Like Someone in Love Γαλλία, Ιαπωνία, 2012, Εγχρωμη Παραγωγή: Τσαρλς Γκιλιπμέρτ, Ναταναέλ Καρμίτ, Αμπάς Κιαροστάμι Σκηνοθεσία: Αμπάς Κιαροστάμι Σενάριο: Αμπάς Κιαροστάμι Φωτογραφία: Κατσούμι Γιαναγκιχίμα Μοντάζ: Μπαμάν Κιαροστάμι Πρωταγωνιστούν: Ριν Τακανάσι, Ταντάσι Οκούμο, Ρίο Κάσε, Ντέντεν Διάρκεια: 109' Μία ελπιδοφόρα δραματική κωμωδία γυρισμένη στο Τόκιο με 5 εκ. δολάρια προϋπολογισμό, ιάπωνες ηθοποιούς και διαλόγους, η νέα ταινία του Κιαροστάμι . Πριν από μερικά χρόνια ο ιρανός σκηνοθέτης Αμπάς Κιαροστάμι άρχισε να «δυτικοποιείται». Αφήνοντας πίσω του την πατρίδα του, το Ιράν, όπου σίγουρα έχει γυρίσει τις καλύτερες ταινίες του («Η γεύση του κερασιού», «Ο άνεμος θα μας σηκώσει»), πήγε στην Ευρώπη για να συν-σκηνοθετήσει το σπονδυλωτό «Tickets» (με τον Κεν Λόουτς και τον Ερμάνο Ολμι) και το «Γνήσιο αντίγραφο» που γυρίστηκε στη μαγευτική Τοσκάνη με πρωταγωνίστρια τη Ζυλιέτ Μπινός. Με το «Κάτι σαν έρωτας» ο ιρανός δημιουργός ανοίγει ακόμη περισσότερο τα φτερά του και γυρίζει την ταινία στο Τόκιο, με γιαπωνέζικα και γαλλικά χρήματα, κάτι που από μόνο του προκαλεί την περιέργεια, γιατί προσωπικά έχω αρχίσει να πιστεύω ότι ο Κιαροστάμι ακολουθεί την τακτική του Γούντι Αλεν. Το «Κάτι σαν έρωτας» δεν είναι κάτι σπουδαίο, μοιάζει με μια παιχνιδιάρικη υπόκλιση του Κιαροστάμι προς τον «Πυγμαλίωνα» του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο. Παρακολουθούμε τον απίστευτο κυκεώνα στον οποίο θα βρεθεί ένας ηλικιωμένος διανοούμενος (Ταντάσι Οκούνο) από τη στιγμή που αποφασίζει να περάσει μια νύχτα με μια συνοδό πολυτελείας, ένα πανέμορφο κορίτσι (Ριν Τακανάσι) που τον θαυμάζει αλλά την ίδια ώρα θέλει τη βοήθειά του. Η γιαγιά της, ο μηχανικός αυτοκινήτων φίλος της, ο εργοδότης της, όλα αυτά τα πρόσωπα θα γίνουν ξαφνικά προβλήματα του ηλικιωμένου καθηγητή ο οποίος αναλαμβάνει καθήκοντα προστάτη της κοπέλας, άρα κατά μια έννοια ξαναβρίσκει έστω και πρόσκαιρα τη νιότη του. Ολα αυτά διανθισμένα με τζαζ ήχους (ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας είναι ο τίτλος ενός διάσημου τραγουδιού που έγινε επιτυχία από την Ντίνα Σορ και τον Μπινγκ Κρόσμπι) και με μοιρασμένα «κεφάλαια διαλόγων» τοποθετημένα σε διαφορετικούς σκηνικούς χώρους, σε σημείο που η δομή της ταινίας να θυμίζει θεατρικό έργο εν κινήσει. Μια μεγάλη σκηνή σε ένα μπαρ, μια μέσα σε ένα ταξί, στο σπίτι του καθηγητή, στο σχολείο, στο αυτοκίνητό του. Ο Κιαροστάμι στήνει ωραία αυτές τις σκηνές ανιχνεύοντας με χαλαρότητα τις σχέσεις αγνώστων μεταξύ τους ανθρώπων. Η σοφία του ηλικιωμένου καθηγητή κλέβει την παράσταση στην ταινία και το γεγονός ότι όλες τις λύσεις στα προβλήματα της κοπέλας τις δίνει ένας άγνωστος, φαινομενικά ανήμπορος αλλά πεισματάρης παππούς βγάζει χιούμορ, αλλά και μια αίσθηση αισιοδοξίας. Κρίμα που ο Κιαροστάμι ακυρώνει την όμορφη αίσθηση που μας έχει αφήσει η ταινία με ένα εντελώς απαράδεκτο, ανόητο φινάλε που μπορεί ακόμη και να προκαλέσει τη γιούχα, όπως συνέβη στην πρώτη προβολή του «Κάτι σαν έρωτας» εφέτος στις Κάννες. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ Ταινία σαν ιδεόγραμμα “H ταινία παίζει συνεχώς με τις προσδοκίες τόσο των χαρακτήρων, όσο και του κοινού, μετατρέποντας την κλασική ιστορία σύγχυσης ταυτοτήτων σε κάτι ακόμα πιο μυστηριώδες και προκλητικό”, Hollywood Reporter Μετά την Ιταλία και το “Πιστό Αντίγραφο”, ο Abbas Kiarostami συνεχίζει την περιπλάνηση του μακριά από την πατρίδα του, το Ιράν (είναι εξόριστος από το καθεστώς Αχμεντινετζάντ), με προορισμό, αυτή τη φορά, την Ιαπωνία. Ο διακεκριμένος σκηνοθέτης (Χρυσός Φοίνικας για τη «Γεύση του Κερασιού», 1997) μένει πιστός στις αινιγματικές ιστορίες και καταγράφει το μυστηριώδες εικοσιτετράωρο ενός παράδοξου έρωτα μέσα από ένα γοητευτικό παιχνίδι ρόλων. Το «Κάτι σαν Έρωτας» είναι μια ακόμα σαγηνευτικά κινηματογραφημένη σπουδή για τις επιθυμίες, τις προσδοκίες και την αλήθεια των ανθρώπων. Σαν ιδεόγραμμα που κρύβει μια εικόνα και όχι φθόγγους, έτσι και η ταινία μιλάει με γρίφους και αποκαλύπτει μεθοδικά τα θραύσματα των χαρακτήρων της: ενός ηλικιωμένου άντρα, μιας νεαρής κοπέλας και ενός προδομένου εραστή. Ένα μεγάλο μέρος της δράσης συμβαίνει - όπως και σε άλλες ταινίες του σκηνοθέτη - μέσα σε κινούμενα οχήματα, με τις αντανακλάσεις του Τόκιο να κυριαρχούν μέσα σε έναν περίκλειστο χώρο, όπου τα βλέμματα ποτέ δεν διασταυρώνονται. Έτσι, ο Kiarostami αξιοποιεί τα στυλιζαρισμένα κάδρα και το υπόγειο χιούμορ για να μιλήσει, κυρίως αποσπασματικά, για την πολυπλοκότητα των σχέσεων και τη σαγήνη της απόκρυψης. Ο παραγωγός Marin Karimtz μιλάει για τη συνεργασία του με τον Abbas Kiarostami Ο Abbas έχει μια πολλή ενδιαφέρουσα τεχνική: οι ιστορίες του εξελίσσονται όπως η δουλειά ορισμένων συγγραφέων και ζωγράφων. Ψαλιδίζοντας και απομακρύνοντας το περιττό, φτάνει στην καρδιά της ιστορίας, την παγκόσμια αλήθεια. Αυτή είναι μια ζωτική ικανότητα, κι όμως σπάνια. Ο Abbas Kiarostami αφήνει τις ιδέες του να μπουμπουκιάσουν σαν λουλούδια, κι ενώ μερικές μαραίνονται, άλλες ανθίζουν. Το 2002, μετά το «Δέκα», ανέφερε για πρώτη φορά την ιδέα να κάνει μια ταινία στην Ιαπωνία. Καθώς δεν υπήρχε σενάριο, πρότεινα να τον κινηματογραφήσω καθώς θα μου εξηγεί την ιστορία. Αφορούσε ταξιτζήδες κατά τη διάρκεια μιας νύχτας στο Τόκιο. Πρόσφατα είδα αυτό το ταινιάκι που έγινε 8 χρόνια πριν, και αφού τελείωσε το «Κάτι σαν Έρωτας». Σ’ αυτό, έκανα ερωτήσεις στον Kiarostami για τις πρώτες εικόνες που είχε τραβήξει, ενώ τις βλέπαμε μαζί στην τηλεόραση και εκείνος τις σχολίαζε. Βλέπουμε την ιδέα για τη σκηνή όπου ένα ταξί κυκλοφορεί γύρω από μια ηλικιωμένη γυναίκα. Όλα τα στοιχεία του «Κάτι σαν Έρωτας» είναι ήδη εκεί, αλλά σε μορφή σημείωσης. Του πήρε 10 χρόνια να κάνει αυτή την ιστορία ολοκληρωμένο έργο. Ο Abbas Kiarostami κάνει πάντα προσχέδια πριν αρχίσει τα γυρίσματα. Αυτά τα προσχέδια μπορούν να συγκριθούν με τα σκίτσα ενός καλλιτέχνη, στα οποία ανατρέχει για να επιτύχει το τελικό αποτέλεσμα ενός πίνακα. Μου θυμίζει τον γλύπτη Giacometti που άφηνε το έργο του στον πάγκο του εργαστηρίου, είτε για να επανέλθει, είτε για να τα πετάξει. Είναι μια μέθοδος που δεν έχω χρησιμοποιήσει με κανέναν άλλο σκηνοθέτη. Δεν έχω ξαναδεί τόσο έντονη σχέση ανάμεσα στη σκηνοθεσία και σε άλλη καλλιτεχνική παραγωγή. Στον κινηματογράφο δουλεύουμε με σενάρια, προσθέτοντας φυσικά στην πορεία τις τελικές πινελιές, αλλά ξεκινάμε το γύρισμα σχετικά γρήγορα. Μερικές φορές μπορεί μια ιδέα ή ένα θέμα να πάρει περισσότερο χρόνο για να αναπτυχθεί, αλλά δεν δουλεύουμε με σκίτσα, όπως κάνει ο Kiarostami. Όταν τον ρώτησα κάποτε γιατί θέλει να κάνει μια ταινία στην Ιαπωνία μου απάντησε: «Γιατί αν κάνω μια ταινία στην Ιαπωνία δεν θα κατηγορηθώ ότι κάνω μια ταινία για τη Δύση. Κάνοντας ένα φιλμ στην Ιαπωνία είναι σαν να κάνω ένα φιλμ στο Ιράν. Όποια γλώσσα κι αν μιλάνε οι ηθοποιοί, είτε περσικά είτε ιαπωνικά, θα υπάρχουν υπότιτλοι». Αυτή η συζήτηση σχετίζεται με μια σημαντική πλευρά της σχέσης μας: με το θέμα της γλώσσας. Εγώ δεν μιλάω αγγλικά κι εκείνος δεν μιλάει γαλλικά. Εγώ δεν μιλάω περσικά. Οπότε πώς επικοινωνούμε; Αυτό είναι κάτι αρκετά παράξενο και ενδιαφέρον. Είναι επίσης ένα από τα θέματα στο «Κάτι σαν Έρωτας». Καμιά φορά ταξιδεύουμε οι δυο μας χωρίς διερμηνέα και καταφέρνουμε να γίνουμε κατανοητοί ο ένας στον άλλο. Πώς; Μιλάω γαλλικά πολύ αργά και εκείνος καταλαβαίνει τα γαλλικά μου. Ειδικά όταν είμαστε μαζί στο αυτοκίνητο και οδηγώ. Κάθεται δίπλα μου και μιλάμε. Μπορούμε να επικοινωνήσουμε, γιατί η σχέση μας βασίζεται σε πολλά περισσότερα από τις λέξεις. Οι λέξεις κουβαλάνε πληροφορία αλλά και πρόθεση, κάτι παράλληλο με την αμοιβαία κατανόηση, μια παγκόσμια γλώσσα. Αυτό που είναι συναρπαστικό με τον Abbas είναι ότι πάντα προχωράει μπροστά. Η δουλειά του πάντα εξελίσσεται. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό ενός μεγάλου καλλιτέχνη. Προσεγγίζει κάθε ταινία πολύ διαφορετικά από την προηγούμενη. Όταν έκανε το «Δέκα» ανταποκρίθηκε στην άφιξη της ψηφιακής κάμερας. Κατά τη γνώμη μου το «Δέκα» είναι η πρώτη ταινία που καταφέρνει να συνδυάσει τη νέα ψηφιακή τεχνολογία με το θέμα της με συνοχή. Το «Με Κομμένη την Ανάσα» έκανε το ίδιο πράγμα το 1960 με την επαναστατική άφιξη της κάμερας στο χέρι, τον σύγχρονο ήχο και τον μελετημένο φωτισμό. Υπάρχει σύνδεση της νέας τεχνολογίας με την καινούρια γραφή του Godard. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Abbas Kiarostami είναι ένας από τους λίγους κινηματογραφιστές που αξιοποίησαν τη νέα ψηφιακή τεχνολογία στη σκηνοθεσία τους. Για τον Abbas Kiarostami το ζητούμενο, όταν γύριζε το «Κάτι σαν Έρωτας», ήταν να μην ξεχάσει τον εαυτό του μακριά από το Ιράν. Αυτό με απασχόλησε και εμένα αρκετά. Πιστεύω ότι κάθε καλλιτέχνης είναι βαθιά ριζωμένος στην πραγματικότητα της πατρίδας του, αλλά ταυτόχρονα περιμένουμε να είναι και παγκόσμιος. Με το ένα πόδι εδώ και το άλλο εκεί. Πως θα τον βοηθούσαμε να μην χάσει το δρόμο του; Πως θα παρέμενε ειλικρινής στον εαυτό του; Αυτό το κατάφερε με το «Γνήσιο Αντίγραφο» και μου έκανε εντύπωση που οι Βραζιλιάνοι και οι Αμερικανοί θεώρησαν ότι είναι πάνω από όλα μια ιρανική ταινία. Έχοντας δουλέψει με σπουδαίους ηθοποιούς όπως η Juliette Binoche, για το «Κάτι σαν Έρωτας» επέλεξε να συνεργαστεί με νεοφερμένους, ένας εκ των οποίων ήταν 80 χρονών και η άλλη 20! Κάνοντας το αυτό, πειραματίστηκε περαιτέρω με την καλλιτεχνική έκφραση και την πολυπλοκότητα των σχέσεων. Το γεγονός ότι έκανε αυτήν την ταινία στην Ιαπωνία τον ανάγκασε να γράψει ένα σενάριο, ένα κείμενο. Αυτό δημιούργησε μια απόσταση μεταξύ του Kiarostami και της ταινίας και μια απόσταση μεταξύ του ίδιου και του Ιράν. Αυτόματα απέκτησε την ιδιότητα ενός ξένου, που του επέτρεψε να δει την ουσία της ταινίας με άμεσο τρόπο. Υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα στο «Κάτι σαν Έρωτας» που αξίζει να το εξερευνήσει κανείς, το θέμα των αντανακλάσεων. Οι αντανακλάσεις δημιουργούν επίπεδα, νέους χώρους, απροσδόκητους αντικατοπτρισμούς. Ένα ιαπωνικό φιλμ του οποίου η παραγωγή έγινε στη Γαλλία δεν έχει ξαναγίνει. Όταν η Arte απέρριψε την ταινία, δεν είχα αρκετά χρήματα για να προχωρήσω, ακόμα και με τη συνεισφορά ενός Ιάπωνα παραγωγού. Αλλά το είχα υποσχεθεί στον Abbas. Οπότε πήρα ένα πανέμορφο γλυπτό του Yves Klein που λατρεύω και πήγα στον οίκο Sotheby’s που το πούλησε εκ μέρους μου σε μια δημοπρασία στην Αμερική. Με τις εισπράξεις της αγοραπωλησίας ήμουν σε θέση να κάνω την ταινία του Abbas Kiarostami. Είμαι ευτυχής που αντάλλαξα αυτό το πανέμορφο έργο τέχνης του Yves Klein με ένα πανέμορφο έργο τέχνης του Abbas Kiarostami. «Ποιος θα κάνει την επόμενη ταινία σου;» Με κοίταξε ελαφρώς αιφνιδιασμένος «Μα… εσύ φυσικά. Είσαι ο μοναδικός μου παραγωγός». «Χαίρομαι, γιατί κι εσύ είσαι ο μοναδικός μου σκηνοθέτης». «Σε γύρισμα με τον Abbas», του παραγωγού Kenzo Horikoshi To 2004 o Kiarostami απέσπασε μια σημαντική διάκριση από την Japanese Art Association και επισκέφτηκε την Ιαπωνία για την τελετή. Ζήτησε να του συστήσουμε μια ηλικιωμένη κυρία που ήταν κομπάρσος καθώς και να του παράσχουμε μια κάμερα και ένα αυτοκίνητο. Όλα έγιναν όπως ήθελε. Πήγαμε στο κέντρο του Τόκιο για να κάνει κάποια τεστ. Εκείνη την περίοδο, στους τηλεφωνικούς θαλάμους υπήρχαν φωτογραφίες κοριτσιών που έκαναν τις συνοδούς. Ο Kiarostami ζήτησε από την ηλικιωμένη γυναίκα να πάει σε έναν θάλαμο και να φέρει μια τέτοια φωτογραφία. Έτσι άρχισε το γύρισμα. Στην επόμενη σκηνή, η ίδια γυναίκα στάθηκε περιμένοντας στη γωνία ενός δρόμου με πολλή κίνηση. Ακολουθώντας τις οδηγίες του, το αυτοκίνητο πέρασε σαν να παρατηρούσε την ηλικιωμένη κυρία, ενώ ο σκηνοθέτης τραβούσε από μέσα. Αργότερα, αυτή θα ήταν η σκηνή κλειδί στο πρώτο μισό του «Κάτι σαν Έρωτας» καθώς η ιδέα για το φιλμ γεννήθηκε από αυτή τη σκηνή. Το 2010, σε μια συνέντευξη τύπου για το «Γνήσιο Αντίγραφο» ο Kiarostami ανακοίνωσε ξαφνικά, προς μεγάλη μου έκπληξη, ότι θα κάνει την επόμενη ταινία του στην Ιαπωνία. Ένα μήνα αργότερα, ο Kiarostami άρχισε το casting στο Τόκυο! Μόλις μαθεύτηκε ότι ο βραβευμένος με τον Χρυσό Φοίνικα σκηνοθέτης έψαχνε ηθοποιούς για το φιλμ του στο Τόκιο, ένας μεγάλος αριθμός από διακεκριμένους ηθοποιούς εμφανίστηκε για να τον συναντήσει. Ανάμεσα τους κάποιοι ήταν αποφασισμένοι να υποδυθούν τους πρωταγωνιστικούς ρόλους και η χρηματοδότηση του φιλμ πήγαινε καλά. Έχοντας ξεκινήσει την προπαραγωγή, σχεδιάζαμε να ξεκινήσουμε την παραγωγή τον Μάρτιο του 2011. Αλλά μετά ήρθε η καταστροφή. Τον Μάρτιο η Ιαπωνία χτυπήθηκε από τον πιο ισχυρό σεισμό μετά το 1900 και το τσουνάμι προκάλεσε σημαντικές ζημιές. Από τότε, όλα τα φιλμ που ήταν σε παραγωγή, όπως και το δικό μας, διακόπηκαν ή αναβλήθηκαν μέχρι νεοτέρας. Οι χρηματοδότες εγκατέλειψαν. Ελπίζοντας σε μια νέα αρχή τον Μάιο, συνειδητοποιήσαμε ότι οι πρωταγωνιστές μας δεν ήταν διαθέσιμοι για πρόβες. Για μια ακόμα φορά, έπρεπε να κάνουμε casting. Μετά από μήνες, το επιτελείο των ηθοποιών καθορίστηκε και εκτός από τον Ryo Kase (Noriaki), κανείς από τους ηθοποιούς δεν ήταν γνωστός στο ευρύ κοινό. Η εκπληκτική διαίσθηση του Kiarostami μας επέτρεψε να κλειδώσουμε μια διανομή παρόμοια με το χαρακτηριστικό στυλ των ηθοποιών στις άλλες του ταινίες. Η παραγωγή ξεκίνησε στις 30 Οκτωβρίου του 2011 με την πρώτη σκηνή του σεναρίου δια χειρός Kiarostami: Σκηνή Πρώτη-Καφέ-Νύχτα. Αλλά είχαμε κι άλλη αναποδιά. Μερικές μέρες μετά, όλοι οι κομπάρσοι αντικαταστάθηκαν και η σκηνή στο καφέ ξαναγυρίστηκε. Όπως ήταν αναμενόμενο, η σκηνοθεσία του Kiarostami ήταν απόλυτα μοναδική. Κάθε μέρα, οι ηθοποιοί ενημερώνονταν για τις λεπτομέρειες των σκηνών που θα γίνονταν την επομένη. Δεν ήξεραν τον ρόλο του χαρακτήρα τους στην ιστορία, ούτε ήξεραν πώς θα τελειώσει η ιστορία. Δεν πιστεύω ότι ο Kiarostami περιορίζει την ελευθερία των ηθοποιών, αλλά ότι πιστεύει πως η πραγματική ζωή πρέπει να αντικατοπτρίζεται σε μια ταινία και ότι στην πραγματική ζωή δεν έχουμε ιδέα τι θα μας συμβεί αύριο και με ποιόν θα ερωτευτούμε. Για την ακρίβεια, μου φάνηκε ότι οι ηθοποιοί που ήθελαν να μάθουν την τύχη των χαρακτήρων που απέδιδαν, τελικά υπέκυπταν και σταματούσαν να ανησυχούν, απολαμβάνοντας τη «ζωή» τους μπροστά στην κάμερα. Ως παραγωγός, θα έπρεπε να έχω καταλάβει από καιρό ότι οι ταινίες του Kiarostami δεν έχουν χροιά ντοκιμαντέρ. Φυτεύει δέντρα κατά μήκους των δρόμων, επεκτείνει σπίτια, δίνει μια διαφορετική διάσταση στο κάδρο. Στην πραγματικότητα, διαμορφώνει την πραγματικότητα. Ακόμα κι εγώ, που είμαι θαυμαστής του, δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι η κρυμμένη πραγματικότητα πίσω από αυτό το γεμάτο στροφές μονοπάτι είναι αποτέλεσμα της μοναδικής του δουλειάς, το αποτέλεσμα μηνών εργασίας. |