Back Up Next
Αφερίμ

Aferim!

Ρουμανία, Βουλγαρία, Δημοκρατία της Τσεχία, Γαλλία, 2015 Παραγωγή: Αντα Σόλομον, Ιοάνα Ντραγκίτσι Σκηνοθεσία: Ράντου Ζούντε Σενάριο: Ράντου Ζούντε Φωτογραφία: Μάριους Παντούρου Μοντάζ: Καταλίν Κριστουτίου Μουσική: Ντάνα Μπουνέσκο Πρωταγωνιστούν: Τεοντόρ Κόρμπαν, Μιχάι Ρουμανέσκου, Μιχάι Κομανόιου, Τόμα Κούζιν, Αλεξάντρου Νταμπίτζα Διάρκεια: 108 λεπτά

Στη Βλαχία του 1835 ένας αστυνομικός και ο γιος του αναζητούν έναν τσιγγάνο σκλάβο που δραπέτευσε από τον αφέντη του, τον αυταρχικό βογιάρο της περιοχής. Αργυρή Άρκτος σκηνοθεσίας στο Βερολίνο για ένα βαλκανικό γουέστερν με πρωτότυπο αφηγηματικό στιλιζάρισμα, ταραντινικούς διαλόγους, λαϊκή φιλοσοφία και οξεία ιστορικοπολιτική κριτική.

Το 1835 η Ρουμανία είχε ακόμα φρέσκες τις μνήμες από τον αποτυχημένο ξεσηκωμό του 1821, όταν και προσπάθησε για πρώτη φορά να ανεξαρτητοποιηθεί, σε μια εποχή που στιγματίστηκε από επαναστάσεις τέτοιου τύπου (όπως συνέβη και στην Ελλάδα εξάλλου). Η χώρα τότε ζούσε υπό διπλή κυριαρχία, στα δυτικά άνηκε στους Αψβούργους και στα ανατολικά στους υπό σταδιακή κατάρρευση Οθωμανούς. Τη διακυβέρνηση είχαν αναλάβει οι τοπικοί άρχοντες ή βοεβόδες, που είχαν στην κατοχή τους μεγάλες περιοχές και τη δικαιοδοσία να προσλαμβάνουν χωροφύλακες. Σε τελευταίους ανήκουν οι δύο ήρωες του φιλμ, που βρίσκονται στα χνάρια ενός «κορακιού», δηλαδή τσιγγάνου, τον οποίο θέλουν να συλλάβουν για λογαριασμό του άρχοντά τους. Το απλό σεναριακό εύρημα του Jude του προσφέρει το ιδανικό έδαφος για να φτιάξει αυτό ακριβώς που επιθυμεί: μια εθνογραφική πανδαισία ενός ολόκληρου λαού, που εκείνη ακριβώς τη χρονική στιγμή πλάθει ολοκληρωτικά την εθνική του ταυτότητα. Ακόμα κι αν σε μια επικράτεια μια φυλή είναι η αριθμητική πλειοψηφία, η ύπαρξη διαφορετικού κυρίαρχου σε συνδυασμό με τη συνύπαρξη πολυάριθμων και ποικίλλων λαών, απαιτεί τη δημιουργία κοινών σημείων συνάντησης για την επίτευξη της αυτοδιάθεσης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι η θρησκεία, η γλώσσα και η λαϊκή παράδοση. Οι χωρικοί και εργάτες κουβαλούν τη συλλογική μνήμη, γιατί πολύ απλά εκείνοι ζουν τον τόπο τους. Ο βοεβόδας στον πυργίσκο του έρχεται σε επαφή αποκλειστικά με τους σκλάβους του. Οι οποίοι είναι φυσικά τσιγγάνοι, άντρες και γυναίκες, ακόμα ένα εργαλείο για τα χωράφια που τυχαίνει να μιλά. Ως εργαλείο, δεν μπορούν παρά να συμμορφώνονται στις βουλές του κατόχου τους. Με αφορμή την παρουσία τους στην ιστορία δίνεται ακόμα μια ευκαιρία στο σκηνοθέτη, να υπενθυμίσει πως το μίσος που γιγαντώθηκε έναν αιώνα αργότερα (και αντικρίσαμε κατάματα στο «Son of Saul»), είχε ρίζες βαθιές που αναπαράγονταν ακατάπαυστα και μέσα από το «λόγο του Κυρίου». Το ταξίδι στα δάση και τις πεδιάδες της Ρουμανίας, ασπρόμαυρα εκτυφλωτικό, έρχεται να επαναφέρει στο προσκήνιο την πνιγερή αλήθεια: ο εξουσιαστής θα ικανοποιεί πρώτα τον εαυτό του, κι ο εξουσιαζόμενος το μόνο που θα επιτυγχάνει είναι να μειώνει την τιμωρία και να συνεχίσει συμβιβασμένος τη ζωή του.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ https://www.facebook.com/aferimfilm Το «Νέο Ρουμάνικο Κύμα» όπως δεν το έχουμε ξαναδεί, μια πολιτισμική καταγραφή του 19ου αιώνα μέσα από ένα Βαλκανικό Γουέστερν γυρισμένο ασπρόμαυρο που φέρνει στη ζωή την κακοφωνία των καιρών και εξερευνά θεματικά ίχνη του παρελθόντος που η τροχιά τους φαίνεται να φτάνει μέχρι το ιστορικό παρόν. Αργυρή Άρκτος Καλύτερης Σκηνοθεσίας : Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου. Μεγάλο Βραβείο της πόλης της Λισαβόνας : Διεθνές Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου IndieLisboa. Επίσημη Πρότασης της Ρουμανίας για το OSCAR καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας 2016. Η τρίτη ταινία του Ράντου Ζούντε έχει συγκριθεί με ταινίες τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, όσο το THE SEARCHERS, THE LAST DETAIL και το PULP FICTION (η τελευταία λόγω των μεγάλων, χονδροειδών και ατελείωτα διασκεδαστικών διαλόγων), όμως η ταινία είναι τελικά μια αληθινά πρωτότυπη αλληγορία για το τέλος της φεουδαρχικής Ευρώπης βασισμένη σε ιστορικά αρχεία και τραγούδια: τις ιεραρχίες και τις δομές εξουσίας, τις αντιλήψεις των ανθρώπων για τον εαυτό τους και τους άλλους, την αλληλεπίδραση ανάμεσα στις μειονότητες και ως συνέπεια τις συγκρούσεις μεταξύ τους. Το ΑΦΕΡΙΜ! είναι σε παραγωγή του Άντα Σόλομον, ο οποίος ήταν επίσης ο παραγωγός του βραβευμένου με Χρυσή Άρκτο CHILD’S POSE (2013). Ο Ράντου Ζούντε ξεκινά την καριέρα του ως βοηθός σκηνοθέτη σε ρουμανικές ταινίες ή σε ταινίες που γυρίζονται στη χώρα του, όπως La Mort de Dante Lazarescu του Cristi Puiu ή Αμήν του Κώστα Γαβρά. Στη συνέχεια γυρίζει ταινίες μικρού μήκους: Wrestling το 2003, The Black See το 2004 και The Tube with a Hat το 2006, που κερδίζουν βραβεία σε πολλά φεστιβάλ. Η πρώτη του μεγάλου μήκους δουλειά, La Fille la plus heureuse du monde, προβλήθηκε το 2009. To 2015 σκηνοθετεί το Aferim! ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ Δεν ξέρω ποιος ήταν ο ψυχολόγος που είπε πως ένας άνθρωπος είναι ψυχικά υγιής μόνο αν γνωρίζει από πού έρχεται, που βρίσκεται και πού θέλει να πάει. Πιστεύω πως το ίδιο ισχύει και για τις κοινωνίες, όχι μόνο για τους ανθρώπους. Η κοινωνία της Ρουμανίας δεν θα είναι ποτέ υγιής αν δεν αντιμετωπίσει το παρελθόν της με ειλικρίνεια και σαφήνεια – τόσο το πρόσφατο, όσο και το απώτερο παρελθόν. Η ταινία Αφερίμ! αποτελεί μια προσπάθεια να συγκροτήσει μια οπτική για το παρελθόν και να εξερευνήσει τις νοοτροπίες των αρχών του 19ου αιώνα – με όλες τις επιστημολογικές αδυναμίες που βαραίνουν ένα τέτοιο εγχείρημα. Είναι φανερό πως μια τέτοια προσπάθεια θα ήταν μάταιη αν δεν πιστεύαμε πως αυτό το ομιχλώδες παρελθόν φαίνεται να περιέχει εξηγήσεις για ζητήματα του παρόντος. «Ερευνούμε κάθε περίοδο κυρίως για τις υποσχέσεις που φέρουν για την επόμενη περίοδο», λέει ο ιστορικός Γιόχαν Χουίζινγκα. Περισσότερο από όλα, θα ήθελα αυτή η ταινία να αποτελέσει ένα κίνητρο που θα κάνει το κοινό να αναρωτηθεί με έναν πιο βαθύ και συστηματικό τρόπο για τα ζητήματα που κατάφερα να αναφέρω. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Από την Constanța Vintilă-Ghițulescu, PhD στην Ιστορία και τον Πολιτισμό στην École des Hautes Études en Sciences Sociales, Paris. «Όλα έχουν τελειώσει και τίποτα δεν έχει ακόμα ξεκινήσει» γράφει ο ελευθεριακός ριζοσπάστης Constantin A. Rosetti με έναν τρόπο που μπορεί να συνοψίσει τόσο εύστοχα τις αρχές του 19ου αιώνα. Η Βαλαχία, όπου και διαδραματίζεται η ιστορία του Αφερίμ! βρίσκεται εν μέσω σαρωτικών αλλαγών, αν δούμε τα ρούχα των ανθρώπων στον δρόμο, αλλά ιδιαίτερα μετριοπαθείς αν θα μπορούσαμε να μπούμε στο μυαλό τους. Η Ρωσική κατοχή μεταξύ 1828 και 1834 και ο Ρώσος κυβερνήτης Pavel Kiseleff έφεραν μια σειρά μεταρρυθμίσεων στη χώρα, μέσω των «Οργανικών Κανονισμών», ένα σώμα θεμελιωδών νόμων που οργάνωσαν και αναδιοργάνωσαν τους μοντέρνους θεσμούς. Η Βαλαχία περνάει σημαντικές αλλαγές, τουλάχιστον φαινομενικά, ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα και κατά τη διάρκεια του Ρώσο-Τουρκικού πολέμου μεταξύ του 1806 και 1812. Η εξάχρονη Ρωσική κατοχή μαζί με τα γαλλομαθή Ευρωπαϊκά στρατεύματα, συνεισφέρουν στην εξάπλωση της Γαλλικής μόδας σε όλες τις εκφάνσεις της: ρούχα, γλώσσα, μουσική, χορός, λογοτεχνία. Μέχρι τότε η πολιτική ελίτ περιστρεφόταν γύρω από την Κωνσταντινούπολη, αλλά τώρα το Παρίσι γίνεται το κέντρο του ανταγωνισμού και έμπνευσης. Τα ταξίδια και οι ταξιδιώτες στην καρδιά της Ευρώπης είναι τώρα υποχρέωση και κανόνας, όπως ήταν προηγουμένως τα ταξίδια στην Ιστανμπούλ τόσο ως μια μορφή εκπαίδευσης, όσο και σαν αναγνώριση της Οθωμανικής κυριαρχίας. Οι νέοι στέλνονται τώρα να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στη Βιέννη, Παρίσι, Βερολίνο και Γενεύη. Επιστρέφουν φορώντας ψηλά καπέλα και κουστούμια με την επανάσταση να κυλά στις φλέβες τους και το μυαλό τους. Στη χώρα, τα πράγματα είναι ακόμα προσκολλημένα στον οικείο και κυρίαρχο κόσμο των παραδόσεων και η Εκκλησία έχει κεντρικό ρόλο, οργανώνοντας την καθημερινή ζωή και διατηρώντας και διαδίδοντας δυτικούς μύθους σχετικά με τους Εβραίους ή τους τσιγγάνους, που είναι πολύ χαρακτηριστικοί της περιόδου. Στην πραγματικότητα, είμαστε σε μια Ευρώπη που κυριαρχείται από τον μύθο του περιπλανώμενου Εβραίου, έναν μύθο που έχει μετατραπεί σε οικονομική πραγματικότητα στις Ρουμανικές περιφέρειες. Ερχόμενοι από αλλού, οι Εβραίοι εγκαθίστανται σε σημαντικά κέντρα της Βαλαχίας, κάνοντας διάφορες δουλειές, ιδιαίτερα στο εμπόριο, στις υπηρεσίες και τα μπακάλικα. Αυτές οι δουλειές αποτελούσαν στο παρελθόν μονοπώλιο της Εκκλησίας και έτσι τώρα αυτή προσπαθεί να αφήσει απ’ έξω τον ανταγωνισμό διαδίδοντας εχθρικές ιστορίες για τους νεοεισερχόμενους. Οι γυναίκες ηγούνται σε ό,τι έχει να κάνει με την αλλαγή, υιοθετώντας και προσαρμόζοντας τη Γαλλική μόδα, μαθαίνοντας Γαλλικά, χορεύοντας βαλς στους ρυθμούς του Frantz Liszt, ενώ η κοινωνία δεν είναι ακόμα έτοιμη να τους παραχωρήσει την ορατότητα που διεκδικούν. Για παράδειγμα, η μοιχεία παραμένει κατεξοχήν γυναικεία ευθύνη. Ο αστικός ποινικός κώδικας που δημοσιεύεται το 1783 αναφέρει την ίδια τιμωρία για άντρες και γυναίκες ένοχους για μοιχεία: θα τους κοβόταν η μύτη και θα στέλνονταν σε μοναστήρι για δυο χρόνια. Αλλά στην πραγματικότητα είναι μόνο γυναίκες που στέλνονται σε μοναστήρια «για να συνέλθουν», ενώ η προίκα τους και τα δώρα γάμου κατάσχονται, ενώ η ανδρική μοιχεία θεωρείται μια μπανάλ εξωσυζυγική σχέση. Η ρουμάνικη κοινωνία είναι τόσο ευαίσθητη σε θέματα γυναικείας τιμής και υπόληψης, που επιτρέπει σε συζύγους που τους έχουν απατήσει να τιμωρούν τον εραστή. Η εκδίκηση περιλάμβανε πίσσα και πούπουλα, εκθέτοντας τον γυμνό άντρα σε δημόσια θέα, μαστίγωμα ή ακόμα και ευνουχισμό, ειδικά όταν ο εραστής ανήκε σε κατώτερη κοινωνική κατηγορία. Προσκολλημένοι στους αφέντες τους σαν δούλοι, οι τσιγγάνοι δεν φαίνονταν να διαφέρουν από τα ζώα στους χώρους των ευγενών ή της εκκλησίας. Εκείνη την εποχή, οι «τσιγγάνοι» ήταν συνώνυμοι με τη «δουλεία» και η λέξη «Ρομά» δεν υπάρχει ακόμα, αφού θα εισαχθεί μόλις τον 20ο αιώνα. Η απεμπόληση της δουλείας είναι μια καινούργια ιδέα και υποστηρίζεται μόνο πολύ επιφυλακτικά, αφού οι δουλοκτήτες έχουν σημαντικές θέσεις στην πολιτική ζωή. Το κήρυγμα της ελευθερίας στο όνομα της ανθρωπότητας για αυτούς τους φτωχούς ανθρώπους, ξεκινάει από την Εκκλησία, από μερικούς φωτισμένους εκκλησιαστικούς στις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι μόνο με την ενεργή ανάμιξη νέων διανοούμενων γύρω από το κίνημα του 1848, οπότε και η κοινή γνώμη θα στραφεί υπέρ της απελευθέρωσης των τσιγγάνων σκλάβων. Πήρε περισσότερο από μια δεκαετία ώστε αυτή η εξέλιξη να πάρει νομική μορφή με το «Νόμο για την Απελευθέρωση όλων των Τσιγγάνων στην Βαλαχία» το 1856. ΑΝΤΗΧΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ των Andrei Gorzo and Veronica Lazar Η άνευ προηγουμένου ισχυρή και ολοκληρωμένη εμπλοκή του Αφερίμ! με τον Ρουμανικό αντί-Ρομά ρατσισμό – έναν ρατσισμό τόσο έντονο και διαδεδομένο σήμερα, όπως και σε κάθε στιγμή στο παρελθόν της χώρας – κάνει την ταινία ένα ορόσημο, όχι μόνο στην ιστορία του Ρουμάνικου κινηματογράφου και των Ρουμάνικων τεχνών γενικότερα, αλλά και στη Ρουμάνικη δημόσια σφαίρα. Ο Ράντου Ζούντε τοποθετεί την ταινία του στη δεκαετία του 1830, όταν ο πληθυσμός των Ρομά της περιοχής που είναι σήμερα η Ρουμανία, ζούσαν ακόμα ως δούλοι – μια πραγματικότητα που όχι μόνο δεν έχει αναδειχθεί καλλιτεχνικά, αλλά είναι σχεδόν καταπιεσμένη στη συλλογική μνήμη της Ρουμανίας, κάτι που αναδεικνύει τη συνέχεια ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, ενώ αποφεύγει την εύκολη αλληγορική αναγωγή του πρώτου στο τελευταίο. Κρατώντας σφιχτά στο κέντρο της κοινωνικής του εικόνας τους δούλους Ρομά, ο Ζούντε ταυτόχρονα σχεδιάζει ένα ακριβές περίγραμμα των άλλων σχέσεων κυριαρχίας, καταπίεσης και εκμετάλλευσης – των γυναικών από τους άντρες, των υπηρετών από τους αφέντες τους κλπ. – δημιουργώντας αυτή την σκληρά ιεραρχική, πατριαρχική, αντι-σημιτική, ομοφοβική και ξενοφοβική κοινωνική οργάνωση. Σε ένα λιγότερο προφανές επίπεδο, ο Ζούντε και ο συν-σεναριογράφος Florin Lăzărescu προσφέρουν μια κριτική της κουλτούρας που παράγεται μέσα από μια τέτοια κοινωνική οργάνωση: τη λαϊκή εξυπνάδα, τη σοφία και τη γλωσσική ζωντάνια που εκδηλώνεται σε παροιμίες, σε αυθόρμητα λογοπαίγνια, ή προφορικές στιχομυθίες, κλπ. Αυτή η κουλτούρα – η οποία στα Ρουμάνικα αυτιά ηχεί εξωτικά απόμακρη στον χρόνο, αλλά όχι δίχως σύγχρονο αντίκρισμα – τείνει να γίνεται σήμερα αντιληπτή ως ένα «χρωματιστό», «γευστικό», «γνήσια αισθητικό» αντικείμενο. Αυτό που κάνουν αυτοί οι σκεπτόμενοι δημιουργοί είναι να δείξουν τον τρόπο που αυτή η κουλτούρα εκπληρώνει μια καθαρά ιδεολογική λειτουργία: αυτή της μοιρολατρικής δικαιολόγησης μιας άδικης – σχεδόν αβάσταχτης για τους περισσότερους – κοινωνικής οργάνωσης σαν να είναι εκ φύσεως απαράλλακτη ή θεόσταλτη. Η ομοιότητα του Αφερίμ! με το αμερικάνικο είδος του γουέστερν – τόσο στο σκηνικό ή τα κουστούμια, όσο και στην κεντρική ιστορία ενός ανθρώπου του νόμου που κυνηγά έναν παράνομο ώστε να τον φέρει μπροστά στη δικαιοσύνη – είναι προφανής. Πιο σημαντικό όμως από την εικονογραφία, εμφανίζεται να είναι η Ρουμάνικη λογοτεχνία, λαϊκή και συγγραφική, που η ταινία εκμεταλλεύεται παιχνιδιάρικα και απολαυστικά (πολλοί από τους διαλόγους είναι φτιαγμένοι από φράσεις και ατάκες πολλαπλών πηγών), ενώ αντιπαρατίθεται κριτικά με αυτή. Το Αφερίμ! του Ράντου Ζούντε είναι η πιο πολιτικά συνειδητοποιημένη Ρουμάνικη ταινία των τελευταίων χρόνων – μια βαθιά υπεύθυνη, αλλά και εμπρηστική καλλιτεχνική παρέμβαση σε ζητήματα που στη Ρουμανία είναι ακόμα ακανθώδη. Καταφέρνει ακόμα να είναι πολύ αστεία ως ταινία – μέχρι το τελευταίο σο

Back Home Up Next