ελάχιστη ανταπόκριση από το κοινό. Φανταστείτε πως σχεδόν σε όλη τη
διάρκεια της ροής ελάχιστα πράγματα συμβαίνουν και ελάχιστες οι σχέσεις που
συνάπτουν μεταξύ τους οι επίσης ελάχιστοι χαρακτήρες αυτής της αχνής, σχεδόν
αόρατης διαδρομής. Αν όμως ο θεατής προσέξει, θα ανακαλύψει μικρό θησαυρό. Πρώτα
απ΄ όλα ο Μπαχρανί, αξιοποιώντας τους φυσικούς χώρους από σκοτεινές,
περιθωριακές γωνιές της Νέας Υόρκης, καταφέρνει να μεταφέρει στην καρδιά της πιο
λαμπερής μητρόπολης τον Τρίτο Κόσμο της ανθρώπινης χωματερής. Αν δεν μιλούσαν
αγγλικά και αν δεν κυκλοφορούσαν γραβάτες και κοστούμια Μανχάταν, θα έκοβες τον
σβέρκο σου πως βρίσκεσαι σε κάποια πλατεία του Πακιστάν. Επίτευγμα αυτό, εκ
πρώτης όψεως καθόλου εντυπωσιακό. Επειτα με αδιόρατο, κομψό τρόπο και με
χαμηλόφωνο, σχεδόν ψιθυριστό ύφος, ενσωματώνει στη ρουτίνα και τη μελαγχολική
καθημερινότητα πράξεις συνηθισμένες αλλά εγκληματικές. Σχέσεις εύθραυστες,
τυχαίες και στο βάθος καταλυτικές.
Με ένα λόγο, θέλει να πει ότι ο ρατσισμός, η ανισότητα, ο κυνισμός, η
μοναχικότητα, όλα αυτά τα συναισθήματα και όλη αυτή η πραγματικότητα ενός
παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος χώρου είναι καταστάσεις αυτονόητες και εν τέλει
για τον σύγχρονο, ανάλγητο Άνθρωπο ασήμαντες και καθόλου εγκληματικές. Και όμως,
ο Πακιστανός Αχμάντ «χάνει» την πολυαγαπημένη του γυναίκα, χάνει το μεροκάματό
του, χάνει το κορίτσι του, χάνει και τον φίλο του. Ούτε πυροβολισμοί ούτε
βιασμοί ούτε βωμολοχίες και χαρακτηρισμοί. Απλώς, μόνος, ρακένδυτος,
απροστάτευτος ανάμεσα σε λύκους. Η βρώμικη, μικρή, καθημερινή αλήθεια. Τη
συναντάμε και την προσπερνάμε για να γλεντήσουμε βλέποντας χάρτινα παραμύθια!
Με δυο λόγια: Σε κάποια σκοτεινή γωνιά της Νέας Υόρκης, ένας λαθρομετανάστης από
το Πακιστάν σπρώχνει με τα χέρια ένα καροτσάκι με καφέδες και κουλουράκια. Για
να ξεπληρώσει το χρέος του και να αγοράσει ολόκληρο το «μαγαζάκι» του,
αναγκάζεται τα απογεύματα να κάνει μερεμέτια σε κάποιον προνομιούχο μουσουλμάνο
της Αμερικής. Α, του λέει αυτός. Εσύ δεν είσαι ο τραγουδιστής που έσκισε με το
πρώτο του CD; Αυτός είναι. Κι όμως τώρα, στοιχειωμένος από τον θάνατο της
γυναίκας του και περιφρονημένος σε μια ξένη και αφιλόξενη χώρα, προσπαθεί με
αξιοπρέπεια να ξαναφτιάξει τη ζωή του και να πάρει πίσω το παιδί του. Ο Γολγοθάς
μόλις άρχισε για τον Αχμάντ!
Όλα κάτω από μια σανίδα
|