Bir Zamanlar Anadolu'da. Τουρκία, 2011. Σκηνοθεσία: Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν. Σενάριο: Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν, Εμπρου Τσεϊλάν, Ερκάν Κεσάλ. Ηθοποιοί: Μουχάμεντ Ουζουνέρ, Γιλμάζ Ερντογάν, Τάνερ Μπιρσέλ, Φιράτ Τανίς, Ερκάν Κεσάλ. 150' Η αναζήτηση του τάφου ενός δολοφονημένου άντρα στις αχανείς εκτάσεις της Ανατολίας γίνεται αφορμή για μια κριτική ματιά πάνω στη σύγχρονη τουρκική κοινωνία αλλά και γενικότερα στην ανθρώπινη κατάσταση σε μια δυνατή, εικαστικά έξοχη, ταινία - Μέγα Βραβείο της κριτικής επιτροπής στις Κάνες. Ο τούρκος auteur Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν αποτυπώνει ένα από τα πιο ποιητικά νυχτερινά ταξίδια που έχουν καταγραφεί στον πρόσφατο κινηματογράφο. Σ' ένα έρημο τοπίο, κάπου βαθιά στην Ανατολία, μια ομάδα ανθρώπων (ένας εισαγγελέας, ένας αστυνόμος, ένας γιατρός και οι βοηθοί τους, μαζί με δύο δεμένους με χειροπέδες ύποπτους για φόνο) ψάχνει το μέρος που ο ένας από τους δύο δολοφόνους θα τους υποδείξει ότι έχουν θάψει το θύμα τους. Ετσι αρχίζει η νέα ταινία του Τούρκου σκηνοθέτη Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν, δημιουργού μιας σειράς εξαιρετικών ταινιών («Μακριά», «Τρεις πίθηκοι», «Κλίματα αγάπης», «Σύννεφα του Μάη»), που καταπιάνονται με το δράμα απλών ανθρώπων, τοποθετημένων, όμως, πάντα, σ' ένα συγκεκριμένο κοινωνικό περιβάλλον. Ο χώρος τον οποίο ψάχνουν οι άντρες είναι η Ανατολία, μια υποβαθμισμένη περιοχή, καθρέφτης μιας άλλης Τουρκίας, που μια πλευρά της είχαμε δει στις πρώτες ταινίες του συμπατριώτη του, Γιλμάζ Γκιουνέι. Χρονικά, η ιστορία καλύπτει ένα περίπου εικοσιτετράωρο, με το μεγαλύτερο μέρος της να εκτυλίσσεται τη νύχτα. Σ' όλη σχεδόν τη διάρκεια αυτής της νύχτας, η ομάδα των ανθρώπων σταματά από το ένα μέρος στο άλλο, ψάχνοντας για ένα λιβάδι, με μια συγκεκριμένη πηγή και ένα «στρογγυλό» δέντρο. Σκάβουν κάθε τόσο χωρίς αποτέλεσμα, πιστεύοντας πως ο δολοφόνος τούς κοροϊδεύει, παρ' όλο που αυτός επιμένει πως έθαψε το θύμα του νύχτα και ήταν μεθυσμένος. Κάποια στιγμή, κουρασμένοι οι άντρες αποφασίζουν να κάνουν ένα διάλειμμα στο σπίτι του δημάρχου του πιο κοντινού χωριού. Το πτώμα θα το ανακαλύψουν το επόμενο πρωί, δεμένο χειροπόδαρα, σ' έναν λάκκο. Η αναζήτηση του πτώματος και οι συζητήσεις για διάφορα, φαινομενικά άσχετα, θέματα δίνουν την ευκαιρία στον Τσεϊλάν να μας μιλήσει για τις σχέσεις, τις διαφορές και τις συγκρούσεις των αντρών, αποκαλύπτοντάς μας, σταδιακά, την κοινωνική και πολιτική κατάσταση που επικρατεί στη σύγχρονη τουρκική κοινωνία καθώς και τα παιχνίδια εξουσίας που παίζονται εκεί. Ο αστυνομικός, παρά τις παρεμβάσεις του φαινομενικά αντικειμενικού εισαγγελέα, θα χρησιμοποιήσει τη βία όταν χρειάζεται (ο δολοφόνος θα μαρτυρήσει τελικά πού έθαψε το πτώμα ύστερα από μια «κλειστή» ανάκριση με τον αστυνόμο, που όπως καταλαβαίνουμε έχει ξεπεράσει τα όρια της ανθρωπιάς), ενώ εκείνο που ενδιαφέρει το γιατρό είναι πότε θα τελειώσει αυτή η περιπέτεια για να επιστρέψει στην «πολιτισμένη» Τουρκία. Ο εισαγγελέας θα συντάξει το πόρισμα όχι σύμφωνα με τα δεδομένα αλλά με όσα αυτός επιλέγει και αποφασίζει, ο δήμαρχος μιλά για ανάγκη βοήθειας προς το φτωχικό χωριό του, ενώ η μελλοντική συμμετοχή της Τουρκίας στην Ενωμένη Ευρώπη γίνεται αφορμή για ένα ειρωνικό σχόλιο από τον εισαγγελέα. Ο Τσεϊλάν χρησιμοποιεί ένα παρόμοιο με τις άλλες ταινίες του στιλ, που θυμίζει τόσο το έργο του Ιάπωνα Γιασουτζίρο Οζου όσο και του δικού μας Αγγελόπουλου, για να δημιουργήσει την εξαιρετική ατμόσφαιρα της ταινίας του: με μεγάλες αργές σεκάνς, μακρινά πλάνα που τοποθετούν τους πολύπλοκους, με πολλές αδυναμίες, χαρακτήρες, στους συγκεκριμένους χώρους και σε αφήνουν να τους προσεγγίσεις και να διεισδύσεις στις σκέψεις τους, με σιωπές που λένε πολύ περισσότερα από ένα διάλογο, δραματουργικά οργανωμένους φωτισμούς, εικόνες εικαστικά πανέμορφες, αυθεντικούς, αποκαλυπτικούς, διανθισμένους με χιούμορ, διαλόγους και δυνατές ερμηνείες απ' όλους τους ηθοποιούς του (ορισμένοι μάλιστα από αυτούς ερασιτέχνες). Μια ταινία που μας λέει πολλά για την τουρκική κοινωνία και όχι μόνο, και που δίκαια κέρδισε το Μέγα Βραβείο της κριτικής επιτροπής του Φεστιβάλ των Κανών. Κάποτε στην Ανατολία Ο Τσεϊλάν δεν χαρίζει κάστανα στις ταινίες του. Είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω πριν λίγα χρονια στην Θεσσαλονίκη και αυτό που συνάντησα πάνω του ήταν ένας βαθύς, εσωστρεφής χαρακτήρας, με ιδιαίτερη οξύνοια τόσο στις περιγραφές αλλά και όσα αφήνει να κρυφτούν πίσω από τις εικόνες του. Στο "ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΑ", ένα μινιμαλιστικό αφαιρετικό κομψοτέχνημα, διηγείται την ιστορία ενός φόνου, που έχει ήδη συμβεί και την περιπλάνηση (στα όρια του μεταφυσικού) μιας ομάδας κρατικών λειτουργών στα βάθη της Ανατολίας με σκοπό την εύρεση του τόπου ταφής του θύματος. Ο Τσεϊλάν βυθίζει αργά - αργά και υποβλητικά τις αισθήσεις, κάτω από την επιφάνεια αυτού που είναι αλλα και θέλει να δείχνει ως εικόνα η σημερινή Τουρκία, αναδύοντας την βαθιά πνευματική και υπαρξιακή κρίση της κοινωνίας. Οι ήρωές του σαν σαιξπηρικές σκιές περιπλανιούνται σε ένα κατάξερο - ως επί το πλείστον νυχτερινό - τοπίο καμβά, όπου η εξαΰλωση του χώρου μετατρέπει την θέαση σταδιακά σε όνειρο. Ένα όνειρο με εικαστικές πινελιές που το μεταφυσικό τους βάθος, θα ζήλευε ένας Ντε Κίρικο, και που μορφές, άλλοτε σκεπτικές και άλλοτε σκοτεινές, αστείες και άλλοτε απόκοσμα όμορφες (η εμφάνιση της κόρης του Δημάρχου), εμφανίζονται και εξαφανίζονται, στο διαρκώς μεταβαλλόμενο φυσικό και ψυχολογικό ντεκόρ. Είναι μια αναφορά στα άγνωστα ταξίδια της ψυχής στον κόσμο, αυτή η Η ταινία είναι ένα πολιτικοκοινωνικό λανθάνων θρίλερ, του οποίου την εξέλιξη και λύση δεν θα μάθουμε ποτέ. Είναι ένα σχόλιο για την προσωρινότητα των στιγμών, της αντίληψης και των ιδεών μας; Μήπως όλα μαζί; Αυτό που αγαπώ περισσότερο στους μεγάλους σκηνοθέτες, είναι ότι μπορούν και αφήνουν το γόνιμο, πνεύμα του άγνωστου μυστηρίου να με τραβήξει μέσα στον πυρήνα της δημιουργίας τους, αφήνοντας σε μένα την χάρη και την τελική δύναμη των συνειρμών. Όπως και στον "ΘΕΙΟ ΜΠΟΥΝΜΙ" του Απιτσαπτόνγκ Ουερασεθακούλ, έτσι και σ' αυτή την λυκόφωτη, οπτική ποίηση του Τσεϊλάν, όσα δεν λέγονται αλλά και όσα βγαίνουν έξω από τον διηγηματικό ιστό του φιλμ, (αποκρυπτογραφώντας τα links), είναι πολύ, μα πάρα πολύ περισσότερα. Όπως ένα σπασμένο ψηφιδωτό, που κάποια κομμάτια του λείπουν και μόνον ο νους πλέον, κριτής και τελικός μάρτυρας καλείται να συνθέσει πάνω ... στην απουσία τους. Εάν το “Κάποτε στην Ανατολία” μοιάζει με ιστορία φαντασμάτων, είναι γιατί αυτή η χούφτα ανδρών που ψάχνει για το πτώμα, είναι περισσότερο νεκροί παρά ζωντανοί -έχουν καταστρέψει τα παιδιά τους, είναι “μακριά” από τις γυναίκες τους, είναι γεμάτοι απογοητεύσεις. Επομένως, αυτό το μακρύ ταξίδι τους φέρνει πιο κοντά στον ίδιο τους τον εαυτό, ώστε να τον αντιμετωπίσουν. Manohla Dargis, New York Times Η ολονύκτια αναζήτηση ενός χαμένου πτώματος, θα λειτουργήσει σαν μια οδυνηρή αυτοψία του ανθρώπινου ψυχισμού. Το “Κάποτε στην Ανατολία”, με την πανέμορφη, εξαιρετική φωτογραφία του, καθώς και το ιδιαίτερο χιούμορ που διαθέτει, είναι το νέο, ζοφερό, στοχαστικό και άκρως διεισδυτικό δημιούργημα του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν. Justin Chang, Variety |