Back Up Next
The Disaster Artist

Η.Π.Α., 2017
Σκηνοθεσία: Τζέιμς Φράνκο
Σενάριο: Σκοτ Νιουστάντερ, Μάικλ Χ. Γουέμπε
Πρωταγωνιστούν: Τζέιμς Φράνκο, Ντέιβ Φράνκο, Σεθ Ρόγκεν, Αλισον Μπρι
Διάρκεια: 103 λεπτά


Ένας διασκεδαστικός φόρος τιμής στο «όραμα» των Τόμι Γουάιζο και Γκρεγκ Σεστέρο με μια ασυναγώνιστη ερμηνεία του Τζέιμς Φράνκο, που βραβεύτηκε με Χρυσή Σφαίρα.

To «The Room» του 2003 ίσως δεν είναι η χειρότερη ταινία που γυρίστηκε ποτέ, αν και από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του το φιλμ διεκδικούσε τον τίτλο σχεδόν κάθε φορά που αναφερόταν η ύπαρξή του, είναι όμως σίγουρα η ταινία που αρνείσαι να πιστέψεις καν ότι υπάρχει, ακόμα και κατά τη διάρκεια της προβολής της, καθώς καταρρίπτει με χαρακτηριστική άνεση κάθε έννοια αφήγησης, συνοχής ή ερμηνευτικής λογικής όσο προχωρά με τόλμη και άγνοια κινδύνου από σκηνή σε σκηνή.

Αντίστοιχα, κατά κάποιον ειρωνικό τρόπο, το – βραβευμένο με το Χρυσό Κοχύλι του San Sebastian – «The Disaster Artist», μπορεί να μην είναι η καλύτερη ταινία που γυρίστηκε ποτέ, όμως είναι η ταινία που σχεδόν δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις κατά τη διάρκεια της προβολής της πόσο ιδιοφυής είναι, όντας η κατάλληλη ταινία την κατάλληλη στιγμή στην καριέρα του Τζέιμς Φράνκο κι ένα πολυεπίπεδο φιλμ που, πίσω από την αγάπη του για μία από τις πιο παράδοξες προσωπικότητες που πέρασαν ποτέ (έστω και από τύχη) από την μεγάλη οθόνη, κρύβει μια μεγάλη καρδιά για το όνειρο του Hollywood και για όλους τους περιθωριοποιημένους του ήρωες. Και είναι απλά διαολεμένα αστείο.

Κανείς δεν ξέρει από πού προέρχεται η – σίγουρα όχι από την Νέα Ορλεάνη – προφορά του Τόμι Γουιζό. Κανείς δεν ξέρει από πού προήλθαν τα ατελείωτα χρήματα στον τραπεζικό του λογαριασμό. Κανείς δεν γνωρίζει καν την πραγματική του ηλικία. Και ο Τζέιμς Φράνκο δεν ενδιαφέρεται να δώσει απάντηση σε κανένα μυστήριο. Το «The Disaster Artist» ακολουθεί με προσήλωση τη διαδικασία δημιουργίας του «The Room» χωρίς πολύπλοκους διερευνητικούς σκοπούς ή διάθεση ειρωνείας αλλά με μια γνήσια αγάπη για το παράδοξο κόντρα σε όλους τους κανόνες, σαν να ήταν (που ήταν) η προσωπική σταυροφορία ενός ανθρώπου απέναντι στο κατεστημένο του θεάματος.

Για τον Φράνκο, ο Γουιζό θα μπορούσε να ήταν, όπως συχνά αναφέρεται, ένας αληθινός βρικόλακας. Θα μπορούσε όμως εξίσου να είναι και ο πιο καλόκαρδος άνθρωπος του κόσμου, ο οποίος πιστεύει στην καλοσύνη της καρδιάς του και επιθυμεί διακαώς να την αποτυπώσει στην μεγάλη οθόνη. Ο Γουιζό του Φράνκο είναι ένα μόνιμο αίνιγμα, μια κινούμενη πηγή υστερικού γέλιου και υπόκωφου δράματος, ο χαρακτήρας στον οποίο οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια ολόκληρη η άνιση καριέρα του ηθοποιού και, με διαφορά, ό,τι καλύτερο έχει παρουσιάσει ποτέ. Το «The Disaster Artist», η ταινία για τα γυρίσματα του «Πολίτη Κέιν των κακών ταινιών» αποδεικνύεται τελικά ο θρίαμβος του Τζέιμς Φράνκο, τόσο ερμηνευτικά όσο και σκηνοθετικά.

Γιατί υπάρχει μια απόλυτη αίσθηση μόνιμου ελέγχου πίσω από την αναρχία της ταινίας και μια ακριβής αίσθηση του χιούμορ πίσω από κάθε φαινομενική χοντράδα. Υπάρχει μια λεπτή διαφοροποίηση της ερμηνείας του Τζέιμς Φράνκο ως Γουιζό εκτός κάμερας και ως Γουιζό μπροστά από την κάμερα, μαρτυρώντας ακόμη περισσότερο τη σημασία αυτού που κατάφερε . Υπάρχει μια ανατριχιαστική αντιπαραβολή της πραγματικότητας του «The Room» με την «πραγματικότητα» του «The Disaster Artist», κάτι που γίνεται ακόμα πιο εμφανές στο τελικό μοντάζ που αποθεώνει κάθε πιθανή σύγκριση. Η δημιουργία του Τζέιμς Φράνκο είναι η επιβεβαίωση του σινεμά πως το χειρότερο και το καλύτερο μπορούν να συνυπάρξουν για να χαραχτούν ταυτόχρονα στην ιστορία.

Ο βαθμός στον οποίο η ιστορία πίσω από την δημιουργία του μύθου είναι αληθινή, δεν είναι κάτι που αφορά πραγματικά τον Φράνκο. Για εκείνον, το «The Disaster Artist» είναι η υπογράμμιση της δημιουργικής τρέλας, η δίψα για κάτι που ενδεχομένως είναι απραγματοποίητο και η αποκάλυψη ότι όλες οι λάθος συνθήκες μπορούν να οδηγήσουν σε κάτι πραγματικό μοναδικό, το οποίο που είναι τελικά και το πιο σημαντικό. Είναι ενδιαφέρον ο τρόπος που υπόγεια ο Φράνκο μεταφέρει μέσω του Γουιζό το δικό του δημιουργικό πάθος και απαντά έμμεσα σε όλες τις κριτικές που έχει λάβει κατά καιρούς, αγκαλιάζοντας και αναιρώντας τις ταυτόχρονα. Το «The Disaster Artist» του είναι η πιο σαφής κατάθεση του δημιουργικού του διχασμού.

Πέρα από κάθε διάθεση ανάλυσης ωστόσο, η ταινία λειτουργεί γιατί είναι αυθεντικά αστεία, γιατί δε φοβάται να κοροϊδέψει τον εαυτό της, γιατί δε διστάζει να κοιτάξει στον καθρέφτη και να αποδεχτεί περήφανα αυτό που είναι. Ναι, η σαχλαμάρα ανήκει στο Hollywood. Ναι, τα υπέρμετρα όνειρα επίσης, όπως και η πολυτέλεια της αυταπάτης. Το «The Disaster Artist» φέρνει τον θεατή ένα βήμα πιο κοντά στον ίδιο τον Γουιζό και ταυτόχρονα χρησιμοποιεί όλες τις παθογένειες του «The Room» μετατρέποντάς τις σε αγνή, κινηματογραφική δύναμη. Στο τέλος της ταινίας, θα είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς το χειροκρότημα μέσα στην ταινία και τις ενθουσιώδεις ιαχές εντός της αίθουσας. Ο Τόμι Γουιζό κάπου θα χαμογελάει σαρδόνια γεμάτος ικανοποίηση.
Βραβεία - Διακρίσεις

Χρυσό Κοχύλι Καλύτερης Ταινίας στο 65ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαν Σεμπαστιάν
Βραβείο Κοινού Midnight Madness, Φεστιβάλ Κινηματογράφου Τορόντο – 2η Θέση
Χρυσή Σφαίρα Α' ανδρικού Ρόλου σε Κωμωδία ή Μιούζικαλ για τον Τζέιμς Φράνκο
Βραβείο Καλύτερου Ηθοποιού Gotham Awards για τον Τζέιμς Φράνκο
Ο Τζέιμς Φράνκο επιστρέφει στο διπλό ρόλο του σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή στο μεγάλο hit του SXSW, αλλά και του Τορόντο και του Σαν Σεμπαστιάν, την κωμωδία «The Disaster Artist».

Η ταινία προβλήθηκε ως work-in-progress στο South by Southwest Film Festival του 2017, κερδίζοντας θερμό χειροκρότημα στο τέλος της προβολής, και ιδιαίτερα θετικές κριτικές από τον τύπο, ιδιαίτερα για την μεταμορφωτική ερμηνεία του Φράνκο, ως τον μοναδικό Τόμι Γουάιζο.


Το σενάριο της ταινίας είναι των Σκοτ Νουστάντλερ και Μάικλ Χ. Βέμπερ, βασισμένο στο βιβλίο των Γκρεγκ Σεστέρο και Τομ Μπίσελ.

Η ταινία προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο κερδίζοντας την 2η θέση στο Βραβείο Κοινού του Τμήματος Midnight Madness, ενώ κέρδισε το Χρυσό Κοχύλι Καλύτερης Ταινίας στο 65ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαν Σεμπαστιάν.

Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΤΑΙΝΙΑ OΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ
Ο πολυτάλαντος Τζέιμς Φράνκο («127 Ώρες») επιστρέφει στον διπλό ρόλο του σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή σε μία ξεκαρδιστική, αριστουργηματική, βιογραφική κωμωδία με επίκεντρο τον ανεπανάληπτο και εξωγήινο, αλλά υπαρκτό, Τόμι Γουάιζο, τον χειρότερο δημιουργό που πέρασε ποτέ από το Χόλιγουντ. Η ερμηνεία του Τζέιμς Φράνκο θεωρείται από κοινό και κριτικούς ως μια από τις πιο μεταμορφωτικές και καθηλωτικές στην καριέρα του ηθοποιού.

Το The Disaster Artist μπορεί να είναι μια ταινία για τη χειρότερη ταινία όλων των εποχών, το “The Room”, αλλά ταυτόχρονα συνθέτει ένα απολαυστικό, ακραία αστείο, συγκινητικό πορτρέτο με επίκεντρο έναν γνήσια παθιασμένο, αν και τραγικά κακόγουστο, δημιουργό. Το διασκευασμένο σενάριο υπογράφει το συγγραφικό δίδυμο των Σκοτ Νουστάντερ και Μάικλ Χ. Βέμπερ («(500) Μέρες με τη Σάμερ»), ενώ στο πλάι του Τζέιμς Φράνκο εμφανίζονται ο αδελφός του Ντέιβ Φράνκο («Ανυπόφοροι Γείτονες») και ο σταθερός συνεργάτης του Σεθ Ρόγκεν (“This Is the End”).


Η ταινία έχει κλέψει τις καρδιές του κοινού και των κριτικών, ενώ έχει διαγράψει μια αξιόλογη φεστιβαλική πορεία, καθώς ήταν το μεγάλο hit του SXSW, αλλά και του Τορόντο, όπου κέρδισε τη 2η θέση στο Βραβείο Κοινού του Τμήματος Midnight Madness. Στο 65ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαν Σεμπαστιάν απέσπασε το Χρυσό Κοχύλι Καλύτερης Ταινίας, ενώ ο Τζέιμς Φράνκο τιμήθηκε για την ερμηνεία του ως Τόμι Γουάιζο με τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Α' Ανδρικού Ρόλου σε Κωμωδία ή Μιούζικαλ, με τo βραβείο Καλύτερου Ηθοποιού στα Gotham Awards, ενώ ήταν η 2η επιλογή για το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου από την Ένωση Κριτικών του Λος Άντζελες.

ΕΝΑΣ ΜΥΘΟΣ ΑΠΟ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ
Το 2003, ένας ανεξάρτητος κινηματογραφικός δημιουργός προσγειώθηκε από το πουθενά στη βιομηχανία του θεάματος με μια από τις χειρότερες ταινίες που έγιναν ποτέ, το “The Room”, ένα παθιασμένο ρομαντικό μελόδραμα για ένα ερωτικό τρίγωνο που εκτροχιάζεται. Το σενάριο, η σκηνοθεσία και η παραγωγή ήταν ο καρπός των κόπων του Τόμι Γουάιζο. Αυτή η αινιγματική φιγούρα με τα βαμμένα κορακί μαλλιά, με τη δυσνόητη ξενική προφορά, έγινε διαβόητη στο Χόλιγουντ αφού ανέγειρε μία διαφημιστική πινακίδα στη λεωφόρο Χάιλαντ για την προώθηση της αλλόκοτης, αυτάρεσκης ταινίας του που κόστισε 6 εκατομμύρια δολάρια. Η αφίσα έδειχνε ένα κοντινό που απαθανάτιζε τη σκληρή και ανδροπρεπή φάτσα του Γουάιζο με ένα βουλωμένο μάτι και ένα ανορθόγραφο μήνυμα που υποσχόταν ένα δράμα επιπέδου Τενεσί Ουίλιαμς.

Αφού έκανε πρεμιέρα σε δύο αίθουσες στη νότια Καλιφόρνια για να κατέβει απότομα, έχοντας βγάλει το πενιχρό ποσό των 1.800 δολαρίων σε δύο εβδομάδες, το “The Room” είχε τη δεύτερη ευκαιρία του τα επόμενα χρόνια σε μεταμεσονύχτιες προβολές και στις φήμες που μεταδίδονταν από στόμα σε στόμα. Εντωμεταξύ, ο Γουάιζο ενστερνίστηκε τον ρόλο ενός μυστηριώδη αγνώστου που έγραψε διαβόητη ιστορία ως κάποιος που άφησε το αμφιβόλου αξίας σημάδι του Χόλιγουντ κυνηγώντας το όνειρο του με κάθε τίμημα.

ΣΤΟ ΧΑΡΤΙ
Το 2013, ο Γκρεγκ Σεστέρο, ένας από τους πρωταγωνιστές του “The Room”, εξέδωσε το βιβλίο “The Disaster Artist: My Life Inside the Room, The Greatest Bad Movie Ever Made”, τα απομνημονεύματα ενός νεαρού ηθοποιού που μετακόμισε στο Λος Άντζελες και συμμετείχε στο “The Room”, αφού συνάντησε τον Γουάιζο σε μαθήματα υποκριτικής στο Σαν Φρανσίσκο και δέθηκε μαζί του χάρη στον κοινό θαυμασμό τους για τον Τζέιμς Ντιν. Πριν από την κυκλοφορία του βιβλίου, ένα προσχέδιο έπεσε στα χέρια του σεναριογράφου-σκηνοθέτη-παραγωγού Τζέιμς Φράνκο, που ήταν στο Βανκούβερ για γύρισμα με συμπρωταγωνιστή τον Σεθ Ρόγκεν. Ο Φράνκο δεν είχε δει το “The Room”, αλλά διασκέδασε με την απολαυστική αφήγηση του Σεστέρο για αυτή την κινηματογραφική περιπέτεια που έμοιαζε με ατύχημα, αλλά που γέννησε μια δυνατή φιλία μέσα στην καταστροφή.

«Ο Τόμι ήθελε να κάνει ένα δράμα και όλοι γελούσαν σε βάρος του» λέει ο Φράνκο. «Το βιβλίο του Γρεγκ αναφερόταν στο Χόλιγουντ, αλλά ήταν και η ιστορία ενός από τους παράταιρους τύπους που πήραν μέρος στην παραγωγή του “The Room”. Είδα το “The Disaster Artist” σαν μία ταινία για το παρασκήνιο της βιομηχανίας που ξετυλίγεται μέσα από τα μάτια των περιθωριακών τύπων στα ίχνη του Εντ Γουντ, μία ταινία που λάτρεψα». Ο Φράνκο δελεάστηκε και από τη σχέση των δύο φίλων που χτιζόταν πίσω από τις κάμερες μιας δύσμοιρης ερασιτεχνικής παραγωγής που, παρά τις αντιξοότητες, διασκέδασε τους θεατές σε όλον τον κόσμο. Πήρε τα δικαιώματα του βιβλίου και ως φόρο τιμής για τον Γουάιζο, σκηνοθέτησε, έκανε την παραγωγή και πρωταγωνίστησε στην κινηματογραφική της μεταφορά. Ως Γουάιζο, απέναντι από τον νεότερο αδελφό του, Ντέιβ -που υποδύεται τον Σεστέρο-, ο Φράνκο ερμηνεύει μία παιχνιδιάρικη εκδοχή του αμερικάνικου ονείρου, με δύο αναπάντεχους φίλους να κυνηγούν τη δόξα της δημιουργίας με απρόσμενους αλλά και επιτυχημένους τρόπους.

ΣΤΑ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑ ΤΟΥ “THE ROOM”
Μετά τη μεταμόρφωση του από μεταμεσονύχτια ταινία σε πολιτισμικό φαινόμενο, το “The Room” αναδείχθηκε σε ιστορία επιτυχίας με δόσεις ειρωνείας, όπως σε καμία άλλη περίπτωση στην ιστορία του Χόλιγουντ. Η ταινία είναι ένα τεράστιο φαινόμενο και αρέσει σε όλους, από κολεγιόπαιδα, κωμικούς ηθοποιούς μέχρι εκκολαπτόμενους σεναριογράφους.

Το κοινό περίμενε στις ουρές για τις μεταμεσονύχτιες προβολές σε όλη τη χώρα με αντικείμενα, όπως πλαστικά κουτάλια και μπάλες ποδοσφαίρου, που εκσφενδόνιζε στην αίθουσα, ενώ σχολίαζε δυνατά τους παράξενους διαλόγους της ταινίας, τις ερμηνείες και τις ανατροπές της πλοκής. Το Entertainment Weekly ανταποκρίθηκε με ένα εκτενές άρθρο το 2008, το οποίο κατέγραφε την τρέλα που είχε γεννήσει η ταινία, που από μία μυστηριώδη διαφημιστική πινακίδα είχε προκαλέσει παγκόσμιο σάλο.


Το 2003, ο σεναριογράφος Σκοτ Νουστάντερ, που είχε μόλις καταφθάσει στο Λος Άντζελες με την ελπίδα να κάνει καριέρα στο Χόλιγουντ, είδε τη διαβόητη πινακίδα του Γουάιζο η οποία διαφήμιζε το “The Room”, ενώ οδηγούσε και έμεινε καθηλωμένος. «Ήταν το πρόσωπο του τύπου που κοιτάει χαμηλά και είχε και ένα νούμερο τηλεφώνου πάνω» λέει ο Νουστάντερ. «Νόμιζα ότι ήταν εστιατόριο ή κλαμπ, ήταν αδύνατο να καταλάβω τι ήθελε να πει. Δεν είχα ιδέα μέχρι που μίλησα με κόσμο και μου είπαν ότι είναι μια ταινία που προβαλλόταν σποραδικά. Μετά έμαθα ότι δεν βλεπόταν, αλλά ότι όλοι μιλούσαν για αυτή. Πόσο φριχτή μπορεί να ήταν;».

Η ακαθόριστη καταγωγή του Γουάιζο τροφοδότησε τη φήμη και τον θρύλο του ως μια διαβόητη κινούμενη καταστροφή που είχε όμως φανατικούς θαυμαστές. Υποστήριζε ότι προέρχεται από τη Νέα Ορλεάνη, αλλά το πιο πιθανό είναι ότι καταγόταν από την ανατολική Ευρώπη. Χρηματοδότησε ο ίδιος το “The Room” που είχε προϋπολογισμό 6 εκατομμύρια δολάρια από την προσωπική του περιουσία από κτηματομεσιτικές επιχειρήσεις. Προσθέτοντας ακόμα περισσότερη παραξενιά στην όλη ιστορία, ο Γουάιζο κράτησε την περιβόητη πινακίδα για πέντε χρόνια από την αρχική προβολή της ταινίας, πληρώνοντας 5.000 δολάρια τον μήνα για να κρατήσει την ταινία στις καρδιές και στο μυαλό των οδηγών του Λος Άντζελες. Αφού έσπασε κάθε κανόνα του Χόλιγουντ, ο Γουάιζο έγινε ένας αυτόνομος παίχτης στη βιομηχανία του θεάματος.

Δεκαπέντε χρόνια μετά την ταραχώδη πρεμιέρα του, το “The Room” ακόμα συζητιέται, συνεχίζει να είναι αγαπητό, να προκαλεί γέλιο ή αγάπη, ακόμα και στο στερέωμα του Χόλιγουντ που απέρριπτε τον Γουάιζο για χρόνια. Ο σεναριογράφος Μάικλ Βέμπερ, που διασκεύασε το βιβλίο “The Disaster Artist” με τον Σκοτ Νουστάντερ, βλέπει στο φαιδρό φιάσκο και τη μυστηριώδη καταγωγή του Γουάιζο μία αυθεντική ιστορία που εμπνέει και γεννάει ελπίδα χάρη στις αφοσιωμένες προσπάθειες ενός μαχητή. «Δεν ξέρουμε όλες τις λεπτομέρειες για το παρελθόν του Τόμι, αλλά μετά από πολλή προσπάθεια έκανε μία ταινία που ακόμα βλέπουν οι θεατές και μιλάνε για αυτή σε όλο τον κόσμο» λέει ο Βέμπερ. «Τόσοι άνθρωποι του είπαν όχι πριν την κάνει, αλλά επέμεινε και την έκανε κι αυτό είναι πολύ συναρπαστικό».


Ο Ρόγκεν, που παίζει στην ταινία αλλά αναλαμβάνει και χρέη παραγωγού, υποδύεται τον επιμελητή σεναρίου και τη μοναδική φωνή της λογικής σε αυτό το εντελώς έκρυθμο γύρισμα. «Είναι μια αλλόκοτη και τρελή ταινία, μοιάζει γελοία και ασυνάρτητη σε φάσεις, δεν έχει λογική αυτό που συμβαίνει στην πλοκή. Αλλά όσα περισσότερα ανακαλύπτεις για τη σχέση του Τόμι και του Γκρεγκ, τόσο περισσότερο συνδέεσαι με την ιστορία. Ο Τόμι από μία άποψη απέτυχε παταγωδώς, αλλά κατάφερε να εκφραστεί μέσα από την ταινία».

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΕΣΤΕΡΟ
Ο Σεστέρο έγραψε το “The Disaster Artist” μετά την αναπάντεχη δεύτερη ευκαιρία που είχε το “The Room” ως μεταμεσονύχτια καλτ επιτυχία. Τα απομνημονεύματα ακολουθούν τα ίχνη των πρώτων ημερών της φιλίας του με τον Γουάιζο, όταν ήταν δύο φιλόδοξοι ηθοποιοί στο Σαν Φρανσίσκο. Ο Σεστέρο ήταν 19 όταν γνώρισε τον Γουάιζο σε μαθήματα υποκριτικής. «Είχε κάτι που σε μαγνήτιζε και δεν έπαιρνες τα μάτια σου από πάνω του, ό,τι έκανε στο μάθημα ήταν λάθος» θυμάται ο Σέστερο. «Ο τρόπος που ερμήνευε ήταν καταστροφικός, αλλά είχε και κάτι πολύ καλλιτεχνικό την ίδια στιγμή».

Εκτός τάξης, ανακάλυψε μια χαρούμενη και απολαυστική πλευρά του Γουάιζο, που ενθάρρυνε τους συναδέλφους του στη δημιουργία, παρά τις αντιξοότητες. «Ήταν εύστοχος και εμψυχωτικός και μου έδωσε κάτι που δεν μου έδωσαν οι γονείς μου, οι οποίοι ήθελαν να παρατήσω τα μαθήματα της υποκριτικής και να τακτοποιηθώ σε μία δουλειά» λέει ο Σεστέρο. «Από τη στιγμή που είδα τον Τόμι να απαγγέλει τον μονόλογο του στην τάξη, ήξερα ότι είναι κάποιος που θα μπορούσα να συνδεθώ μαζί του». Μια νύχτα μάλιστα , από ένα καπρίτσιο της στιγμής, οδήγησαν για τρεις ώρες μέχρι το σημείο που σκοτώθηκε ο Τζέιμς Ντιν.

«Ο Γκρεγκ μπορεί να ήταν το πρώτο άτομο στη ζωή του Τόμι που είδε πέρα από αυτό το παράξενο παρουσιαστικό και τον αντιμετώπισε ως ανθρώπινο ον» λέει ο Ντέιβ Φράνκο. «Ήταν αληθινός φίλος για τον Τόμι, κι εκείνος σε αντάλλαγμα εκτιμούσε τις απόψεις του, τον ενθάρρυνε και τον υποστήριζε».

Όπως ξετυλίγεται στο “The Disaster Artist”, η οχτάμηνη παραγωγή του “The Room” ήταν μια καταστροφή. Η ιστορία του τραπεζίτη που ακούει στο όνομα Τζόνι (Γουάιζο), ο οποίος μπλέκει σε ερωτικό τρίγωνο ανάμεσα στη σύζυγο του Λίζα (Τζούλιετ Ντανιέλ) και τον καλύτερο φίλο του Μαρκ (Σεστέρο), είναι γεμάτη από φριχτούς διαλόγους, εκκωφαντικές ερμηνείες και αφηγηματικά αδιέξοδα. Ο Γουάιζο που αντικαθιστούσε μέσα σε μία στιγμή διάφορους ηθοποιούς, σόκαρε το επιτελείο των ηθοποιών και το συνεργείο, αφού το γύρισμα γινόταν ταυτόχρονα σε φιλμ και ψηφιακές κάμερες, ξοδεύοντας χιλιάδες δολάρια για να αγοράζει εξοπλισμό. Σε κάποια φάση, το συνεργείο έφτανε τα 400 άτομα, ένα τεράστιο νούμερο για μία μικρή, ανεξάρτητη παραγωγή.

ΜΕΣΑ ΣΤΟ “THE ROOM”
Ο Φράνκο θυμάται να χαζεύει τη διαφημιστική πινακίδα της ταινίας όταν πρωτοξεκίνησε την υποκριτική του καριέρα, αλλά ήταν το 2014, αφού διάβασε το βιβλίο που αναζήτησε να δει τη διαβόητη ταινία. «Αυτός ο τύπος έρχεται εδώ και θέλει να γίνει σταρ και παρά τα εμπόδια χρηματοδοτεί το όραμα του, το σκηνοθετεί και τελικά το κοινό το λατρεύει» λέει ο Φράνκο. «Όχι με τον τρόπο που ήθελε, φυσικά, αλλά ο Τόμι δεν το ξέρει αυτό». Ο Φράνκο είδε την ταινία σαν μια επιτυχία, μία κωμωδία για το ευρύ κοινό. «Το βιβλίο του Γκρεγκ με αφύπνισε όπως συνέβη στον Τόμι, αφού το “The Room” απέκτησε τη δεύτερη ευκαιρία του» λέει ο ηθοποιός. «Πρέπει να δέχεσαι αυτό που πιστεύουν οι άλλοι για σένα, αλλά και να είσαι ο εαυτός σου. Το βιβλίο αιχμαλωτίζει τις επιθυμίες του Τόνι». Ο Φράνκο μίλησε με τον Γουάιζο και τον Σεστέρο στο τηλέφωνο, αφού απέκτησε τα δικαιώματα του βιβλίου. «Δεν ήμουν σίγουρος πόσο ελεγκτικός θα ήταν ο Τόνι ή πόσο έχει αλλάξει μετά το “The Room”» σχολιάζει ο Φράνκο. «Πολύ σύντομα ο Τόμι με ρώτησε ποιος θα τον υποδυθεί. Όταν είπα ότι δεν ήξερα, πρότεινε τον Τζόνι Ντεπ, έναν από τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές του κόσμου με απόλυτη φυσικότητα».

Ο Σεστέρο ήταν αυτός που πρότεινε στον Φράνκο να υποδυθεί τον Γουάιζο στην ταινία, άλλωστε όπως εκμυστηρεύθηκε αργότερα στον Φράνο, ο Γουάιζο είχε πει ότι οι μόνοι άνθρωποι που ήθελε να τον υποδυθούν στη μεγάλη οθόνη ήταν ο Ντεπ και ο ίδιος ο Φράνκο.

ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ
Ο Φράνκο αναζήτησε το δίδυμο των Σκοτ Νουστάντερ και Μάικλ Βέμπερ («(500) Μέρες με τη Σάμερ», «Το Λάθος Αστέρι») για να αναλάβουν τη διασκευή του βιβλίου που περιέγραφε τη φιλία του Σεστέρο με τον Γουάιζο. «Πιστεύω ότι είναι η εκδοχή του Γκρεγκ και του Τόμι από άποψη σχέσης μεταξύ συνεργατών» λέει ο Φράνκο. Οι δύο σεναριογράφοι από την πλευρά τους είδαν την ιστορία ως τη φιλία ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που μοιράζονται το ίδιο όνειρο. «Δεν είναι μια ταινία για μία ταινία, αλλά για δύο ονειροπόλους που θέλουν να κάνουν κάτι, αλλά δεν έχουν πρόσβαση ή ικανότητα» λέει ο Νουστάντερ. «Ο Γκρεκ και ο Τόμι δίνουν ο ένας στον άλλον αυτό που χρειάζονται για να προχωρήσουν και να πετύχουν το όνειρο. Ο ένας έχει όλη την αυτοπεποίθηση του κόσμου, αλλά όχι την ικανότητα να εκτελέσει το όραμα του και ο άλλος δεν έχει την πίστη στον εαυτό του για να ακολουθήσει το όνειρο του» συμπληρώνει ο Βέμπερ.

Οι δύο σεναριογράφοι κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν το ντελίριο και την απόλαυση που αναδύεται όταν δύο άνθρωποι κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος είτε ως φίλοι είτε ως συνεργάτες. «Έχουμε βρεθεί και οι δύο σε αυτή τη θέση. Πιστεύαμε ότι μπορούμε να γράφουμε και οι άλλοι μας έλεγαν να τα παρατήσουμε. Συνδεθήκαμε με αυτούς τους χαρακτήρες με έναν πολύ δυνατό τρόπο».

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΚΑΣΤ
Μετά την ολοκλήρωση του σεναρίου, ο Φράνκο ανέλαβε τον ρόλο του Γουάιζο και αμέσως ανέθεσε τον ρόλο του Γρεγκ Σεστέρο στον Ντέιβ Φράνκο, που είναι ο αδελφός του. «Προφανώς, ξέρω τον αδελφό μου όλη μου τη ζωή και έχουμε αυτή την ιδιαίτερη δυναμική, που έχει παραλληλισμούς με τον Τόμι και τον Γκρεγκ».

Το καστ συμπληρώνεται από τον μακροχρόνιο συνεργάτη του Φράνκο, τον Σεθ Ρόγκεν που υποδύεται τον αγχωμένο επιμελητή σεναρίου, το μοναδικό μέλος της ομάδας του Γουάιζο που είχε μια κάποια κινηματογραφική εμπειρία. Η Άλισον Μπρι ενσαρκώνει την Άμπερ, το κορίτσι που μπαίνει ανάμεσα στον Σεστέρο και τον Γουάιζο. Η ηθοποιός διασκέδασε ιδιαίτερα στα γυρίσματα με τη μεταμόρφωση του καστ ώστε να μοιάζει με τους πρωταγωνιστές του “The Room”. «Η αγαπημένη μου μέρα ήταν όταν κάναμε γύρισμα τη σκηνή της πρεμιέρας της ταινίας. Ήταν ξεκαρδιστικό να βλέπεις τους ηθοποιούς να υποδύονται τις αντιδράσεις των χαρακτήρων καθώς αντίκριζαν την ταινία για πρώτη φορά». Η Άρι Γκρέινορ αναλαμβάνει τον ρόλο της ηθοποιού που παίζει τον χαρακτήρα της χειριστικής και ανταγωνιστικής Λίζα στο “The Room”. Η ηθοποιός λέει: «Όταν πρωτοείδα την αυθεντική ταινία, έμεινα έκπληκτη από το όλο πράγμα. Αφού την είδα αρκετές φορές συμπάθησα τον Τόμι και ένιωσα τις προσπάθειες του να εκφραστεί και κατάλαβα πώς βλέπει τον κόσμο».


Η Τζάκι Γουίβερ υποδύεται τη μητέρα της Λίζα, έναν ρόλο που οι φανατικοί θαυμαστές του “The Room” λατρεύουν. «Παραδέχομαι ότι είναι μια συναρπαστική ιστορία. Ήταν πολύ διασκεδαστικό να βλέπεις τον Τζέιμς να σκηνοθετεί και την ίδια στιγμή να υποδύεται τον Τόμι» λέει η ηθοποιός.

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
Προκειμένου να μοιάζει με τον Τόμι Γουάιζο, το διάσημο, όμορφο, φωτογενές και μακρόστενο πρόσωπο του Τζέιμς Φράνκο έπρεπε να μεταμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό. Ο Τόμι έχει τετράγωνο, μεγάλο σαγόνι και ανάμεσα στα διάφορα πρόσθετα μέρη, χρειάστηκαν ψεύτικα μάγουλα, ψεύτικο πηγούνι, μύτη και φυσικά τα κορακίσια μαλλιά. Συνολικά, ο Φράνκο φορούσε 6 επιμέρους πρόσθετα κομμάτια όλη μέρα, είτε έπαιζε είτε σκηνοθετούσε, για την εφαρμογή των οποίων χρειάζονταν μία ώρα στην αρχή του γυρίσματος, ενώ για την αφαίρεση τους ακόμα χρειαζόταν ακόμα μία ώρα στο τέλος της μέρας. Για να ολοκληρωθεί το εφέ, ο Φράνκο φορούσε μπλε φακούς επαφής για δεκαέξι ώρες κάθε μέρα που είχαν γύρισμα.

«Το γύρισμα ήταν πολύ αστείο γιατί ο Τζέιμς μιλούσε σαν τον Τόμι όλη μέρα» λέει ο Ρόγκεν. «Ακόμα και για διαδικαστικά θέματα, μιλούσε με τη φωνή του Τόμι».

Αντίστοιχα, προκειμένου να αναπαραχθούν με πιστότητα οι σκηνές και τα μοτίβα του “The Room”, η ομάδα παραγωγής αντέγραψε τα φτηνά σκηνικά, ενώ ο διευθυντής φωτογραφίας μιμήθηκε τον ερασιτεχνικό φωτισμό και τις λήψεις που έκαναν το “The Room” μια από τις χειρότερες ταινίες όλων των εποχών. Μερικές σκηνές αναπαραστάθηκαν πλάνο προς πλάνο και οι ηθοποιοί έκαναν ό,τι ακριβώς έβλεπαν στις αντίστοιχες σκηνές του “The Room”. «Ήταν μια σχολαστική άσκηση συγκέντρωσης σε κάτι που έγινε εξ αρχής στραβά» σχολιάζει ο Φράνκο.

Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ “THE ROOM”
Σχεδόν δύο δεκαετίες μετά την ταραχώδη πρεμιέρα του, το “The Room” συνεχίζει να διασκεδάζει τους θεατές σε όλο τον κόσμο με τις μεταμεσονύχτιες προβολές του στις ΗΠΑ, αλλά και σε μακρινά μέρη όπως η Σκανδιναβία, η Μεγάλη Βρετανία και η Νέα Ζηλανδία. Διαφορετικοί μεταξύ τους άνθρωποι συνεχίζουν να συγκεντρώνονται σε ομάδες για να δουν το αλλόκοτο όραμα του Γουάιζο.

Μπορεί από τύχη ή χάρη στο σχέδιο του, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι ο Τόμι Γουάιζο κυνήγησε το δημιουργικό του όνειρο και έκανε μια ταινία που παρά τα άπειρα ελαττώματα της έχει φέρει κοντά χιλιάδες ανθρώπους, ενώ συνεχίζει να είναι δημοφιλής. «Ακόμα πηγαίνει ο κόσμος στις μεταμεσονύχτιες προβολές και πετάει πλαστικά κουτάλια στην οθόνη και φωνάζει σε όλη την ταινία» λέει ο Σεστέρο. «Ο Τόμι δημιούργησε ένα έργο που άντεξε στον χρόνο. Ήθελε να τον εκτιμά το Χόλιγουντ, οπότε πώς να μην είναι ενθουσιασμένος με αυτή την τροπή;».


Ο Φράνκο καταλήγει «Για να παίζει αυτή η ταινία ανά τον κόσμο σημαίνει ότι υπάρχει κάτι παραπάνω από μια επικά κακή ταινία. Το “The Room” είναι μοναδικό γιατί ο Τόμι Γουάιζο έβαλε όλη την καρδιά του σε αυτό το έργο. Το “The Room” έχει αυτό που δεν έχουν άλλες κακές ταινίες. Έχει γνήσιο πάθος».

Back Home Up Next