Γαλλία, 2008. Σκηνοθεσία-σενάριο: Σιλβί Βερέντ. Ηθοποιοί: Λεόρα Μπάρμπαρα, Καρόλ Ροσέρ, Μπενζαμέν Μπιολέ, Γκιγιόμ Ντεπαρντιέ. 103' Το πέρασμα από την παιδική στην εφηβική ηλικία, μέσα από τη ζωή ενός 11χρονου κοριτσιού στη διάρκεια μιας χρονιάς σε καλό παρισινό λύκειο, στη δεκαετία του '70, σε μια ταινία δοσμένη με ευαισθησία, χιούμορ και αρκετή πρωτοτυπία. Τη ζωή ενός από φτωχική οικογένεια 11χρονου κοριτσιού, σ' ένα λύκειο του Παρισιού, στη δεκαετία του '70, αφηγείται στη, βασισμένη σε αυτοβιογραφικά στοιχεία, ταινία της «Με λένε Στέλλα», η Σιλβί Βερέντ. Εκτός από τις ώρες της στο καλό παρισινό λύκειο και τη σχέση της μ' ένα από τα κορίτσια του σχολείου, η μικρή Στέλλα τής ταινίας περνά τον περισσότερο καιρό της στο λαϊκό μπαρ των γονιών της, στην άκρη του Παρισιού. Ευκαιρία για τη σκηνοθέτρια να δώσει, με αρκετή πρωτοτυπία, το πέρασμα από την παιδική στην εφηβική ηλικία και να καταγράψει, με λεπτομέρεια και κριτικό μάτι, τις κοινωνικές και άλλες διαφορές σε δύο διαφορετικές ταξικές περιοχές. Από τη μια εκείνη των με προσωπικά προβλήματα γονιών της Στέλλας, και των ζεστών, με χιούμορ εργατών που συχνάζουν στο λαϊκό μπαρ τους κι από την άλλη εκείνη των παιδιών τού πλούσιου σχολείου, αλλά και τη σχέση της Στέλλας με την κόρη μιας οικογένειας εξόριστων διανοούμενων Εβραίων από την Αργεντινή. Χώρος που η Βερέντ, στην πρώτη της αυτή ταινία, καταγράφει ακολουθώντας μιαν απλή, χαμηλών τόνων γραφή, διανθίζοντας τις σκηνές της -από τα καλύτερα στοιχεία της ταινίας- με χιούμορ αλλά και ωραία, χαρακτηριστικά τραγούδια της δεκαετίας του '70. Στις αρετές της ταινίας, οι πολύ καλές ερμηνείες όλων των ηθοποιών, με τη Βερέντ να συνδυάζει με επιτυχία ερασιτέχνες με επαγγελματίες ηθοποιούς, ανάμεσά τους και τον άδικα χαμένο πρόσφατα Γκιγιόμ Ντεπαρντιέ, στον μικρό αλλά σημαντικό ρόλο του συμπαθητικού, μοναδικού φίλου της Στέλλας, Αλέν. Την παράσταση πάντως κυριολεκτικά κλέβει η 11xρoνη Λεόρα Μπάρμπαρα, που τονίζει με την εκπληκτική ερμηνεία της την εσωστρέφεια, την αθωότητα, μαζί και την κάποια πονηριά του κοριτσιού, που αγωνίζεται όσο μπορεί καλύτερα για να βρει μια θέση στον ήλιο. Στέλλα, το σοφό κορίτσι Ταινιάρες σκάνε από κάθε γωνιά της γης, πλην της ελληνικής. Παράδειγμα; «Με λένε Στέλλα» (Stella). Αυτό το δεκατετράχρονο κορίτσι με το όνομα Λεορά Μπαρμπαρά θα σας πάρει τα μυαλά. «Τα 400 χτυπήματα» δεν είναι μακριά. Στέλλα, σ΄ έχω βάλει στην καρδιά μου οριστικά! Όπως οι Αμερικανοί που περιφρόνησαν τις διαχρονικές, κινηματογραφικές τους αξίες, θάβοντας μαζί μ΄ αυτές και το «Gran Τorino» του Κλιντ Ίστγουντ, έτσι και με τη Γαλλία. Στα παλαιότερα των υποδημάτων τους έγραψαν αυτήν τη σπουδαία ταινία. Γι΄ αυτό λέω σε όποιον ρωτήσει για την κριτική. Ξεχάστε τα όλα. Ακολουθήστε την καρδιά σας. Η πλειονότητα των θεωρητικών και των γραφιάδων της δημοσιογραφικής κριτικής έχουν σκαρφαλώσει στον συρμό της μόδας. Παράδειγμα; Μα, φυσικά, η «Στέλλα». Ανίκανοι να καταλάβουν τους δυσδιάκριτους κρίκους που την ενώνουν με το θρυλικό «Les quatre cents coup» («Τα 400 χτυπήματα») του Φρανσουά Τριφό και του 1959 με Ζαν Πιέρ Λεό. Το εξηγώ: Μόλις στα δεκαπέντε είναι ο πιτσιρικάς- πρωταγωνιστής, Ζαν Πιερ Λεό. Μόλις στα δεκατέσσερα η Μπαρμπαρά. Ένα το κρατούμενο λοιπόν. Η μεταπολεμική Γαλλία είναι το σκηνικό στο αριστούργημα του Τριφό. Η μετα-Μαγιάτικη (του ΄68) εποχή είναι το κοινωνικό φόντο της «Στέλλας» της Σιλβί Βερχέιντε. Δεύτερο κρατούμενο. Αυτοβιογραφικό- έτσι πιστεύεις, γιατί είναι εντελώς βιωματικός ο γκρίζος Γολγοθάς του μικρού Αντουάν Ντουανέλ. Το ίδιο και της Στέλλας. Η σκηνοθέτιδα- κόβω τον λαιμό μου γι΄ αυτό- εμφύσησε αισθήματα, συγκίνηση, σκέψεις και οργή γιατί τα έζησε έτσι ακριβώς από μικρό παιδί. Τρίτο το κρατούμενο. Και τέλος, η διαφορετικότητα ανάμεσα στις δύο αποκλίνουσες πορείες. Του Αντουάν και της Στέλλας. Κι όμως, στο βάθος ίδιες σαν δυο σταγόνες νερό. Η διαφορά έχει να κάνει με την εποχή. Σκληροί, δογματικοί, αυταρχικοί οι γονείς και οι δάσκαλοι του Αντουάν. Λογικό. Έτσι ήταν το ΄50. Ανεκτικοί και προσαρμοστικοί οι γονείς της Στέλλας. Παράγωγα μιας γενιάς που έζησε, μεγάλωσε και παντρεύτηκε με την αυταπάτη πως μόλις ξεκαθάρισε τους λογαριασμούς της με την επανάσταση. Πλάνη απροσμέτρητη. Με τα ναρκωτικά και το σεξ η εξέγερση καταλήγει στις παραισθήσεις, οριζοντιωμένη στο κρεβάτι με νταβατζή την εξουσία! Πάμε στο ψητό. Τι είναι η ιστορία λοιπόν; Τίποτα και όλα μαζί. Δηλαδή ένα μικρό κορίτσι μεγαλώνει στο cafe των γονιών της. Έτσι, βλέπει και παρατηρεί. Έτσι, σχολιάζει χωρίς ντροπή. Έτσι, κατανοεί, μεγαλώνει, ωριμάζει, θυμώνει και τις μπαταρίες της γεμίζει. Έτσι, καταλαβαίνει τους γονείς αλλά και όλους τους ενήλικες υπερβαίνει. Έτσι, αυτό το αδύνατο, το σχεδόν «αόρατο» πλάσμα, κατακτάει το μέγιστο αγαθό. Σοφότερη από κάθε μεγάλο κοινό θνητό. Τι σημαίνει αυτό; Πρώτον, η παιδοψυχολογία των ειδικών μετατρέπεται σε κουρελόχαρτο. Η Ζωή διδάσκει το Παιδί. Όχι τα λόγια. Οι πράξεις λοιπόν. Εκεί η ζύμωση, η αφομοίωση, η κρίση, η γνώση. Όλα εκεί. Δεύτερον, η πλάνη. Πως ο δείκτης του παιδιού είναι χαμηλότερος από κάθε ώριμο και μεγάλο. Έτσι νομίζετε. Μπούρδες. Πρωταθλητής το Παιδί. Ανώτερος ο δείκτης ευφυΐας της ευαισθησίας του. Ανώτερος ο συναισθηματικός του κόσμος. Πλουσιότερη η φαντασία του. Ανοικτές οι αισθήσεις του. Αχόρταγος ο... επεξεργαστής του. Αγαπητοί, μη βαυκαλίζεστε με μια ανωτερότητα εντελώς πλαστή. Απλώς οι μεγάλοι θεωρούμε πως έτσι μας έπλασε ο Θεός. Να περπατάμε με τα πόδια ψηλά και το κεφάλι σκυφτά. Φυσικό το αφύσικο. Κανονικό το ακανόνιστο. Το Παιδί είναι σοφό. Οι συνθήκες είναι που το πλένουν, το σιδερώνουν και έτσι το κάνουν τάχα μου άνθρωπο σωστό. Θεσμοί, πολιτικοί, Πολιτεία, σχολείο και Γονείς. Όλοι εμείς οι δολοφόνοι της μεγάλης παιδικής ψυχής! Και για να τελειώνω, δυο λόγια για την κινηματογραφική γραφή. Απόλαυση από την πρώτη στιγμή. Η κάμερα κολλημένη στη μικρή πρωταγωνίστρια. Και τι πρωταγωνίστρια! Η μικρή Λεορά Μπαρμπαρά σε ένα απίστευτο ερμηνευτικό ρεσιτάλ. Τύφλα να ΄χει η Μέριλ Στριπ. Βάζω στοίχημα. Έτσι και ήταν Αμερικανίδα και η ταινία χολιγουντιανή θα βρισκόταν στη λίστα των υποψηφίων για Όσκαρ. Και οn top of that μια αόρατη τραμπάλα μοναδική. Το Σύμπαν να μετακινείται χωρίς ζαλάδα ούτε στιγμή. Από το χιούμορ στο σχόλιο, από το σχόλιο στη μελαγχολία, από τη μελαγχολία στη χαρά και από τη χαρά στη διάθεση φυγής. Η αδιάκοπη προς την ωριμότητα πορεία. Βγήκα από την αίθουσα με μια βεβαιότητα καθοριστική. Όποιος καταφέρει να διατηρεί και να προστατεύει την παιδικότητά του είναι ο εκλεκτός αυτής της Γης. Αυτός ο ανεκτίμητος θησαυρός! Μικρό κορίτσι μετράει τ΄ άστρα περπατώντας στη Γη. Ρεσιτάλ ερμηνείας Χυμοί ζωής από τη σκηνοθεσία Περισσότερα για την ταινία Μια 11χρονη ηρωίδα, ένα λαϊκό μπαρ στην άκρη του Παρισιού που είναι το σπίτι της, μια νέα σχολική χρονιά που θα της αλλάξει τη ζωή. Είναι η Στέλλα, ένα πρόσωπο σε μια βαθιά ανθρώπινη ταινία που αιχμαλώτισε κοινό και κριτικούς όπου κι αν προβλήθηκε. Οι βασικοί συντελεστές Η σκηνοθέτιδα Σιλβί Βερχέιντε κέρδισε αναγνώριση με τις μικρού μήκους ταινίες της "Entre chiens et loups" (Βραβείο Canal+ στο Φεστιβάλ Κλερμόντ Φεράντ, 1992) και "La Maison verte" (Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Νανσί, 1993). Έγραψε και σκηνοθέτησε την πρώτη της ταινία μεγάλου μήκους "Un frere", η οποία παρουσιάστηκε στο τμήμα "Κινηματογράφος στη Γαλλία" στο 50ο Φεστιβάλ των Κανών. Η ταινία κέρδισε το βραβείο Cyril Collard το 1998, ενώ η ηθοποιός Emma de Caunes βραβεύτηκε με το Βραβείο Σεζάρ ως η πιο πολλά υποσχόμενη ηθοποιός το 1998. Σεναριογράφος, σκηνοθέτις αλλά και ηθοποιός, η Σιλβί Βερχέιντε, τιμήθηκε με το Arlequin Prize για καλύτερο σενάριο του "Με λένε Στέλλα". Η μικρή Λεόρα Μπάρμπαρα είναι 12 χρονών σήμερα. Ξεκίνησε να εργάζεται ως ηθοποιός στην τηλεοπτική ταινία "Etat de Grace" του Πασκάλ Σομέιλ και το "Με λένε Στέλλα" είναι η πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση. Ο Γκιγιόμ Ντεπαρντιέ, γιος του σπουδαίου ηθοποιού Ζεράρ Ντεπαρντιέ, γεννήθηκε το 1971 στο Παρίσι. Ήταν παντρεμένος με την ηθοποιό Ελίζ Βεντρέ, με την οποία απέκτησε μια κόρη. Πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση ήταν το 1991 στο πλευρό του πατέρα στο "Όλα τα πρωινά του Κόσμου". Έχει εμφανιστεί, μεταξύ άλλων, στις ταινίες "All the Mornings of the World" του Αλέν Κορνό πλάι στον Ζεράρ Ντεπαρντιέ, "Wild Target", "The Story of a Boy who Wanted to be Kissed", "White Lies", "Pola X", "Love and Other Curiosities", "Like an Airplane", "A Loving Father", "Once Upon an Angel", "Process". Πριν μερικά χρόνια κόλλησε μια μεταδοτική ασθένεια ενώ νοσηλευόταν σε νοσοκομείο για τραυματισμό στο πόδι από ατύχημα. Η ασθένεια αποδείχτηκε τελικά αρκετά ανθεκτική σε αντιβιοτικά, ώσπου ύστερα από σχεδόν 2 χρόνια, η μόνη λύση ήταν ο ακρωτηριασμός του ποδιού του. Πέθανε πρόωρα, το Οκτώβριο του 2008 σε νοσοκομείο της Γαλλίας σε ηλικία μόλις 37 ετών, αφού υπέφερε από ισχυρή πνευμονία, ενώ είχε ξεκινήσει γυρίσματα στη Ρουμανία για την ταινία "L' Enfance d' Icare". Με τα λόγια της σκηνοθέτιδας "Η ταινία βασίζεται στις αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων και ιδιαίτερα την πρώτη μου χρονιά στο γυμνάσιο, το 1977. Ήθελα εδώ και χρόνια να κάνω μια ταινία από αυτό το κομμάτι της ζωής μου και όταν ο γιος μου μπήκε στο γυμνάσιο πριν από 4 χρόνια αποφάσισα να καθίσω και να το γράψω. Την εποχή εκείνη, το '77, υπήρχαν πολύ καυτά θέματα της επικαιρότητας που αφορούσαν την παιδεία, τις κοινωνικές και ταξικές αλλαγές και διαμόρφωσαν δραστικά την οπτική μου πάνω σε όλα τα πράγματα. Παρά ταύτα μου δόθηκε η ευκαιρία να πάω σχολείο και να μορφωθώ. Ήθελα να μιλήσω για αυτήν την ευκαιρία". "Η Στέλλα είναι με έναν τρόπο αυτοβιογραφική ταινία. Κι εγώ μεγάλωσα σε ένα λαϊκό καφέ μπαρ. Ήταν ένα μέρος σκληρό, βίαιο πολύ μακριά από τα μέρη που πρέπει να μεγαλώνει ένα παιδί. Όπως η Στέλλα, πήγα σε ένα παρισινό σχολείο, έφτασα μόνη μου την πρώτη μέρα με μια μπάλα ποδοσφαίρου. Όπως εκείνη, έφτυσα ένα αγόρι και γύρισα με μαύρο μάτι στο σπίτι μου το πρώτο βράδυ!". "Οι σκηνές στο καφέ ήταν η μεγαλύτερη ανησυχία μου. Όταν έχεις μεγαλώσει σε ένα τέτοιο μέρος, νιώθεις ότι κάθε καφέ που μπαίνεις είναι κατά κάποιον τρόπο το σπίτι σου. Και πάνω απ' όλα η ζωή σε ένα καφέ είναι οι ζωές του Σέρτζιο και της Ρόζι, των γονιών, αλλά και των πελατών, των ανθρώπων που συχνάζουν εκεί. Διάλεξα ένα σύνολο από πολύ διαφορετικούς ανθρώπους ηθοποιούς αλλά και μη ηθοποιούς για να δώσω ζωντάνια και ρεαλισμό στις σκηνές χρησιμοποιώντας κάμερα στο χέρι. Στο σχολείο πάλι η κάμερά μου ήταν πολύ σταθερή: είναι ένας χώρος με κανόνες και πειθαρχία". "Η ματιά πάνω στους ενήλικες είναι τρυφερή αλλά και σκληρή συνάμα. Αν η ζωή είναι σκληρή, δεν είναι σκληρή μονάχα για την Στέλλα. Με αυτήν την έννοια, όλοι οι ενήλικες έχουν δικαιολογίες και θέλουν να κάνουν το καλύτερο, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν είναι ικανοί. Οι γονείς της Στέλλα, για παράδειγμα, δεν είναι τέρατα. Έχουν εκρήξεις, αδυναμίες αλλά αγωνίζονται για τη ζωή τους. Πάνω από όλα η ταινία είναι η ζωή μέσα από τα μάτια ενός παιδιού που είναι γεμάτο ελπίδα. Και όλοι οι χαρακτήρες, εκτός ίσως από τον Μπούμπου, είναι ζωντανοί". |